792
|

Ο Στρος Καν και οι Ελληνίδες

Εύα Στάμου Εύα Στάμου 30 Μαΐου 2011, 08:20

Ο Στρος Καν και οι Ελληνίδες

Εύα Στάμου Εύα Στάμου 30 Μαΐου 2011, 08:20

Τις τελευταίες μέρες στη χώρα μας, όπως είναι απόλυτα φυσικό, πολλά συζητήθηκαν και γράφτηκαν για την περίπτωση Στρος-Καν. Η προσοχή μου επικεντρώθηκε σε σχόλια γυναικών που άκουσα σε παρέες ή σε κείμενα γυναικών αρθρογράφων που διάβασα σε ιστολόγια, εφημερίδες, κι εβδομαδιαία free press.

Πέρα από τον ουσιαστικό ή επιφανειακό πλουραλισμό των απόψεων επί του θέματος, υπάρχει ένα  κοινό επιχείρημα που συνδέει αρκετά από αυτά τα άρθρα: η καχυποψία των γυναικών απέναντι στο θύμα του Στρος-Καν, η δυσκολία να δεχτούν ότι μία καταγγελία που δεν ενέχει ‘αληθινό’ ή ολοκληρωμένο βιασμό ήταν αρκετή για να δημιουργήσει τέτοια αναστάτωση σε Ευρώπη κι Αμερική και να οδηγήσει πίσω από της φυλακής τα σίδερα έναν άνδρα με την ισχύ και την αναγνωρισιμότητα του Στρος-Καν.

Όλα σχεδόν τα κείμενα ξεκινούν αμφισβητώντας την ειλικρίνεια και την ηθική του θύματος, όχι με βάση στοιχεία που ήρθαν στο φως για τον χαρακτήρα και το παρελθόν της της γυναίκας, αλλά ακολουθώντας τη λογική ότι δεν έγινε και κάτι τόσο σοβαρό που να δικαιολογεί τις αλυσιδωτές αντιδράσεις που οδήγησαν τον θύτη στο λαϊκό διασυρμό. Οι κειμενογράφοι παραπονούνται για την αδικία που υπέστη ο Στρος-Καν μέσω της παγκόσμιας έκθεσής του στις κάμερες, την στιγμή που η μορφή της καταγγέλλουσας παραμένει μυστήριο, αφού η αμερικανική αστυνομία φρόντισε να την προστατεύσει, παραλείποντας όμως να αναφέρουν το στοιχειώδες: ότι με αυτή την τακτική η αμερικανική δικαιοσύνη συστηματικά προστατεύει τα θύματα των σεξουαλικών εγκλημάτων, προκειμένου να διασφαλίσει ότι και άλλοι παθόντες ή παθούσες (ανήλικα αγόρια και κορίτσια, ενήλικες γυναίκες) θα βρουν το θάρρος να καταγγείλουν την κακοποίηση που έχουν υποστεί – και, συνεπώς, ότι δεν είναι σε καμία περίπτωση κάτι που επινοήθηκε ξαφνικά για να προστατεύσει την συγκεκριμένη καμαριέρα.

Η πρόθεσή μου δεν είναι ούτε να υποστηρίξω το Αμερικανικό νομικό σύστημα το οποίο δεν γνωρίζω σε βάθος, ούτε να αναλύσω τις ευρύτερες γεωπολιτικές σχέσεις Ευρώπης-Αμερικής και τα παιχνίδια εξουσίας που κατά πάσα πιθανότητα καθόρισαν την έκβαση των γεγονότων που ακολούθησαν την καταγγελία της νεαρής εργαζόμενης. Άλλωστε δεν χρειάζονται ιδιαίτερες γνώσεις ή φαντασία για να συνειδητοποιήσει κανείς ότι κάποιοι στην Αμερική χρησιμοποίησαν το περιστατικό για να δώσουν, όπως λέγεται, ‘ένα μάθημα’ στη Γαλλία και στο ‘κακό παιδί’ που ορμώμενο (πιθανόν) από συγκεκριμένη παθολογικότητα αλλά κυρίως από την πεποίθηση ότι άνδρες της δικής του θέσης μένουν ατιμώρητοι, έδρασε με τρόπο απαράδεκτο και, απ’ ό,τι τεκμαίρεται ως τώρα, ποινικά κολάσιμο.

