Πριν κάμποσα χρόνια (Σεπτέμβρη του 2002) είχαμε οργανώσει με τον αείμνηστο Πάνο Γεραμάνη μια τιμητική βραδιά για την Πόλυ Πάνου στην Πόλη της, την Πάτρα, υπό την αιγίδα του Δήμου. Ο Πάνος είχε πάρει συνέντευξη από τη μεγάλη τραγουδίστρια «ζωντανά» μπροστά σ’ ένα πλήθος κόσμου κι ελόγου μου μίλησα για κείνην, για τη φωνή της και το ήθος της – ήθος λαϊκό- για το αποτύπωμα που άφησε στη μεταπολεμική δεκαετία ’50 και ’60.
Με αφορμή το θάνατό της, ξεσηκώνω κάποιες σκέψεις από κείνη τη βραδιά. Σαν τελευταίο αντίο στη μεγάλη ερμηνεύτρια. Γιατί «μεγάλοι» καλλιτέχνες είναι εκείνοι που εκφράζουν λίγο-πολύ τα χαρακτηριστικά μιας εποχής.
Και όσοι, στη δεκαετία τού '50 και μετά, μεγαλώσαμε στις παρυφές της Πάτρας και στις λαϊκές της γειτονιές, γαλουχηθήκαμε με το ύφος που αναδίδεται απ' τη φωνή της.
Μαζί της δέθηκε η έφηβη γενιά μου ακόμα πιο στενά -στα χρόνια τού ’60. Με μία σχέση συνωμοτική, σχεδόν, όταν αρχίσαμε συχνά-πυκνά να περνάμε απ’ τα ημίφωτα στενά της Φιλοποίμενος. Απ’ τις ορθάνοιχτες πόρτες των σπιτιών έφτανε στ’ αυτιά μας ένα ‘τραγούδι σπαραγμός’. Που μίλαγε για ιστορίες τραγικές σε καλντερίμια λιμανιών, για πληρωμένες αγκαλιές, για ανθρώπους που τα όνειρά τους έσβησαν στις φτωχογειτονιές και αναζητάνε τη διέξοδο στη λήθη.
Η λιτή φωνή που έφτανε στ' αυτιά μας είχε πάθος αλλά και συστολή μαζί. Συνδυασμός παράδοξος μα εντελώς ελκυστικός. Ήταν σκληρή φωνή γιατί είχε πόνο. Δεν είχε τρυφερότητα, ένιωθες όμως ότι την αναζητούσε. Έξυνε τις πληγές της και γι’ αυτό γινόταν ανυπόκριτα εξομολογητική. Ωστόσο, άφηνε να βγουν στην επιφάνεια τα απολύτως απαραίτητα• τα άλλα –πολύτιμα κι αυτά– τ’ αποσιωπούσε αξιοπρεπώς, δείχνοντας πως και η στέρηση κι η ένδεια μπορούν ενίοτε να μεταλλάσσονται σε πλούτο τής ψυχής.
Η φωνή τής Πόλυς Πάνου περιγράφει μ’ έναν τρόπο λαϊκού ανθρώπου που ξέρει να εκτιμάει τα ασήμαντα και να σέβεται τα ταπεινά• να αποδέχεται τα αβάσταχτα γιατί κι αυτά είναι μέρος της ζωής. Απ’ αυτήν την οπτική πηγάζει μάλλον η αξιοπρέπεια.
Η λιτότητα της ερμηνείας της σε καθηλώνει• η δίχως έπαρση μεγαλοσύνη, η χωρίς επίδειξη ή στόμφο, αναδεικνύει μια μεγαλοπρέπεια απόμακρη και μαζί οικεία. Απ’ τη φωνή της αναδίδεται μια θλίψη ανθρώπου που ψαύει τις πληγές του, ακουμπάει τις μνήμες του. Όχι για να προκαλέσει τον οίκτο κανενός, αλλά για να φτάσει στην πιο βαθιά του ρίζα. Κι εκεί ν’ αναζητήσει την προσωπική του αλήθεια. Αυτή η στέρεα και γήινη φωνή σε βεβαιώνει για μιαν αποφασιστικότητα που ξεπερνάει την πληγή και τη γιατρεύει.
Θαρρώ ότι η Πόλυ Πάνου οροθετεί ασύνειδα –όπως εξάλλου ο κάθε αυθεντικός, λαϊκός δημιουργός– την έννοια της προσωπικής υπερηφάνειας• αυτό που ονομάζουνε φιλότιμο και (ξεχασμένο πια) εγωισμό. Η φωνή της βγαίνει από στόφα ανθρώπου που, σε ώρες δύσκολες, συσπειρώνει γύρω του τούς κατατρεγμένους. Μαζεύονται κοντά του οι αδύναμοι να στηριχτούνε απάνω του και ν’ απαγκιάσουν.
Μέσα σ’ εκείνη την αβέβαιη λοιπόν μεταπολεμική περίοδο με τις διαψεύσεις και τις ήττες, τη σύγχυση και τις ανατροπές των αξιών, τις ματαιωμένες ελπίδες των ανθρώπων –των λαϊκών κυρίως τάξεων– έψαχνε ο καθένας από κάπου να πιαστεί. Να βρει ένα νόημα στο κενό του. Μια γλώσσα που να μην είναι ένα ακόμα ψέμα ή φενάκη. Κι έναν τρόπο για να δραπετεύει απ’ τις άθλιες συνθήκες. Μια φωνή να τις ξορκίζει.
Αυτήν την αίσθηση της στερεότητας έδινε τότε η φωνή της Πόλυς Πάνου. Το μέταλλο, ο ήχος, η υφή –πολύ περισσότερο και πολύ πιο πέρα από το λόγο– κατέγραφε τα αποτυπώματα που άφηνε το δράμα του οδυνηρού πολέμου πάνω στην ψυχή ενός κόσμου δίχως έρμα. Με ευαισθησία, χωρίς μιζέρια ή πεσιμισμό. Ό, τι ακριβώς είχε ανάγκη ένας κόσμος μετέωρος για να ξαναπιστέψει στη ζωή: απλές αξίες αλλά στέρεες.
Η Πόλυ Πάνου αποτελεί για πάμπολλους –και για μένα οπωσδήποτε– ένα πρόσωπο αναφοράς. Στην ερμηνεία και στο ύφος της πηγαίνει η σκέψη μου για να κατανοήσω τι σημαίνει αξιοπρέπεια και λαϊκή ψυχή. Για να ξεχωρίσω το αληθινό από το κάλπικο, το αυθεντικό από το ευτελές, την αίσθηση του μέτρου από την αηδιαστική σεμνοτυφία. Πότε ο λαϊκός άνθρωπος προβάλλεται με μεγαλείο και δεν εκπίπτει στο χυδαίο λαϊκισμό. Μιλώντας για την Πόλυ Πάνου, μιλώ συγχρόνως για τα χαρακτηριστικά, για την ταυτότητα μιας εποχής, για κάποιες από τις αυθεντικές αξίες της.
Άλλωστε, αυτό που αγαπήσαμε στα νιάτα μας, το ανακυκλώνουμε συνέχεια στη ζωή μας• και πεισματικά επιστρέφουμε σ’ αυτό.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News