Σαν ατάκα παλιομοδίτικου ανεκδότου, ένας συνταξιούχος, ένας φοιτητής και ένας υπουργός μπαίνουν σε ένα μπαρ. Ποιος φέρει μεγαλύτερη ευθύνη για τους δεκάδες νεκρούς της προηγούμενης μέρας, για την υγειονομική κρίση που σημαδεύει τη χώρα; Πού σταματάει η κρατική ευθύνη; Που ξεκινάει και μέχρι που εκτείνεται η περιώνυμη ατομική;
Πρώτιστη ευθύνη της Πολιτείας είναι η κοινωνική. Η πολιτική της δημόσιας υγείας εν γένει διαφέρει από συνηθισμένες πολιτικές αποφάσεις. Οι πολίτες δεν είναι έρμαια μιας πολιτικής που ίσως δεν καταλαβαίνουν, όπως πιθανώς στην οικονομία, ή έχουν περιθώριο να διαφωνήσουν, όπως ίσως στην εξωτερική πολιτική. Η ευθύνη του κράτους είναι αδιαμφισβήτητη, ευθύνη να προστατέψει και να προειδοποιήσει τους πολίτες, ακόμα και να τους αφαιρέσει προσωρινά ορισμένες ελευθερίες στο όνομα της δημόσιας υγείας. Η ευθύνη αυτή, όμως, δεν είναι δυαδική. Τα κοινωνικά μέτρα δεν είναι «αφήνουμε την αγορά ανοιχτή και ανεξέλεγκτη», διαφορετικά «κλειδαμπαρώνουμε τον κόσμο στα σπίτια τους». Ανάμεσα στους δυο αυτούς πόλους, θεμελιώδης ευθύνη της Πολιτείας είναι η πληροφόρηση με επιστημονικά δεδομένα και λογικά μέτρα. Έκτοτε, η ατομική ευθύνη είναι το καταλυτικό όπλο της κοινωνίας. Και όσον αφορά αυτή, η κοινωνία φαίνεται να απέτυχε.
Φυσικά δικαίως θα αγανακτούσε κανείς, αν η Πολιτεία τα περίμενε όλα από εμάς. Εδώ εμπλέκεται και η οικονομική της ευθύνη. Αν δεν θωράκιζε το ΕΣΥ, δεν έκανε προσλήψεις, όπως πολλοί έσπευσαν να την κατηγορήσουν. Παρόλο που τα νούμερα σε ΜΕΘ, προσλήψεις, τεστ φαίνονται αυξημένα συγκριτικά με τον Μάρτιο, μπορεί να παραμένουμε καχύποπτοι. Ας συγκρίνουμε λοιπόν τη χώρα μας με άλλες.
Τι διαχωρίζει τις χώρες που «νίκησαν» τον κορωνοϊό, από εκείνες που γονάτισαν μπροστά του; Είναι η πολιτική τους ιδεολογία; Τα χρήματα που ξόδεψαν σε νοσοκομεία, γιατρούς και υποδομές; Αν ήταν έτσι, οι πλούσιες, τεχνολογικά ανεπτυγμένες χώρες θα θριάμβευαν, και οι λιγότερο ευκατάστατες, με υποδεέστερες υποδομές θα κατέρρεαν. Η Μεγάλη Βρετανία μετρά αναλογικά περισσότερα κρούσματα από την Ελλάδα. Το Βέλγιο, μια χώρα ίση πληθυσμιακά με την Ελλάδα, με πιο ανεπτυγμένο σύστημα υγείας και μεγαλύτερο ΑΕΠ, αντιμετωπίζει υγειονομικό πρόβλημα πολύ εντονότερο. Η Γερμανία, με τις περισσότερες ΜΕΘ ανά 100.000 πολίτες και ανάλογα μέτρα, άγγιξε στις 20 Νοεμβρίου τα 23.500 κρούσματα και τους 300 νεκρούς.