Αυτό που προκαλεί το ενδιαφέρον μου είναι γιατί οι γυναίκες που ασχολήθηκαν με το θέμα, δηλωμένες φεμινίστριες οι περισσότερες, δεν εξέφρασαν καταρχήν την ικανοποίηση, ακόμα και τον ενθουσιασμό τους, που μια εργαζόμενη, μαύρη καμαριέρα δικαιώθηκε έναντι ενός λευκού, ισχυρού πολιτικού, γιατί δεν αντιμετώπισαν το γεγονός σαν ένα θετικό προηγούμενο το οποίο θα μπορούμε να επικαλούμαστε στο μέλλον όταν ασχολούμαστε με παρόμοιες περιπτώσεις. Μήπως τέτοιου είδους περιστατικά δεν είναι αρκετά εκλεπτυσμένα για τον ευρωπαϊκό τρόπο σκέψης μας και μας καθιστούν απλά καχύποπτους; Ή μήπως η απαξίωση των γυναικών και ο συχνά καλυμμένος μισογυνισμός στον οποίο όλοι, γυναίκες και άνδρες εξίσου, εκτιθόμαστε από την ημέρα που γεννιόμαστε και που τελικά εσωτερικεύουμε, βρίσκει τον τρόπο να επηρεάσει την σκέψη μας κάθε φορά που καλούμαστε να αντιμετωπίσουμε μία υπόθεση όπου από το ίδιο το θύμα καταγγέλλεται η κακοποίηση, ο εκβιασμός, ή η σωματική επίθεση;

Η αποστροφή που προκαλεί η θυματοποίηση σε γυναίκες που θέλουν να νιώθουν ότι ορίζουν τη ζωή τους, είναι ένα φαινόμενο κατανοητό και εξηγήσιμο από την επιστήμη της ψυχολογίας. Η αποφυγή ταύτισης της πλειοψηφίας των γυναικών με το θύμα πηγάζει πιθανόν από την άρνησή τους να δεχτούν ότι κάτι αντίστοιχο θα μπορούσε ποτέ να συμβεί στις ίδιες, αφού πολύ απλά, αυτές ‘δεν θα το επέτρεπαν’.

Ίσως δεν είναι παράλογο, επίσης, επαγγελματίες της μεσαίας και της ανώτερης τάξης που τις τελευταίες δεκαετίες στις Δυτικές κοινωνίες μοιράζονται τη δύναμη με τους άντρες, να ταυτίζονται περισσότερο με τον ισχυρό, λευκό, Ευρωπαίο από ό,τι με την Αφρικανή, μουσουλμάνα, καμαριέρα, αφού η κοινή φυλετική καταγωγή αλλά και η τάξη αποδεικνύονται αρκετές φορές ισχυρότερα συνδετικά στοιχεία από το φύλο.Το εντυπωσιακό είναι ότι οι ίδιες γυναίκες αναπαράγουν στην επιχειρηματολογία τους φαλλοκρατικές αντιλήψεις όπως: Πρώτον, εφόσον δεν υπήρξε σεξουαλική διείσδυση κατά την επαφή του Στρος-Καν με την καμαριέρα, η σεξουαλική επίθεση που υπέστη η γυναίκα δεν θα έπρεπε ποτέ να αποτελέσει αφορμή για όσα ακολούθησαν. Δεύτερον, όλοι γνωρίζουμε τις συναλλαγές σεξουαλικού τύπου που συμβαίνουν στα ξενοδοχεία ανάμεσα στους άνδρες πελάτες και στα κυκλώματα πορνείας, γιατί ειδικά τώρα τέτοιες αντιδράσεις; Ο Στρος-Καν είναι πολύ πιθανό ότι έχει ενεργήσει με παρόμοιο τρόπο σε πολλές περιπτώσεις σε Ευρώπη και Αμερική, γιατί ειδικά τώρα τέτοια ευαισθησία;

Η βασική αρχή, που η περιρρέουσα μισογυνική ατμόσφαιρα μας κάνει δυστυχώς να παραβλέπουμε, είναι ότι το γεγονός ότι κάτι παράνομο ή ανήθικο συμβαίνει συχνά δεν σημαίνει ότι πρέπει να μένουμε αδιάφοροι απέναντί του. Οι πράξεις και οι αντιδράσεις μας ας συνάδουν με αυτό που ως κοινωνία έχουμε δεχτεί: ότι κανείς δεν έχει δικαίωμα να μας επιβάλει να κάνουμε σεξ μαζί του αν δεν το επιθυμούμε.

Ακολουθήστε το Protagon στο Google News