Κατά τους τελευταίους μήνες του Β’ Παγκόσμιου Πολέμου, πριν από 77 χρόνια, πολλές χιλιάδες Γερμανοί πολίτες, στρατιωτικοί αλλά κυρίως άμαχοι, έχασαν τη ζωή τους στα παγωμένα νερά της Βαλτικής Θάλασσας, όταν το υπερωκεάνιο «Βίλελμ Γκούστλοφ» βυθίστηκε, έχοντας χτυπηθεί από τορπίλες σοβιετικού υποβρυχίου.
Πρόκειται για την πιο πολύνεκρη ναυτική τραγωδία που έχει σημειωθεί ποτέ, «ωστόσο η ιστορία της είναι ελάχιστα γνωστή», αναφέρει σε κείμενό στο Smithsonian Magazine η Φρανσίν Ουενούμα, αναλαμβάνοντας να αποκαταστήσει αυτήν την ιστορική αδικία.
Καθώς συνεχιζόταν η επέλαση του Κόκκινου Στρατού στο Ανατολικό Μέτωπο τον Ιανουάριο του 1945, ήταν ξεκάθαρο πως η πλάστιγγα έγερνε προς την πλευρά των Συμμαχικών Δυνάμεων. Η κατάρρευση του Τρίτου Ράιχ ήταν αναπόφευκτη ενώ μεταξύ των αμάχων της Γερμανίας επικρατούσε φόβος και τρόμος κυρίως εξαιτίας των ιστοριών για τα εκδικητικά σοβιετικά στρατεύματα: «το φάσμα της αδυσώπητης τιμωρίας ώθησε πολλούς που ζούσαν στην πορεία του Κόκκινου Στρατού να εγκαταλείψουν τα σπίτια τους», σημειώνει η αμερικανίδα δημοσιογράφος.
Ενώπιον της επέλασης των Σοβιετικών τον Ιανουάριο του 1945 διατάχθηκε η έναρξη της επιχείρησης «Αννίβας», ήτοι της μεταφοράς αμάχων, τραυματιών, στρατιωτών και βοηθητικού προσωπικού από την Ανατολική Πρωσία (την οποία σύντομα επρόκειτο να μοιραστούν οι Πολωνοί και οι Σοβιετικοί) στα δυτικά της Γερμανίας, μέσω της Βαλτικής.
Χιλιάδες Γερμανοί και Γερμανίδες που προσπαθούσαν να διαφύγουν από τους Σοβιετικούς συνέρρευσαν στο Γκότενχαφεν (σημερινή Γκντίνια της Πολωνίας) όπου βρισκόταν αγκυροβολημένο το πρώην πολυτελές υπερωκεάνιο «Βίλελμ Γκούστλοφ».
«Μισή σωτηρία»
Ορδές ανθρώπων κατέφθαναν στην πόλη, ευελπιστώντας να καταφέρουν, αρχικά να φτάσουν στο λιμάνι και στη συνέχεια να επιβιβαστούν στο τεράστιο για την εποχή του πλοίο που επρόκειτο να τους απομακρύνει από την βαλλόμενη Ανατολική Πρωσία. «Ελεγαν πως ένα εισιτήριο για το “Γκούστλοφ” αποτελεί μισή σωτηρία. Ηταν η Κιβωτός του Νώε», είχε αναφέρει ο Χάινς Σουν, ένας από τους επιβάτες, μιλώντας στο Discovery Channel στις αρχές της δεκαετίας του 2000.
Ωστόσο το σοβιετικό ναυτικό καραδοκούσε την κατάλληλη στιγμή για να επιτεθεί, καταφέρνοντας τελικά να βυθίσει το γερμανικό υπερωκεάνιο την 30η Ιανουαρίου του 1945. Χάθηκαν περισσότερες από 9.000 ζωές ενώ τα θύματα του «Τιτανικού» ήταν λίγο περισσότερα από 1.500.
Οι περισσότεροι από τους 10.000 ανθρώπους που είχαν καταφέρει να επιβιβαστούν στο «Βίλελμ Γκούστλοφ» εκείνη την ημέρα, επρόκειτο, τελικά, να αφήσουν την τελευταία τους πνοή, μόλις λίγες ώρες μετά τον απόπλου του πλοίου.
«Οι ιστορίες των επιζώντων και η ανάμνηση των πολλών νεκρών χάθηκαν σε μεγάλο βαθμό στην ομίχλη του πολέμου που τερματιζόταν, εν μέσω εκτεταμένων καταστροφών και σε ένα κλίμα στο πλαίσιο του οποίου οι νικητές ήταν ελάχιστα διατεθειμένοι να εκφράσουν τη συμπάθειά τους σε ανθρώπους που είτε θεωρούσαν πως είναι ναζί είτε τους συσχέτιζαν με τους ναζί», αναφέρει η Φρανσίν Ουενούμα στο κείμενό της.
Πριν από το ξέσπασμα του Β’ Παγκόσμιου Πολέμου το 25.000 τόνων σκάφος είχε χρησιμοποιηθεί «για να προσφέρει στους Ναζί πολυτελή ωκεανοπλοΐα», είχε αναφέρει το Associated Press μετά την καθέλκυσή του το 1937 στο Αμβούργο.
Βαφτίστηκε «Βίλελμ Γκούστλοφ» (ενώ επρόκειτο να ονομαστεί «Αδόλφος Χίτλερ») προς τιμήν του ηγέτη των ναζί στην Ελβετία ο οποίος είχε δολοφονηθεί τον προηγούμενο χρόνο από έναν εβραίο φοιτητή Ιατρικής. Στην κηδεία του ο Χίτλερ είχε σημειώσει πως ο εκλιπών θα περιλαμβανόταν «στις τάξεις των αθανάτων μαρτύρων του έθνους μας».
