Στις 31 Μαΐου του 1678 οι πόρτες και τα παράθυρα στο Coventry έκλεισαν ερμητικά. Οι χωρικοί κρύφτηκαν στο βάθος των σπιτιών τους όχι από φόβο, αλλά από σεβασμό και ευγνωμοσύνη. Από τους πλακόστρωτους δρόμους της μικρής πόλης θα περνούσε, βλέπετε, η υπέρμαχός τους, η γυναίκα που τόλμησε να υψώσει το ανάστημά της απέναντι στον σύζυγό της κόμη Λεόφρικ Γ', ο οποίος είχε εξοντώσει τους άμοιρους χωρικούς με υπέρογκους φόρους.
Θα αναρωτηθείτε, βέβαια, γιατί δεν βγήκαν έξω να την επευφημήσουν και να της δείξουν την εκτίμησή τους. Η απάντηση είναι απλή: η Λαίδη Γκοντάιβα θα ήταν απολύτως γυμνή στον εν λόγω… περίπατο. Διότι αυτό ήταν το τίμημα για τη δραστική μείωση των φόρων. Επέμενε τόσο πολύ σε σχετικές συζητήσεις με τον Λεόφρικ ώσπου εκείνος, για να την ξεφορτωθεί -γνωρίζοντας την άτεγκτη χριστιανική της ηθική- αστειευόμενος της απάντησε πως θα έκανε αυτή τη μεγάλη υποχώρηση, μόνο αν εκείνη συναινούσε στο να διασχίσει τους δρόμους. Χωρίς ρούχα. Για κακή του τύχη η σύζυγός του ήταν απολύτως αποφασισμένη. Έβγαλε ένα σχετικό διάταγμα προς ενημέρωση των πολιτών και με μοναδικό της ένδυμα τα μαλλιά της, «σήκωσε το γάντι», ανέβηκε στο άλογό της και κατέβηκε στην πόλη.
Παρά το ότι υπήρξε ένας ράφτης, ο Τόμας Πήπινγκ, που θαύμασε στα κρυφά τα κάλλη της αρχόντισσας, από μια κλειδαρότρυπα (φυσικά έχασε το φως του, αλλά κέρδισε την αθανασία, καθώς το όνομά του έμεινε στην ιστορία ως συνώνυμο της ηδονοβλεψίας), ο κόμης αναγκάστηκε να κρατήσει την υπόσχεσή του και η ίδια έγινε σύμβολο. Όχι μόνο για την αρετή της, που ποτέ δεν αμφισβητήθηκε, αλλά κυρίως για την πετυχημένη δράση της ενάντια σε ένα δυσβάσταχτο φορολογικό σύστημα.
Δυστυχώς η ιστορία της Αγγλίδας ευγενούς δε βρήκε μιμητές (αν και η ίδια «δάνεισε» το όνομα και τη λάμψη της σε πίνακες, αγάλματα, στίχους τραγουδιών, καθώς και στον γνωστό οίκο σοκολάτας). Οι φόροι και ειδικά η συζήτηση περί ελάφρυνσής τους υπήρξαν ανέκαθεν «πεδίον δόξης λαμπρόν», για κάθε λαϊκιστή ανώτατο άρχοντα ή πολιτικό. Σε σημείο που πάνω τους να στηριχθούν με επιτυχία ολόκληρες καριέρες.
Στην Ελλάδα, μάλιστα, ακόμη και πρωθυπουργικοί θώκοι. Ας πάρουμε για παράδειγμα την περίπτωση του Θεόδωρου Δηλιγιάννη, ο οποίος εντελώς συμπτωματικά έφυγε από τη ζωή στις 31 Μαΐου 1905, δολοφονημένος από έναν θαμώνα χαρτοπαικτικών λεσχών. Ο δημοφιλής Γορτύνιος πολιτικός, που διατέλεσε πρωθυπουργός της Ελλάδας πέντε φορές, υπήρξε ο κύριος εκφραστής της έντονης κοινωνικής δυσαρέσκειας και διαμαρτυρίας, ενάντια στους δυσβάσταχτους φόρους του Τρικούπη. Το τρικουπικό πολιτικό πρόγραμμα, άλλωστε, με τους μεγαλεπήβολους στόχους και τα υπέρογκα δάνεια, δεν ασχολήθηκε με τους καθημερινούς ανθρώπους και γενικά με τις ασθενείς οικονομικά ομάδες του πληθυσμού. Ήταν αναμενόμενο ο ορμητικός Δηλιγιάννης να το εκμεταλλευτεί, υιοθετώντας μια σκληρά αντιπολιτευτική και καταγγελτική γραμμή, με κυρίαρχο σύνθημα το «κάτω οι φόροι».
Στο τέλος, βέβαια, αποδείχτηκε ότι το μόνο που κατάφερε ήταν να καταργήσει τα φορολογικά νομοσχέδια του Τρικούπη. Γιατί, κατά τα άλλα, κατόρθωσε να πνίξει κάθε μεταρρύθμιση στη δημόσια σφαίρα, καθώς το πλάνο του Δηλιγιάννη ήταν να αποδοθεί στο κράτος πρωταγωνιστικός ρόλος όχι μόνο στην πολιτική, αλλά κυρίως στην οικονομική ζωή. Δεν περιορίστηκε, λοιπόν, μόνο στο σύνθημα ενάντια στους φόρους, μα φρόντισε να ψηφίσει νόμο για προσλήψεις στο δημόσιο, βάσει του οποίου τα τυπικά προσόντα δεν θα ήταν απαραίτητα για τον πολυπόθητο διορισμό. Κατόπιν, οι αλόγιστοι διορισμοί και η δυσλειτουργία του κράτους, τα χρέη που αυξάνονταν, με τα έσοδα να μειώνονται, οι εξοπλισμοί και κυρίως η ταπεινωτική εθνική ήττα του 1897, που υποχρέωσε τη χώρα να καταβάλει υπέρογκες πολεμικές αποζημιώσεις στην Τουρκία, οδήγησαν στον Διεθνή Οικονομικό Αποκλεισμό και δυστυχώς σε νέο, βαρύτερο δανεισμό από αυτόν του Τρικούπη.
Ο Δηλιγιάννης, όπως έγραψε και ο Φρέντυ Γερμανός στο βιβλίο «Γυναίκα από Βελούδο», είχε φτιαχτεί «από μια ειδική ύλη που είναι πολύτιμη στην πολιτική, αλλά μόνο μέχρι το κατώφλι της εξουσίας». Από αυτή που είναι ελαστική κι όχι από εκείνη τη γρανιτένια, την άκαμπτη, που είχε πλαστεί η Λαίδη.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News