Ερασιτέχνης μπογιατζής
Ερασιτέχνης μπογιατζής
Όλα ξεκίνησαν όταν πριν από λίγες μέρες συνειδητοποίησα το σπίτι που μένω χρειάζεται επειγόντως βάψιμο. Εδώ είναι χρήσιμο να αναφερθεί ότι οι τοίχοι του σπιτιού μου έχουν εκείνο το χαρακτηριστικό αδρό σοβά που ήταν της μόδας τη δεκαετία του 80, το σαγρέ. Οι δικοί μου τοίχοι έχουν μια αδρότητα που θα μπορούσε εμμέσως να περιγραφεί με συντελεστή JRC 18-20 σύμφωνα με τα πρότυπα της ISRM, κατά τους βραχομηχανικούς. Με απλά λόγια, μιλάμε για μεγάλη αδρότητα.
Στην ενδοοικογενειακή σύσκεψη που ακολούθησε υπήρξε, οποία πρωτοτυπία, διάσταση απόψεων. Η κυρία μου επέμενε να φέρουμε ένα μπογιατζή για να ξεμπερδεύουμε. Εγώ πάλι, έχοντας πάρει το θέμα πατριωτικά, επέμενα να το βάψω μόνος μου. Μετά από διαβούλευση επικράτησε, παραδόξως, η άποψή μου. Ίσως σ αυτό να συνέβαλε και η τιμή που είπε ο κυρ Χρήστος, ένας επαγγελματίας μπογιατζής της γειτονιάς, όταν του έκανε τη σχετική ερώτηση η κυρία μου!
Να ΄μαι λοιπόν σε τεχνικό πολυκατάστημα να αγοράζω τα απαραίτητα για βαφή. Χρώματα, ρολό, πινέλα, χαρτοταινίες κλπ. Στην επιστροφή για το σπίτι αγόρασα και μια εφημερίδα κι ας διαβάζω σπάνια εφημερίδες. Κάθε αξιοπρεπής μπογιατζής πρέπει να φορά καπέλο από εφημερίδα όπως ο Παπαμιχαήλ στις «διπλοπενιές»! Βεβαίως τότε δεν υπήρχε το ταμπλόιντ και η κατασκευή καπέλου ήταν πολύ πιο εύκολη, αλλά μ ένα συρραπτικό το πρόβλημα ξεπεράστηκε.
Πανέτοιμος πλέον, μάζεψα σε μια γωνιά τα έπιπλα του σαλονιού και ξεκίνησα τη μάχη του βαψίματος. Τα πρώτα αποτελέσματα ήταν επιεικώς απογοητευτικά. Τι κι αν το προσπάθησα με πιο πηχτό χρώμα από το φυσιολογικό, τι κι αν το αραίωσα, οι πολλές μικροκοιλότητες και τρύπες του σαγρέ αρνούνταν πεισματικά να βαφούν. «Ρε μπας και φταίει το ρολό;» σκέφτηκα μετά από ένα δίωρο άκαρπων προσπαθειών. Χωρίς πολλή σκέψη, άφησα την επιχείρηση βαφή στη μέση και πετάχτηκα σε κοντινό χρωματοπωλείο. Η ερώτηση στον υπάλληλο ήταν απλή και κατανοητή: «Υπάρχουν ρολά για σαγρέ; Αν ναι, θα ήθελα ένα». «Φυσικά και υπάρχουν» μου απάντησε ο υπάλληλος και μου έδειξε ένα ρολό που κρεμόταν πάνω από το κεφάλι μου. «Το συγκεκριμένο ρολό είναι κορυφή. Είναι εισαγωγής». «Γιατί, υπάρχουν κι ελληνικά;» ρώτησα με απορία. «Φυσικά και υπάρχουν και είναι και πολύ καλά, αλλά δεν είναι σαν αυτό» μου ανταπάντησε αυτάρεσκα ο υπάλληλος. «Το συγκεκριμένο έχει κατασκευαστεί με όλες τις διεθνείς προδιαγραφές. Προσέξτε έχει και CE και ISO!». «Εγκεκριμένο από τη FIBA είναι;» ρώτησα αυθόρμητα, φέρνοντας συνειρμικά στο μυαλό μου ένα παλιό ανέκδοτο. «Φυσικά και είναι!» μου ανταπάντησε με αφοπλιστική άνεση ο υπάλληλος, χωρίς να μου αφήσει περιθώριο να αμφισβητήσω τα λεγόμενά του «είπαμε έχει όλες τις προδιαγραφές!». Παρά τη φαιδρότητα των επιχειρημάτων, πείστηκα. Πήρα παραμάσχαλα το εγκεκριμένο από τη FIBA ρολό και αφού ακούμπησα 30 ευρώ, οι προδιαγραφές πληρώνονται ως γνωστόν, επέστρεψα στον αγώνα.
Τα εργαλεία κάνουν το μάστορα, λένε. Ισχύει; Όχι πάντα, λέω εγώ. Μπορεί το ρολό να είχε προδιαγραφές, ο καλλιτέχνης όμως δεν είχε. Το πάλεψα για να είμαι ειλικρινής για κάμποσο ακόμα και αφού είδα κι απόειδα, πέταξα απογοητευμένος στα σκουπίδια στο καπέλο από εφημερίδα, έπλυνα καλά τα ρολά και τα πινέλα και ρίχνοντας τον εγωισμό μου στο δάπεδο, φώναξα τον κυρ-Χρήστο να μου βάψει το σπίτι.
«Έκαστος στο είδος του» μου είπε γελώντας ο κυρ Χρήστος όταν είδε τα κατορθώματά μου. Σοφή κουβέντα, αν και προβληματίστηκα για το ποιο είναι το «δικό μου» είδος, αλλά αυτό είναι άλλη ιστορία. Τώρα κάθομαι με τη φραπεδιά στην καφετέρια και γράφω αυτές τις γραμμές στο καλό μου netbook, την ώρα που ο κυρ Χρήστος ασχολείται με τα βάψιμο του σπιτιού μου. Αν και απέτυχα ως μπογιατζής, είχα την γενναιότητα να αντιδράσω γρήγορα κάνοντας τις κατάλληλες διορθωτικές κινήσεις. Κάτι σαν τις εσωτερικές αλλαγές κατά τη διάρκεια του αγώνα, που έκανε ο Άγγελος όταν ήταν προπονητής στον ΠΑΟΚ! Είναι κι αυτό μια ικανοποίηση βρε αδερφέ. Μπορεί βέβαια, τεχνοοικονομικά να τα έκανα σαν τα μούτρα μου, αλλά κανείς δεν είναι τέλειος.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News