Δέκα χρόνια αργότερα
Δέκα χρόνια αργότερα
Ακόμα και οι πλέον αισιόδοξες εκτιμήσεις, δεν αφήνουν κανένα περιθώριο για πανηγυρισμούς. Λίγο πριν την εθνική μας επέτειο, λίγο πριν από την 28η Οκτωβρίου 2011, η Ελλάδα εισήλθε, τουλάχιστον για μια δεκαετία, σε μία βαθιά περίοδο κεκαλυμμένης ή φόρα-παρτίδα φτώχειας, μπαίνοντας – ταυτόχρονα – υπό καθεστώς αυστηρής επιτήρησης. Οι συμβολισμοί είναι εξαιρετικά εύκολο να μην εξαχθούν αβίαστα, η Ελλάς που αντιστέκεται, η μάχη, ο κατακτητής και η μπότα του, η Κατοχή, η φτώχεια. Μόνο που δεν μπήκαν στην πόλη οι οχτροί με πάντσερ και δεν ήταν μελανοχίτωνες, όλα δρομολογήθηκαν με λέξεις που έπαιξαν βόλεϊ δωματίου σε μια αίθουσα μίτινγκ ρουμ, τίγκα στους Ευρωπαίους ηγέτες.
Πολλές φορές σκέφτομαι πώς θα είμαι εγώ δέκα χρόνια μετά, ποιοι θα είναι δίπλα μου ακόμα, ποιοι θα λείπουν, τρέμω να κάνω την αφαίρεση.
Πολλές φορές σκέφτομαι και πώς θα είμαστε δέκα χρόνια μετά, εδώ στην Ελλάδα. Χωρίς να έχω το κληρονομικό, πρόβλεψη είναι, μακάρι να κάνω λάθος, φοβάμαι ότι δεν θα έχει αλλάξει τίποτε. Εγώ θα είμαι 50 ετών, η πενία μας θα συνεχίζεται, το ίδιο και η επιτήρηση των «ξένων», με όποια κυβέρνηση θα έχουμε – ακόμα – θα προσπαθούμε να πετύχουμε τους στόχους του πλεονάσματος και της ανάπτυξης. Ο τρόπος διοίκησης δεν θα έχει αλλάξει καθόλου, θα είναι παρούσα ξανά η πολιτική κούραση, ακόμα θα παίζουν μπάλα οι συντεχνίες, με μπακότερμα τις δεσμεύσεις έναντι του συνδικαλιστικού κράτους. Στελέχη και πάλι δεν θα υπάρχουν ή θα έχουν φύγει στο εξωτερικό, όσα θα είναι εδώ θα κάνουν κουμάντο με ολόκληρα κομμάτια ανεπάρκειας. Η τρόικα δεν θα αναλώνεται σε συνεχή ταξίδια, θα είναι μόνιμα εγκατεστημένη εδώ. Και έπειτα από δέκα χρόνια που έδωσε ευκαιρία για να ορθοποδήσουμε και δεν τα καταφέραμε, θα έχει τυπικά κάθε δικαίωμα να θέλει να πάρει πίσω τα χρήματα που μας δάνεισε. Και θα μείνει μπάστακας μέχρι το τελευταίο νόμισμά μας, όπως και να λέγεται.
Κάποιοι δημόσιοι υπάλληλοι, δέκα χρόνια μετά, συνεχίζουν τις απεργίες για να πάρουν ξανά «επίδομα τήρησης του ωραρίου», τηλεοπτικά κανάλια παίρνουν ακόμα εκατομμύρια ως θαλασσοδάνεια, υπάρχουν ακόμα κόμματα που επιμήκυναν τα χρωστούμενά τους στις (κρατικές) τράπεζες μέχρι το 2150, υπάρχει κόσμος που ακόμα αγοράζει τις ανύπαρκτες, δεκάδες εφημερίδες που κυκλοφορούν ακόμα σε χαρτί, οι αυτοκινητιστές συνεχίζουν να πουλούν ακριβά τις άδειες που τους παραχώρησε το κράτος, το ίδιο κάνουν και οι φαρμακοποιοί. Οι δρόμοι κλείνουν από τρακτέρ, αφού οι αγρότες περιμένουν τις επιδοτήσεις που δεν ήρθαν ποτέ.
Οι εφορίες ακόμα δεν μπορούν να μαζέψουν έσοδα από τα «μεγάλα ψάρια», παρά μόνο από τους μεροκαματιάρηδες που τους παίρνει να τους κόβουν το ρεύμα, το νερό, τη ζωή τους στα δυο, ενώ οι φοροφυγάδες κάνουν πάρτι. Οι χοντρές δουλειές, εγχωρίως, μπορούν ακόμα να κλείνουν με ένα γερό «φακελάκι», «ημείς ακόμα τιμώμεν τας παραδόσεις του έθνους»…
Ενώ η όποια κυβέρνηση θα είναι μονίμως εκτός στόχων, η όποια αντιπολίτευση θα επιμένει σε επαναδιαπραγμάτευση με τους ξένους, συνεχίζοντας να καλλιεργεί την επικίνδυνη ψευδαίσθηση ότι υπάρχει ένας άλλος, τρίτος δρόμος, που είναι για μας μόνο, και στρωμένος με ροδοπέταλα. Ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης θα υποστηρίζει ότι πρέπει – «γιατί, έτσι» – να μας διαγράψουν όλο το χρέος, να μας δώσουν και καμιά 200αριά δισ., για να κινούμαστε, και χωρίς ερωτήσεις γιατί νευριάζουμε εύκολα και όταν νευριάζουμε κάνουμε βλακείες.
Οι πολίτες αυτής της χώρας θα περιμένουμε ακόμα – οι δύο βασικοί πολιτικοί ηγέτες, με συμβούλους και τεχνοκράτες – να μπουν σε ένα δωμάτιο και να μην εξέλθουν εάν δεν έχουν καταλήξει στον τρόπο με τον οποίο θα έχουμε πρωτογενές πλεόνασμα, όπως και στο πώς θα κάνει επανεκκίνηση η οικονομία. Επίσης, αδίκως θα περιμένουμε ότι αυτή η χώρα μπορεί να γίνει, ξανά, υπερήφανη και κυρίαρχη.
Πολλές φορές σκέφτομαι πώς θα είμαστε δέκα χρόνια μετά, πώς θα είμαι δέκα χρόνια μετά, ποιοι θα είναι δίπλα μου ακόμα, ποιοι θα λείπουν, τρέμω να κάνω την αφαίρεση
Πολύ φοβάμαι ότι δεν θα έχει αλλάξει τίποτε για την Ελλάδα. Θα είναι όλα ίδια αλλά όχι απαράλλαχτα, θα έχουν αλλάξει μορφή, το νόημα, όμως θα είναι το ίδιο. Τότε, το 2021, που θα είμαι 50 ετών, θα γιορτάζουμε τα 200 χρόνια από το 1821, μπορεί να κάνουν κάποιον συνειρμικό εορτασμό, για να βγει πιο εύκολα κι ο δεκάρικος λόγος. Σε μια άλλη περίπτωση, ίσως να ξεκινήσει και μια νέα επανάσταση του ελληνικού έθνους. «Επί ποίου εχθρού;», θα με ρωτήσετε και δίκιο θα ‘χετε.
Δεν ξέρω. Το είπα και πριν. Τρέμω να κάνω την αφαίρεση…
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News