569
|

Gotham city

Γιάννης Παπαδημητρίου Γιάννης Παπαδημητρίου 26 Ιανουαρίου 2011, 06:32

Gotham city

Γιάννης Παπαδημητρίου Γιάννης Παπαδημητρίου 26 Ιανουαρίου 2011, 06:32

Βράδυ Δευτέρας, βροχερό, απόμακρο, παράξενο και ασυνήθιστα άδειο. Οι δρόμοι εξ αρχής ήταν έρημοι, κίνηση πουθενά, ως πεζός περνούσες με κόκκινο τα φανάρια της Σταδίου, έπαιζες μπάλα με κουτάκι αναψυκτικού στις παρυφές της Πανεπιστημίου, φωτογραφιζόσουν στη μέση της Ακαδημίας. Οι καρέκλες και τα στουλ στα μαγαζιά του κέντρου μονολογούσαν τη μοναξιά τους. Λες κι όλη η πρωτεύουσα είχε λουφάξει σε μια υπνωτισμένη ακινησία. Ακόμη και η βροχή, από κάποια στιγμή και μετά, ξενέρωτη ήταν. Αυτό το μπασταρδεμένο «βρέχει-δεν βρέχει» που σου τσακίζει τα νεύρα. Είχαμε αφήσει τα αμάξια χαμηλά στην Ομήρου. Κανονική αυτοκινητοπομπή, αντροπαρέα μεγάλη που διψούσε για αλκοόλ. Για ουίσκι βασικά. Έπειτα από μια ποδαράτη περατζάδα στο Κολωνάκι –ψάχναμε κόσμο στα μπαρ όπως ψάχνουν για κέρματα και χρυσαφικά στην άμμο με ανιχνευτή μετάλλων- και μια αρμαθιά σφηνάκια, εγκαταλείψαμε την προσπάθεια. Με το σούρτα-φέρτα η ώρα είχε φτάσει τρεις. Ως άλλος Κύρος Γρανάζης, κάποιος πετάγεται και προτείνει το «Batman». Αν και είχαμε πολύ καιρό να πάμε, εκείνη τη στιγμή η ανακάλυψη μας φάνηκε ισάξια της Αμερικής.

Περιοχή Νέος Κόσμος, φωλιασμένο κάτω από μια πολυκατοικία. Μας άνοιξε την πόρτα ένας τύπος με φόρμα και κουκούλα, πορτιέρη δεν τον έλεγες. Λιμενεργάτη θύμιζε. Επουδενί δεν ήταν προστασία. Άλλωστε, στο Batman, προστασία δεν χρειάζεσαι. Μαγαζί μικρό, με μια μπάρα να κυριαρχεί. Πάνω της, ανάμεσα στα ποτήρια, τα τιγκαρισμένα τασάκια και τους φτηνούς αναπτήρες, βολτάρουν ο καημός αγκαζέ με την καψούρα, τα προβλήματα, η στενοχώρια, τα λάθη που συσσωρεύονται, ενίοτε ακούγεται και κανά γέλιο ως ηχώ της απόγνωσης. Ξενυχτάδικο με τα όλα του, αγκαλιάζει τους απανταχού προβληματισμένους. Σκυφτοί οι περισσότεροι, με κεφάλι ακουμπισμένο στο δεξί χέρι, μοιάζουν με το «The thinker», το άγαλμα του Ροντέν. Αυτοί είναι οι «drinkers», προχώ installation του οινοπνεύματος, περιστοιχισμένοι από πειρατικές νεκροκεφαλές και αφίσες του Τσε Γκεβάρα. Δεν σηκώνουν δηθενιές και υποκρισία, κάνουν ομαδική ψυχοθεραπεία υπό τους ήχους ελληνικής λαϊκής μουσικής. Και μόνο.

Καζαντζίδης, Μαρινέλλα, Πόλυ και Άκης Πάνου, Κηλαηδόνης, Αλεξίου, Διαμάντη, Μπιθικώτσης, Δούκισσα και τα ρέστα. Τα σαρανταπεντάρια του Μπάμπη (ιδιοκτήτης-Dj-μπάρμαν- αντιπροσωπεία ροζ πουκάμισων στην Ελλάδα (δεν το έχω δει ποτέ να φοράει άλλο χρώμα)-ψυχολόγος-συλλέκτης ανέκδοτων τραγουδιών-δεν ξέρω αν είναι παντρεμένος με την Cat woman) περιλαμβάνουν τα πάντα, αρκεί να είναι λαϊκά. «Μαζωνάκη; Σιγά μην παίξω και μεζονέτες ρε», θα πει γελώντας σε μια κοπέλα που ζήτησε το «με λένε Γιώργο, και ποτέ δεν τραγουδάω». Κατάλαβε ότι τη στενοχώρησε, το χιούμορ του δεν παλεύεται εύκολα. Αμέσως έκανε ρελάνς με πορτ πουρί από Στράτο. «Που’ σαι κοπελιά, για σένα ο Σαλονικιός…». Φιλόξενος και αυθόρμητος, στις παραγγελιές δεν χαλάει ποτέ χατίρι, επιμένει να ζει στο όραμα μιας άλλης εποχής. Κάποιος, όρθιος πάνω στο στουλ, με μια πουράκλα «Μάκη Ψωμιάδη» στο χέρι, και το κομπολόι με χάντρες θαλασσιές να κρέμεται από τον καρπό, του γράφει σε χαρτοπετσέτα (την υψώνει σαν πανό σε πορεία) να παίξει το «Αγέρας ήσουν», της Μαρινέλλας. Ο Μπάμπης του κλείνει το μάτι, το τραγούδι είχε κλειδώσει.

Στη σούρα επάνω, ο τύπος μόλις ακούει το «και να που φεύγεις, τρέχεις σαν σύννεφο στον άδειο ουρανό μου, κι ύστερα ανάμνηση θα μείνεις στο μυαλό μου», αρχίζει να φωνάζει βουρκωμένος «κλείστε τις πόρτες, κλείστε τις πόρτες» – μία πόρτα έχει το μαγαζί, κι αυτή είναι πάντα κλειστή. Μην αφήνετε να φεύγουν οι άνθρωποι που αγαπάτε. Γιατί μετά θα βλέπετε πόρτες, εκεί που δεν υπάρχουν. Όταν θα κλείνουν κι αυτές, θα «γδέρνεστε στην άγρια μοναξιά σας». Και δυστυχώς, δεν οδηγούν όλοι οι δρόμοι κάθε φορά στο «Batman». Η Gotham City του μυαλού δεν κοιμάται ήσυχη. Παραμονεύουν οι αναμνήσεις.

Ακολουθήστε το Protagon στο Google News