462
|

Ένα καράβι τσακισμένο…

Στάθης Παχίδης Στάθης Παχίδης 26 Ιουλίου 2015, 10:03

Ένα καράβι τσακισμένο…

Στάθης Παχίδης Στάθης Παχίδης 26 Ιουλίου 2015, 10:03

Δουλεύοντας την άνοιξη του 2013 για ένα συναυλιακό project, είχα κινητοποιήσει γνωστούς και φίλους να μάθω γι’ αυτήν αλλά το μήνυμα που έφτανε ήταν από παντού το ίδιο: η Αλεξάνδρα, η λιτή κι αισθαντική ερμηνεύτρια του Τσιτσάνη, είχε χαθεί από την πιάτσα.

Είχε γίνει γνωστή από τις εναγώνιες (πώς να προλάβει όλους τους θρύλους του τραγουδιού, που έφευγαν;) τηλεοπτικές εκπομπές του Γιώργου Παπαστεφάνου μ’ εκείνο το τολμηρό για την εποχή αγορέ μαλλί και το μελαχρινό βλέμμα πλάι στον Τσαουσάκη, τον Στελλάκη Περπινιάδη και βέβαια τον μέντορά της Τσιτσάνη, λίγο πριν αποχαιρετίσουν. Με ταμπουρά κάποιες φορές στα χέρια, με δωρική αισθητική και αξιοζήλευτες συνεργασίες (μεταξύ άλλων Μ. Χατζιδάκις, Γ. Ζαμπέτας, Ν. Μαυρουδής), με δίσκους στόχευσης πέρα από το εφήμερο, με τη βεβαιότητα της σπουδαιότητας του απλού. Δεν έγινε ποτέ τραγουδίστρια Α.Ε. αλλά κατάφερε να στέκεται ισοϋψής δίπλα στα κλασικά μεγέθη δείχνοντας πόσο ίδια αλλά και πόσο περίεργα «άλλη» ήταν. Δεν ήταν μια ακόμη λαϊκή τραγουδίστρια και οι ερμηνείες της φώτισαν μεγάλα τραγούδια αλλιώς και απ’ αλλού μ’ αποκορύφωμα -για μένα- «Το καράβι» των Β. Τσιτσάνη – Κ. Βίρβου. «…Ο καθένας άνθρωπος μοιάζει με καράβι…» — τήξη σε υψηλό καμίνι αισθήματος.

Ας μου επιτραπεί η μαρτυρία: ο μέγας «ρούφι» των ημερών, το Φατσοτέφτερο, κρύβει εκπλήξεις και κάποια στιγμή λαμβάνω αίτημα φιλίας από την Αλεξάνδρα Κυριακάκη, από ένα προφίλ, όπου δέσποζε η κοινή φωτογραφία τού Μάνου Κατράκη και του Βασίλη Τσιτσάνη. Ναι, ήταν η Αλεξάνδρα αυτοπροσώπως, που είχε μάθει πως την έψαχνα και με βρήκε. Ξεκίνησε μια επικοινωνία αρχικά ηλεκτρονικά και στη συνέχεια και τηλεφωνικά – τ’ ακουστικά έπαιρναν φωτιά.

Δε συναντηθήκαμε ποτέ, αν και της το ζήτησα. Ήταν άρρωστη και αδυνατούσε να έρθει σε οτιδήποτε πρότεινα προς τιμήν της. Η ευθυβολία της κρίσης της και το βάρος των επιλογών της παρέμεναν άκαμπτα και κοφτερά – είχε τόσο σπουδαίους δασκάλους. Μου ζήτησε να της στέλνω όποια δημοσιεύματα πίστευα ότι την αφορούσαν καθώς και σχετικά βιβλία. Ήθελε μόνο να μιλάμε τηλεφωνικά και μάλιστα σε ώρες, που δε θα ενοχλούνταν οι συγγενείς της, οι οποίοι στοργικά τη φρόντιζαν στις Αχαρνές…

Τελευταία χαθήκαμε. Αν, απόψε, που έμαθα πως η Αλεξάνδρα έφυγε, γράφω, είναι για να πω δυο τρία πράγματα, που ξέρω γι’ αυτήν:

Ήθελε να ξέρουν πόσο σπουδαίο ήταν για εκείνη πως είχε λάβει θεατρική παιδεία και πόσο υπερασπιζόταν το βάρος του λόγου που τραγουδούσε – αυτό ήταν που την έκανε «άλλη».

Ήθελε να ξέρουν πως ήταν ακριβή και δεν έκανε ποτέ πράγματα που δεν πίστευε, όποιο κι αν ήταν το τίμημα.

Ήταν περήφανη γιατί κατάφερε να σταθεί στο πλάι σπουδαίων ανθρώπων ζώντας μια ζωή με πολλές κι απρόσμενες στροφές.

Ήταν λυπημένη γιατί βίωσε οδυνηρά αυτό που οι καλλιτέχνες απεύχονται: την ώρα που τα φώτα σβήνουν.

Ήταν χαρούμενη, όταν καταλάβαινε πως τη θυμούνται, την αγαπούν και πως προσέφερε στη ζωή των άλλων με την υψηλή της τέχνη.

Ένα καράβι τσακισμένο, η Αλεξάνδρα, δε μένει πια εδώ…

Ακολουθήστε το Protagon στο Google News