Υπήρξε η πρώτη χώρα της Κεντρικής Αμερικής που συμμετείχε σε τελική φάση Παγκοσμίου Κυπέλλου. Εντάξει, όλες οι άλλες είχαν αποχωρήσει από τους προκριματικούς – η θέση, ουσιαστικά, της χαρίστηκε. Αλλά το γεγονός παραμένει. Το 1938, στα γήπεδα της Γαλλίας, η Κούβα ήταν μια από τις 16 φιναλίστ. Που έγιναν 15, λόγω της προσάρτησης της Αυστρίας στη ναζιστική Γερμανία. Στον πρώτο γύρο απέκλεισε τη Ρουμανία, όμως στον δεύτερο έζησε έναν εφιάλτη. Εκείνο το 0-8 από τη Σουηδία έκανε χρόνια να το ξεπεράσει.
Εμεινε μακριά από τις τρεις επόμενες διοργανώσεις (1950, 1954, 1958). Υστερα ήρθε ο Φιντέλ Κάστρο. Αμέσως μετά την κατάληψη της εξουσίας (1959) το ποδόσφαιρο -που και ο ίδιος λάτρευε- πέρασε σε δεύτερη μοίρα. Το Εθνικό Ινστιτούτο Αθλητισμού, Φυσικής Αγωγής και Αναψυχής, που ίδρυσε, απαγόρευσε τον επαγγελματισμό και έστρεψε τους Κουβανούς σε άλλα σπορ. Κυρίως στην πυγμαχία και το μπέιζμπολ, όπου οι αθλητές του θα μπορούσαν να αντιμετωπίζουν και να ταπεινώνουν τον «αιώνιο» εχθρό. Επί δεκαετίες, οι «μάχες» Κούβας – ΗΠΑ στους Παναμερικανικούς και στους Ολυμπιακούς Αγώνες είχαν εξαιτερικό ενδιαφέρον για τη μικρή νησιωτική χώρα της Καραϊβικής, που απέχει 110 ναυτικά μίλια από τις ακτές της Φλόριντα.
Ο Κάστρο συνήθιζε να λέει πως «ο αθλητισμός είναι μια από τις δραστηριότητες που εκφράζουν καλύτερα την Επανάσταση», όμως δεν εννοούσε το ποδόσφαιρο, το οποίο μαράζωνε στο αυστηρά ερασιτεχνικό του καθεστώς, ενώ στον υπόλοιπο Κόσμο αναπτυσσόταν ραγδαία. Οι παίκτες που αγωνίζονταν στο «Καμπεονάτο Νασιονάλ», τη μόνη εθνική κατηγορία στην Κούβα (όλα τα άλλα πρωταθλήματα ήταν τοπικά), δεν υπέγραφαν συμβόλαια με τους συλλόγους τους, αλλά -όπως όλοι οι αθλητές όλων των σπορ- με τον INDER, τον κυβερνητικό φορέα αθλητισμού της χώρας, έναντι συμβολικής αμοιβής. Ακόμη κι όταν η χώρα επέστρεψε στους προκριματικούς του Μουντιάλ, κανένας δεν το παρατηρούσε. Τα «Λιοντάρια της Καραϊβικής» αποκλείονταν στον πρώτο, κιόλας, γύρο.
Το ίδιο συνέβη την περασμένη εβδομάδα, που η Κούβα ηττήθηκε και στα δύο της παιχνίδια, στην προκριματική φάση του Παγκοσμίου Κυπέλλου 2022. Την Τετάρτη από τη Γουατεμάλα (1-0) και χθες (Κυριακή) από το Κουρασάο (2-1, με τον Μπένσοπ του Απόλλωνα Σμύρνης να σκοράρει το νικητήριο γκολ της ομάδας του). Αλλά με μια -ιστορική- διαφορά: οι κλήσεις του ομοσπονδιακού προπονητή περιελάμβαναν και επαγγελματίες κουβανούς ποδοσφαιριστές, που βγάζουν το ψωμί τους στο εξωτερικό. Πριν από μερικές μέρες η υπουργός Εργασίας, Μάρτα Ελένα Φέιτο Καμπρέρα, ανακοίνωσε οτι, πλέον, η ιδιωτική πρωτοβουλία είναι ευπρόσδεκτη σε 2.000 επαγγέλματα και τομείς οικονομικής δραστηριότητας. Και, σύμφωνα με τους Financial Times, αυτό το «παράθυρο» που άνοιξε η Κούβα στον καπιταλισμό αφορά και τον αθλητισμό.