Πώς τα κατάφεραν τότε χώρες όπως Αυστραλία, Νέα Ζηλανδία ή αυτές της Ασίας; Λαμπρό παράδειγμα αυτό της Δανίας. Έρευνα των Olagnier και Mogensen δείχνει ότι καταλυτικός παράγοντας στην αντιμετώπιση της πανδημίας είναι η εμπιστοσύνη στα κρατικά μέτρα¹. Ανεξάρτητα από δημογραφικά χαρακτηριστικά ή κυρίαρχη ιδεολογία, ανεξάρτητα ακόμα και από το τι μέτρα πήραν, οι χώρες αυτές έχουν ένα κοινό. Όποιο μέτρο και αν εφάρμοσαν, όπως παρατηρεί η Dale, ακολουθήθηκε κατά γράμμα². Δεν χρειάζεται να πάμε πολύ μακριά. Αρκεί να κοιτάξουμε την Ελλάδα του περασμένου Μαρτίου. Σαφέστατα, υπήρχε γενικό λοκντάουν, αλλά ταυτόχρονα υπήρχε και εμπιστοσύνη ή, τουλάχιστον, απλά πειθαρχία. Πειθαρχία που δεν υπάρχει σήμερα.
Ποια η αιτία αυτής της μη πειθαρχίας; Η απάντηση φαίνεται να ανατρέχει σε μια ασθένεια προγενέστερη του κορωνοϊού: σε μια ανεύθυνη – εμφυτευμένη μάλλον από καιρό –«αντιπολιτευτική» νοοτροπία. Ο όρος δεν αναφέρεται αποκλειστικά στην με πολιτική έννοια αντιπολίτευση, αλλά στην άκριτη αναπαραγωγή λαϊκίστικων αντιλήψεων από θεσμούς, φορείς ή ΜΜΕ με κοινό παρονομαστή το «απέναντι». Απόπειρες ορισμένων να πατήσουν κυριολεκτικά επί πτωμάτων δεν καταφέρνουν παρά να ταϊζουν αρνητές, να διχάζουν την κοινωνία, να στοχοποιούν για απολύτως λάθος λόγους. Εδώ πλέον η έλλειψη ατομικής ευθύνης αποκτά πολιτική χροιά. Αν λοιπόν είναι πράγματι η εμπιστοσύνη στα μέτρα της Πολιτείας ο καταλυτικός παράγοντας, τότε η ελληνική κοινωνία φαίνεται καταδικασμένη να αποτύχει.
Παραμένει αβέβαιο, όμως, το κατά πόσο αυτή η μόνιμη τάση για επανάσταση και διαμαρτυρία είναι απλώς στο DNAμας. Σίγουρα η απάντηση στο πρόβλημα δεν μπορεί να βρίσκεται σε μια έμφυτη τάση αντιπαράθεσης με την Εξουσία ή υποταγής σε αυτή. Ωστόσο, οι Δανοί έχουν μια θεμελιώδη διαφορά στην αντίληψη. Δεν αντιλαμβάνονται την κρατική και την ατομική ευθύνη ως δίπολο, ως δύο αντίρροπες αξίες που οφείλουν να βρίσκονται σε σύγκρουση.
Οι λέξεις «Πολιτεία» και «πλατεία» είναι αυτό που αποκαλούμε στην ελληνική γλώσσα παρήχηση. Είναι καιρός λοιπόν, και οι ανάλογες ευθύνες, τόσο της Πολιτείας όσο και της «πλατείας» – η ατομική – να γίνουν αντιληπτές ως πολιτική ταυτολογία. Είναι καιρός να αναγνωρίσουμε πως η μία δεν υφίσταται δίχως την άλλη, πως πραγματι δεν υπάρχει «ελευθερία χωρίς υπευθυνότητα». Και είναι καιρός η υπευθυνότητα των πολλών να μην υπονομεύεται από την ανευθυνότητα των λίγων.
¹Olagnier και Mogensen, «The Covid-19 Pandemic in Denmark: Big Lessons from a Small Country»
²Dale, «Competent Governance – Not Ideology – Kills the Covid Cat».
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News