Στις αρχές του 2000, η Μαντλίν Ολμπράιτ, ως υπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ, ήταν το πρώτο υψηλό στέλεχος της αμερικανικής κυβέρνησης που συναντήθηκε με τον Βλαντίμιρ Πούτιν.
Ο Πούτιν, πρωθυπουργός της Ρωσίας από το 1999, είχε τη θέση του υπηρεσιακού προέδρου, όπως όριζε το ρωσικό Σύνταγμα, καθώς ο Μπόρις Γέλτσιν είχε παραιτηθεί.
Η πρώην υπουργός Εξωτερικών της κυβέρνησης Κλίντον (από το 1997 έως το 2001) περιγράφει, σε άρθρο της στους New York Times, τη συνάντησή τους. «Τότε δεν ξέραμε σχεδόν τίποτα για τον Πούτιν, παρά μόνο την καριέρα του στην KGB. Καθισμένη απέναντί του σε ένα μικρό τραπέζι στο Κρεμλίνο, μου έκανε από την πρώτη στιγμή εντύπωση πόσο διαφορετικός ήταν από τον προκάτοχό του. Εκεί που ο Γέλτσιν κολάκευε, γελούσε και καυχιόταν, ο Πούτιν μιλούσε χωρίς να αλλάζει η έκφρασή του, χωρίς συναίσθημα και χωρίς σημειώσεις, τονίζοντας πόσο αποφασισμένος ήταν να αναστήσει τη ρωσική οικονομία και να συντρίψει τους τσετσένους αντάρτες».
Στην πτήση της επιστροφής, η Ολμπράιτ έγραψε τις εντυπώσεις της στο σημειωματάριό της: «Ο Πούτιν είναι μικρόσωμος και χλωμός, τόσο ψυχρός, σχεδόν ερπετόμορφος. Ελεγε ότι καταλάβαινε γιατί έπρεπε να πέσει το Τείχος του Βερολίνου, αλλά δεν περίμενε να καταρρεύσει ολόκληρη η Σοβιετική Ενωση. Ο Πούτιν νιώθει ντροπή για αυτό που συνέβη στη χώρα του και είναι αποφασισμένος να αποκαταστήσει το μεγαλείο της».
Η Ολμπράιτ έγραψε ότι τους τελευταίους μήνες έχει ξαναθυμηθεί εκείνη την τρίωρη συνομιλία τους. Αναφέρθηκε επίσης στην «αλλόκοτη» τηλεοπτική του εμφάνιση, λέγοντας πως οι «παράλογοι» ισχυρισμοί του, ότι «η Ουκρανία είναι δημιούργημα της Ρωσίας», την οποία έκλεψαν από τη ρωσική αυτοκρατορία, συνάδουν με τη διεστραμμένη άποψη που έχει για τον κόσμο. «Το χειρότερο για μένα ήταν η προσπάθειά του να βάλει τις βάσεις για να δικαιολογήσει μία στρατιωτική εισβολή. Αν το κάνει, θα είναι ένα ιστορικό λάθος», σημείωσε η ίδια.
«Στα 20-τόσα χρόνια από τότε που συναντηθήκαμε, ο Πούτιν έχει χαράξει την πορεία του απορρίπτοντας τη δημοκρατική ανάπτυξη για να εφαρμόσει το εγχειρίδιο του Στάλιν. Εχει συγκεντρώσει όλη την πολιτική και οικονομική δύναμη στο πρόσωπό του, συντρίβοντας τον πολιτικό ανταγωνισμό, ενώ την ίδια στιγμή, επιχειρεί να επεκτείνει τη ρωσική σφαίρα επιρροής σε τμήματα της πρώην Σοβιετικής Ενωσης.
Οπως συνηθίζουν οι απολυταρχικοί ηγέτες, ταυτίζει το δικό του καλό με αυτό του έθνους και την αντιπολίτευση με προδοσία. Είναι πεπεισμένος ότι οι Αμερικανοί είναι ο καθρέφτης του κυνισμού του και της δίψας του για εξουσία και ότι σε έναν κόσμο όπου όλοι λένε ψέματα, δεν έχει καμία υποχρέωση να πει την αλήθεια. Και επειδή πιστεύει ότι οι ΗΠΑ κυριαρχούν στην περιοχή τους με τη βία, θεωρεί ότι και η Ρωσία έχει το ίδιο δικαίωμα στη δική της περιοχή», συνέχισε η Ολμπράιτ.