Στο παιχνίδι με τη Γουατεμάλα έκανε το ντεμπούτο του ο Ονέλ Χερνάντες, συμπαίκτης του Δημήτρη Γιαννούλη στη Νόριτς. Ο 27χρονος, που από πολύ μικρός ζει στη Γερμανία με την οικογένειά του, το 2019 βοήθησε τον αγγλικό σύλλογο να κερδίσει τον προβιβασμό του στην Πρέμιερ Λιγκ, και έγινε ο πρώτος Κουβανός που αγωνίστηκε στο κορυφαίο πρωτάθλημα της Ευρώπης. Τη φανέλα της εθνικής ομάδας της Κούβας φόρεσε (στα 37 του!) και ο Τζοέλ Απεζτεγκούια, ο οποίος αγωνίζεται στην Τρε Φιόρι του Σαν Μαρίνο. Εφυγε από τη χώρα του στα 24, μαζί με τον πατέρα του που πήγε να διευθύνει ένα εστιατόριο στην Ισπανία. Επίσης, ο Χόρχε Λουίς Κοράλες, ο 29χρονος αμυντικός που παίζει στην Τούλσα, στη δεύτερη επαγγελματική λίγκα των ΗΠΑ. Το 2015 του είχε χορηγηθεί βίζα για να ζήσει στο Μαϊάμι με τους γονείς του.
Υπάρχουν κι άλλοι κουβανοί ποδοσφαιριστές που κάνουν καριέρα στο εξωτερικό, αλλά δεν πρόλαβαν τις διαδικασίες ενσωμάτωσης στην εθνική τους ομάδα. Δεν πειράζει. Αλλωστε, ο ρεαλιστικός στόχος της Κούβας είναι να δει το αντιπροσωπευτικό της συγκρότημα στο διευρυμένο (με 48 φιναλίστ) Παγκόσμιο Κύπελλο του 2026, το οποίο θα συνδιοργανώσουν οι ΗΠΑ, ο Καναδάς και το Μεξικό.
Στις αρχές των ’60s ο 35χρονος (τότε) Ερνέστο -Τσε- Γκεβάρα, υπουργός της επαναστατικής κυβέρνησης του Κάστρο, έγραφε στη μητέρα του: «Βαριέμαι φρικτά. Κανείς εδώ δεν παίζει ποδόσφαιρο, και σιχαίνομαι το μπέιζμπολ». Το αργεντίνικο αίμα του «έβραζε» για μπάλα. Είχε φτάσει στο σημείο να διοργανώνει αυτοσχέδιους αγώνες: Αθεοι – Χριστιανοί και Ρομπούστο – Πινάρ ντελ Ρίο (ποικιλίες καπνού για πούρα). Αλλά και οι ντόπιοι, ιδίως οι νεαρότεροι, που παρακολουθούσαν αγώνες από τα παράνομα δορυφορικά τους πιάτα, ζήλευαν τη γειτονική Τζαμάικα. Που όχι μόνο συμμετείχε στο Παγκόσμιο Κύπελλο του 1998 στη Γαλλία, αλλά και νίκησε την Ιαπωνία.
Τώρα φαίνεται πως η εξορία του επαγγελματικού ποδοσφαίρου στην Κούβα τελειώνει. Μαζί της, και η στέρηση των κουβανών φιλάθλων. Που μάταια περίμεναν από τον λατρεμένο τους Μαραντόνα να αγγίξει με το μαγικό του χέρι -αυτό «του Θεού»- τους ερασιτέχνες παίκτες της χώρας και να τους κάνει άξιους να πάνε σε ένα Μουντιάλ.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News