Η προ ημερών συνέντευξη Σόιμπλε στα κρατικά γερμανικά τηλεοπτικά μέσα, όπου, κατά την προσφιλή του συνήθεια, εμφανίσθηκε ως συμπονών τον ελληνικό λαό και δείχνοντας ως αποκλειστικό αίτιο των δεινών του τις εκάστοτε ελληνικές κυβερνήσεις, σε συνδυασμό με το «νέο ναυάγιο» της κυβερνητικής πολιτικής περί οριστικής και γενναίας ρύθμισης του δημοσίου χρέους (όπως πιστοποιήθηκε οριστικά, ήδη, με την πρόσφατη σχετική απόφαση του Eurogroup), για το οποίο, υποτίθεται, προ-νομοθέτησε «τερατώδη» αντικοινωνικά μέτρα για το 2019 (καταστρατηγώντας έτσι στοιχειώδεις συνταγματικές και πολιτικές αρχές), μας υποχρεώνουν, για ακόμα μια φορά, να αναζητήσουμε τα αυτονόητα ως προς τη σύγχρονη τραγωδία της Ελλάδας.
Γιατί, τελικά, επτά χρόνια συνεχούς μνημονιακής κηδεμονίας, που συνδυάζεται με πολύ «μαστίγιο» και λίγο «καρότο» από την πλευρά των δανειστών και με έναν πρωτοφανή ενδοτισμό του πολιτικού προσωπικού εξουσίας και του ιδιότυπου μορφώματος οικονομικής ολιγαρχίας της Ελλάδας, που, κυνικά και απροκάλυπτα, την «αποικιοποιούν», οδηγούν τον κάθε σώφρονα άνθρωπο σε απόλυτη σύγχυση και απογοήτευση. Και η νέα γενιά να δραπετεύει, όχι γιατί λειτουργεί προδοτικά, όπως απαράδεκτα δήλωσε ο συμπαθής κατά τα άλλα Κ. Καζάκος, αλλά γιατί αναζητά τη στοιχειώδη ποιότητα και αξιοπρέπεια για τη ζωή, κάτι που δυστυχώς αποτελεί, ολοένα και περισσότερο, μακρινή ανάμνηση για τη χώρα μας.
Η χαοτική, πλέον, αυτή κατάσταση, απαιτεί απόλυτο ξεκαθάρισμα των πρωταγωνιστών του ελληνικού δράματος, έτσι ώστε, αφενός, να μην μεγεθύνεται η εξαπάτηση και η σύγχυση του λαού και, αφετέρου, να συντηρείται η ελπίδα, ότι μπορεί να δημιουργηθούν οι συνθήκες ενεργούς συμμετοχής, του κοινωνικού συνόλου για τη δημιουργία ενός νέου μεγάλου πολιτικού υποκείμενου ανατροπής της παρακμής και θέσης των βάσεων για την αναγέννηση της Ελλάδας.
Κατ’ αρχήν, είναι καθαρή, ακόμα και στον πλέον ανύποπτο, η τεράστια υποκρισία της γερμανικής ελίτ, που εκπροσωπείται από τον Σόιμπλε, αλλά και τη Μέρκελ, η οποία ευφυώς κρύπτεται πίσω από το σκληρό πρόσωπο του Υπουργού Οικονομικών της.
Είναι προφανές, ότι η κρίση χρέους και η εμφανιζόμενη ως «αδυναμία λύσης» της για τη χώρα μας, συντηρείται αποκλειστικά και μόνο για τις ανομολόγητες επιδιώξεις της γερμανικής πολιτικοοικονομικής ελίτ, που είναι η αυτοκρατορικού τύπου πρωτοκαθεδρία στην Ευρώπη.
Παράλληλα, χρησιμοποιείται από αυτήν και ως τοκογλυφικό εργαλείο για την αποκόμιση τεραστίων ποσών, που ξεπερνούν την τελευταία επταετία τα 100 δις ευρώ.
Το ποσό αυτό προκύπτει από τη μεταφορά χρημάτων των επενδυτών στα χαμηλού κινδύνου γερμανικά ομόλογα, λόγω της κρίσης της Ευρωζώνης, με συνέπεια η Γερμανία, όχι μόνο να μην πληρώνει ως κράτος για να δανεισθεί, αλλά λόγω της δομής και της αβεβαιότητας, που επικρατεί στη ζώνη του ευρώ, να πληρώνουν σε αυτήν επενδυτές, για να εξασφαλίσουν τα χρήματά τους. Μάλιστα, τα κέρδη αυτά εμφανίζονται στον γερμανικό προϋπολογισμό με τίτλο «διαφορά επιτοκίων», ανερχόμενα μεταξύ 10 και 17 δις ευρώ το χρόνο.
Από την άλλη πλευρά, κατά την ίδια περίοδο υπάρχει η παταγώδης αποτυχία του πολιτικού προσωπικού εξουσίας στη χώρα μας. Το οποίο αναπαραγάγεται μέσω μιας ιδιότυπης, θεοκρατικού τύπου, αυταρχικής κομματοκρατίας. Εμφανίζει μάλιστα στοιχεία έντονης πολιτικής ανικανότητας εν σχέσει με τις εθνικές ανάγκες, που συνδυαζόμενες με τη στρατηγική ήττα του ελληνικού κεφαλαίου, που εκπροσωπείται από μια κάστα ιδιότυπων «μαυραγοριτών» επιχειρηματιών, αποτελεί έναν καταστροφικό συνδυασμό για τα συμφέροντα της Ελλάδας και του λαού της.
Και αυτό γιατί αποδείχθηκε ότι οι βάσεις του ενδοτισμού, που υπήρχαν και κατά την περίοδο της Μεταπολίτευσης σε πολλές από τις δυνάμεις της εξουσίας, παλιές και καινούργιες, οι οποίες υποκρύπτονταν πίσω από την περίοδο της εικονικής ευμάρειας, γιγαντώθηκαν κατά την περίοδο της κρίσης και της μνημονιακής κηδεμονίας.
Έτσι, οι πολιτικές δυνάμεις εξουσίας σε όλο το ιδεολογικό φάσμα, αποδείχθηκαν, ως έτοιμες από καιρό, να αποδεχθούν την «αποικιοποίηση» της χώρας, προκειμένου να διατηρήσουν τα αυτοτελή προνόμια, που τους παρέχει η άσκηση της εξουσίας. Αυτό, όμως, έχει ως συνέπεια την πλήρη απονομιμοποίησή τους από τον λαό και τη γιγάντωση του κυνικού αμοραλισμού (πλήρης διάσταση της πολιτικής με την ηθική), που διατρέχει το σημερινό πολιτικό εποικοδόμημα.
Έτσι, η Ελλάδα πορεύεται στις σημερινές παγκόσμιες καταιγίδες χωρίς πυξίδα», χωρίς «οδικό χάρτη πορείας και εξόδου», βουτηγμένη στη σύγχυση, ασάφεια και ανασφάλεια για το παρόν και το μέλλον της.
Η υπέρβαση αυτής της καταστροφικής κατάστασης, είναι υπόθεση, πλέον, όλου του ελληνικού λαού.
*Ο Γεώργιος Παπασίμος είναι δικηγόρος και μέλος της «Πρωτοβουλίας της 14ης Μάη».
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News