«Στόχος του ρώσου προέδρου ανέκαθεν ήταν να αποδυναμώσει το ΝΑΤΟ, να διχάσει την Ευρώπη και να την απομακρύνει από τις ΗΠΑ», τόνισε.
Και αντί να κάνει σπουδαία τη Ρωσία, η εισβολή στην Ουκρανία θα αφήσει τη χώρα του διπλωματικά απομονωμένη, οικονομικά παράλυτη και στρατηγικά ευάλωτη μπροστά σε μια ενωμένη και πιο ισχυρή δυτική συμμαχία.
Ενας πόλεμος, υπογράμμισε η Ολμπράιτ, θα καταστρέψει όχι μόνο την οικονομία της Ρωσίας, αλλά και τον στενό κύκλο των φίλων του ολιγαρχών, οι οποίοι (θεωρεί η Ολμπράιτ) θα τον αμφισβητήσουν και ίσως στραφούν εναντίον του.
Η υπόθεση δεν θα θυμίζει καθόλου την προσάρτηση της Κριμαίας το 2014, όταν η Δύση γύρισε το κεφάλι από την άλλη και ο Πούτιν έκανε περίπατο. Θα θυμίζει πολύ περισσότερο την αποτυχία της Ρωσίας στο Αφγανιστάν, τη δεκαετία του ’80.
Η πρώην υπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ θυμίζει ότι το αγαπημένο άθλημα του Πούτιν δεν είναι το σκάκι, αλλά το τζούντο και προβλέπει ότι ακόμα και αν ο Πούτιν δεν επιτεθεί τώρα στην Ουκρανία, θα ψάχνει και άλλες αφορμές στο μέλλον για να αυξήσει τη σφαίρα επιρροής του. Η απάντηση της Δύσης θα πρέπει να είναι το ενωμένο μέτωπο, οι ισχυρές διπλωματικές ενέργειες και η συνεχής οικονομική και στρατιωτική στήριξη της Ουκρανίας.
«Κατά την εμπειρία μου, ο Πούτιν δεν θα παραδεχθεί ποτέ ότι έκανε λάθος, όμως έχει αποδείξει ότι μπορεί να είναι υπομονετικός και πραγματιστής. Ξέρει επίσης καλά ότι αυτή η σύγκρουση με τους Δυτικούς τον έχει αφήσει να βασίζεται πλέον ακόμα περισσότερο στην Κίνα, αλλά ξέρει καλά ότι η Ρωσία δεν μπορεί να προοδεύσει αν δεν διατηρεί δεσμούς με τη Δύση. “Ναι, φυσικά μου αρέσει το κινέζικο φαγητό. Τα ξυλάκια έχουν πλάκα”, μου είχε πει σε εκείνη την πρώτη μας συνάντηση. “Ομως, αυτό δεν έχει σημασία. Δεν είναι η δική μας νοοτροπία, η οποία είναι ευρωπαϊκή. Η Ρωσία πρέπει να είναι σταθερά μέρος της Δύσης”».
Συνεχίζοντας, λέει ότι ο Πούτιν γνωρίζει ότι ένας νέος Ψυχρός Πόλεμος δεν θα πήγαινε καλά για τη Ρωσία. Οι ΗΠΑ έχουν ισχυρούς συμμάχους σε κάθε ήπειρο, την ώρα που οι φίλοι του Πούτιν είναι ο Αλεξάντερ Λουκασένκο, ο Κιμ Γιονγκ Ουν και ο Μπασάρ αλ-Ασαντ.
«Αν ο Πούτιν νιώθει ότι τον έχουν στριμώξει στη γωνία, φταίει ο ίδιος. Οπως είπε ο Τζο Μπάιντεν, οι ΗΠΑ δεν έχουν καμία διάθεση να αποσταθεροποιήσουν τη Ρωσία, γι’ αυτό έχουν προτείνει τον διάλογο. Η Ουκρανία έχει δικαίωμα εθνικής κυριαρχίας, όποιος και αν είναι ο γείτονάς της. Στη σύγχρονη εποχή, όλες οι μεγάλες χώρες πρέπει να το αποδεχθούν αυτό και ο Πούτιν επίσης. Αυτό είναι το μήνυμα της δυτικής διπλωματίας. Είναι η διαφορά ανάμεσα σε έναν κόσμο που διακυβερνάται από το κράτος δικαίου και έναν που δεν λογαριάζει κανένα δίκαιο» καταλήγει η Ολμπράιτ.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News