Η ζωή μου όλη: Κοντά μου φωσφορίζοντας, σκύβεις και με φιλάς
Η ζωή μου όλη: Κοντά μου φωσφορίζοντας, σκύβεις και με φιλάς
Σερνόμουν αλλά πήγα, κυρίως από ντροπή προς τους φίλους μου που τους το χα υποσχεθεί. Σ’ όλο το δρόμο σκεφτόμουν πόσο γλυκερή είναι αυτή η νοσταλγία των σίξτις, πόσο βαρετά αυνανιστική. Αμάν πια. Και αμάν πια αυτή η μανία με τις δεκαετίες. Εγώ σε ποια ανήκω εν πάση περιπτώσει που την 1η Ιανουαρίου 1960 ήμουν σαράντα ημερών; Τέτοιες μπούρδες σκεφτόμουν μέσα στο ταξί. Κι ακόμη, και κυρίως, πως εντέλει (στην τελική που λένε και εμέσσω) σ’ αυτήν την απολύτως ηττημένη γενιά «έλαχε ο κλήρος» της ευθύνης για τη σημερινή αηδία. Θέλω να πω, αυτοί είμαστε: οι μισοί λιωμένοι σαν μύγες στο τζάμι κι άλλοι μισοί αδιάβροχοι.
Δεν έπεφτε καρφίτσα στο Παλλάς, την Κυριακή το βράδυ. Την προηγουμένη είχαν πάει οι διάσημοι και από την επομένη, εμείς η πλέμπα. Αγάπησα ξανά τον Σαββόπουλο από χτες. Γιατί ανακάλυψα πως η μουσική του υπάρχει και αντέχει και γιατί χτες ούτε μεγαλόστομος ήταν ούτε νάρκισσος. Οι μουσικές του είχαν ξαναγεννηθεί χάρη σε μια νέα, φρέσκια, πλούσια ενορχήστρωση χωρίς λυγμούς και νάζια. Τι μουσικοί μαζί του και τι δουλειά του Μάριου Σπηλιώπουλου, στεγνή από συναισθηματισμούς και γι αυτό τόσο ευθύβολη. Κι όσο κι αν κρατιόμουν για να μην αρχίσω τα γνωστά αναστασιακά δάκρυα, η εμφάνιση της Αρλέττας (για δύο τραγούδια που μακάρι να κράταγαν ως την αιωνιότητα) ήταν ο σπινθήρας: όλοι κρατούσαμε την αναπνοή μας, κανείς δεν τόλμησε να λερώσει με τη δική του φωνή το κοριτσίστικο – αηδονίσιο άκουσμα. Κι ευτυχώς τα δάκρυα δεν έχουν ήχο.
Ξέφυγε από τα στερεότυπα ο Σαββόπουλος που τον ήθελαν Νιόνιο, με άσφαιρη γραφικότητα. Και βγήκα χαμογελώντας στην κρύα Πανεπιστημίου που έλαμπε πανέμορφη. Εκείνος μ’ έκανε να την δω έτσι και τον ευχαριστώ.
*Από 18 Δεκεμβρίου για 10 μόνο παραστάσεις στο Θέατρο Παλλάς.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News