Χρόνια τώρα πορεύομαι με τον γάιδαρό μου, στον δρόμο τον σταματά ένας άγγελος που εγώ δεν τον βλέπω.
Όταν ξεκινάμε να συνεχίσουμε τον δρόμο μας, ο γάιδαρός μου με πηγαίνει αλλού, με οδηγεί σε άλλον τόπο, με βγάζει σε άλλον κόσμο, διαφορετικό. Με σπρώχνει, με ρίχνει σε άλλον κόπο. Μου δίνει άλλη κατεύθυνση.
Δεν είχα καμία επιθυμία, καμία τέτοια λαχτάρα να βρεθώ εγώ εδώ, δεν είχα ποτέ τέτοια όνειρα, τέτοιες ικανότητες, τέτοιες φιλοδοξίες, τέτοιες σκέψεις, δεν διψούσα γι' αυτά τα νερά, δεν ήξερα τίποτα από όλα αυτά, δεν ήμουν, δεν ήθελα, δεν ήξερα γραφή και ορθογραφία, τραγούδια και λόγια στρογγυλά και εγώ ήθελα να πηγαίνω την πορτοκαλάδα και τον καφέ, το κονιάκ και το τσάι, τη φρυγανιά, το παξιμάδι, την μπύρα με τα δυο ποτήρια τα μικρά, στις δέκα ακριβώς το πρωί στον κύριο Παύλο με τη γυναίκα του, να παγώνω το καρπούζι όλη τη νύχτα στα παγωμένα νερά, να το κόβω μισοφέγγαρο, να το μοιράζω, να μαζεύω τα κουκούτσια από τα πεπόνια, να τα ξεραίνω στο ταρατσάκι για τον χειμώνα, να τρέχω να πάρω παγωτό κασάτο από τον κύριο Τρανό μόλις συμπληρώνω το ποσό από τα πουρμπουάρ, να νοικιάζω ποδήλατο αντρικό από τον κύριο Νικολάου με σέλα δερμάτινη, σχάρα, τρόμπα, κουδουνάκι και δυναμό στην πίσω ρόδα, ορθοπεταλιά, να έχω τα κάστρα πίσω μου όταν ξεκινώ και όταν επιστρέφω να τα έχω εμπρός μου και πάνω μου. Τα σκαλοπάτια, τα αγάλματα να τα κοιτώ, να τα μιλώ.
Τον αντίθετο δρόμο ήθελα να πάρω από αυτόν που με οδήγησε ο γάιδαρός μου και ο άγγελος που εγώ ποτέ δεν είδα, άθελά μου βρέθηκα εδώ και τώρα δεν μπορώ να κάνω τίποτε άλλο από αυτό που με υποχρεώνει ο γάιδαρός μου, από αυτό που με έχει καταδικάσει. Ισοβίως. Με τραβά, δεν τον τραβώ, με οδηγεί, δεν τον οδηγώ. Μου ζητάει συνέχεια μυαλό κι εγώ σκέφτομαι χορτάρι και σανό.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News