Στη σημερινή εποχή του πεσιμισμού και της βιοπάλης, ο σεβασμός είναι πιο χρήσιμoς παρά ποτέ. Η έλλειψή του είναι εμφανής στις διαπροσωπικές μας σχέσεις, στην κοινωνία αλλά και στην πολιτική ζωή και οδηγεί στον υποβιβασμό μας, καθώς εξυπηρετεί τα πάθη και τις αδυναμίες μας.
Ο σεβασμός πηγάζει από τo εσωτερικό μας, συνδέεται άρρηκτα με την παιδεία μας χωρίς μάλιστα να σχετίζεται με συγκεκριμένα επαγγέλματα, φύλο ή ηλικία. Εάν ομαδοποιήσουμε τους τομείς της ζωής του ατόμου σε ομόκεντρους κύκλους και τοποθετήσουμε στο κέντρο το ον και στη συνέχεια ξεχωριστά την οικογένειά του, τους φίλους του, τους συναδέλφους-συνεργάτες του και όλους τους αγνώστους σε αυτόν ανθρώπους, η κατανόηση των ακόλουθων σκέψεων, θα γίνει πιο εύληπτη.
Πρωτίστως, ο σεβασμός οφείλει να υπάρχει απέναντι στον ίδιο μας τον εαυτό. Όταν κάποιος έχει σταθμίσει τα θετικά και τα αρνητικά χαρακτηριστικά στοιχεία της προσωπικότητάς του, εξελίσσοντας τα πρώτα και βελτιώνοντας τα δεύτερα, σίγουρα προσπαθεί να γεφυρώσει χάσματα, να ξεπεράσει απωθημένα, να αποβάλλει τα κόμπλεξ και τις ανασφάλειές του κι ως εκ τούτου, να θέσει γερές βάσεις για να χτίσει μια ισορροπημένη σχέση με τον εαυτό του. Η σχέση αυτή χρειάζεται χρόνο, αναπτύσσει μια δυναμική μέσα σε αυτόν καθώς οι επιθυμίες και οι αντιλήψεις μας μεταβάλλονται συνεχώς. Οι ανθρώπινες σχέσεις αλληλεπιδρούν και ως συνέπεια, το άτομο που σέβεται τον εαυτό του δείχνει ομοιόμορφα ότι σέβεται όλους τους υπόλοιπους ανθρώπους των υπόλοιπων ομόκεντρων κύκλων.
Κατά δεύτερον, ο σεβασμός πρέπει να θεμελιώνεται, πρωτίστως, μέσα στην ίδια την οικογένεια. Αυτή συνιστά τον πυρήνα των αξιών που μας μεταλαμπαδεύουν οι γονείς μας αλλά και οι ανιόντες μας. Όταν οι γονείς (το πιο σύνηθες φαινόμενο) δεν σέβονται ο ένας τον άλλον εκφράζοντας τη συμπεριφορά αυτή με επιθετικό τρόπο (πράξεις) και με αμυντικό τρόπο από τον αποδέκτη (παράλειψη και ανεκτικότητα), τότε η συμπεριφορά αυτή συνιστά παράδειγμα προς αποφυγή για τον τρόπο διαπαιδαγώγησης των παιδιών. Ακόμη, η ασέβεια μπορεί να εκδηλώνεται ανάμεσα στους γονείς και τα παιδιά αλλά και μεταξύ των αδελφών. Ως αποτέλεσμα, δυσχεραίνεται η ανάπτυξη των προσωπικοτήτων και δημιουργούνται κοινωνικές συγκρούσεις.
Σε συνάρτηση με τα ανωτέρω, πιστεύω ότι είμαστε κοινωνικά ασεβείς. Επί παραδείγματι, διακόπτουμε τον συνομιλητή μας σε μια συζήτηση ή αδιαφορούμε για τον αγορεύοντα σε μια φοιτητική συνέλευση ή ενοχλούμε τον γείτονά μας φωνάζοντας ή διασκεδάζοντας ή σπρώχνουμε τον συνεπιβάτη μας στον αστικό. Σοβαρότερα παραδείγματα αποτελούν η συσσώρευση απορριμμάτων στους δρόμους ή η παθητικότητά μας απέναντι στους υφιστάμενους βανδαλισμούς των δημιουργημάτων της πολιτιστικής μας κληρονομιάς. Τα παραδείγματα είναι αναρίθμητα, κάτι το οποίο θα έπρεπε να μας αφυπνίζει.
Μολαταύτα, εάν υπάρχει πραγματική θέληση από μέρους μας και προσπάθεια ατομική και συλλογική (ανάλογα με το είδος του προβλήματος και την έκτασή του), σύμφωνα και πάλι με τους ομόκεντρους κύκλους, μπορούμε να βελτιώσουμε την κατάσταση. Η απόκτηση κλασσικής παιδείας, η ενασχόληση με μια μορφή τέχνης ή με κάποιο ομαδικό άθλημα, η προσφυγή στην αρωγή ενός ειδικού και η υιοθέτηση ευγενικών εκφράσεων και τρόπου συμπεριφοράς εν γένει, είναι μερικές λύσεις. Επιπρόσθετα, η καλλιέργεια του γόνιμου διαλόγου συνιστά έναν καταλυτικό παράγοντα στη συντέλεση θετικών κοινωνικών αλλαγών.
Συμπερασματικά, ο σεβασμός μάς αναγάγει σε ανώτερα πνευματικά όντα. Η επίκληση της σοβαρότητας και της ποσότητας των προβλημάτων μας για να δικαιολογήσουμε την αμέλειά μας αυτή δεν είναι επαρκής. Ας μην λησμονούμε όμως ότι κανένας δεν μπορεί να απαιτεί με δεσποτικό τρόπο να τον σέβονται οι συνάνθρωποί του. Ο σεβασμός κατακτιέται με επιμονή και κόπο.
*Η Αννα Παυλίδου είναι φοιτήτρια Νομικής Σχολής ΑΠΘ
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News