Με το ξέσπασμα του πολέμου το πολυτελές κρουαζιερόπλοιο μετατράπηκε σε στρατώνα και παρέμεινε επί καιρό παροπλισμένο πριν ανακατασκευαστεί βιαστικά και μετατραπεί σε πλοίο μαζικής εκκένωσης.
Παρότι νωρίτερα η φυγή των Γερμανών από τις εστίες τους απαγορευόταν, έως το τέλος του Ιανουαρίου του 1945 δεν υπήρχε, πλέον, καμία εναλλακτική επιλογή. Η προέλαση των Σοβιετικών στα νότια μπλόκαρε τις χερσαίους οδούς, οπότε μπορούσαν να αποπειραθούν να ξεφύγουν μόνο δια θαλάσσης.
Ατακτη φυγή…
Αρχικά οι γερμανικές αρχές εξέδιδαν εισιτήρια τα οποία ελέγχονταν κατά την επιβίβαση στο «Βίλελμ Γκούστολφ», στη συνέχεια, ωστόσο, επικράτησε χάος και πανικός, με χιλιάδες εξουθενωμένους, πεινασμένους και απελπισμένους ανθρώπους να σπρώχνουν ο ένας τον άλλο για να επιβιβαστούν. Το πλοίο είχε ναυπηγηθεί για την κάλυψη των αναγκών λιγότερων από 2.000 επιβατών αλλά κατά τον απόπλου του την 30η Ιανουαρίου του 1945 επέβαινε τουλάχιστον πενταπλάσιος αριθμός ανθρώπων: περίπου 9.000 ήταν οι άμαχοι ενώ οι υπόλοιποι ένα σύνολο στρατιωτικών (κυρίως εκπαιδευόμενων στα υποβρύχια), μελών της Γκεστάπο και γυναικών της βοηθητικής υπηρεσίας του Ναυτικού.
Σχεδόν αμέσως οι ανώτεροι αξιωματικοί του «Βίλελμ Γκούστλοφ» κλήθηκαν να λάβουν μία μοιραία, όπως αποδείχθηκε, απόφαση: να πλεύσουν στα διάσπαρτα με νάρκες πιο ρηχά νερά κατά μήκος των ακτών ή στα βαθύτερα, κάτω από την επιφάνεια των οποίων παραμόνευαν τα σοβιετικά υποβρύχια;
Ο Πάουλ Βόλραθ, που είχε τον βαθμό του ανθυποπλοίαρχου στο γερμανικό υπερωκεάνιο έγραψε στα απομνημονεύματα του πως το «Βίλελμ Γκούστλοφ» είχε αποπλεύσει δίχως να συνοδεύεται από τα κατάλληλα, μικρότερα, σκάφη, «παρότι είχε κυκλοφορήσει προειδοποίηση για την παρουσία υποβρυχίων ακριβώς στην περιοχή από την οποία επρόκειτο να περάσουμε».
Με το που νύχτωσε αποφασίστηκε να ανάψουν τα φώτα πλοήγησης του πλοίου, γεγονός που βελτίωσε την ορατότητα αλλά συγχρόνως μετέτρεψε το κατάμεστο σκάφος σε ιδανικό στόχο για τα εχθρικά υποβρύχια.
Αργότερα την ίδια ημέρα, καθώς το πρώην κρουαζιερόπλοιο έπλεε δυτικά προς τη σχετική ασφάλεια του λιμανιού της γερμανικής πόλης Κίελο, ο Χίτλερ εκφώνησε το τελευταίο του ραδιοφωνικό διάγγελμα, διατάσσοντας το γερμανικό έθνος, περιλαμβανομένων των γυναικών και των κοριτσιών, να συνεχίσει να αντιστέκεται με σθένος. Μάλιστα τα λόγια του ναζιστή δικτάτορα αναμεταδόθηκαν και στο πλοίο που έπλεε προς την απόλυτη καταστροφή.
Τρεις τορπίλες με μηνύματα
Σύντομα το σοβιετικό υποβρύχιο S-13 με επικεφαλής τον Αλεξάντερ Μαρινέσκο (ο οποίος είχε πέσει στη δυσμένεια των ανωτέρων του εξαιτίας της καθυστερημένης έναρξης της αποστολής του λόγω της ροπής του προς το αλκοόλ) εντόπισε το φωτισμένο γερμανικό υπερωκεάνιο.
Ηταν ένας εύκολος στόχος για κάποιον που ήθελε πάση θυσία να βελτιώσει την εικόνα του, οπότε λίγο μετά τις 9 το βράδυ, το σοβιετικό S-13 εξαπέλυσε τρεις τορπίλες πάνω στις οποίες οι Σοβιετικοί είχαν γράψει μηνύματα όσον αφορά την επιθυμία τους να εκδικηθούν τη ναζιστική Γερμανία για τα δεινά που προκάλεσε στους λαούς της ΕΣΣΔ νωρίτερα κατά τη διάρκεια του πολέμου.
Από τις εκρήξεις επλήγησαν αρχικά τα δωμάτια του πληρώματος, στη συνέχεια ο χώρος της πισίνας που ήταν κατάμεστος με γυναίκες και, τελικά, το μηχανοστάσιο και τα κατώτερα καταστρώματα του πλοίου. Πολύ σύντομα το φλεγόμενο και βυθιζόμενο «Βίλελμ Γκούστλοφ» μετατράπηκε σε σκηνή ενός απέλπιδος αγώνα για επιβίωση, καθώς ακόμη και εκείνοι που δεν είχαν εγκλωβιστεί στο εσωτερικό του, αδυνατούσαν να το εγκαταλείψουν με ασφάλεια αφού δεν υπήρχε επαρκής αριθμός σωσιβίων λέμβων.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News