Κακοβαλμένα, καμένα τούβλα ξεπηδούν σαν χοντροκομένα εξογκώματα πάνω στον μακρύ τοίχο ενός συγκροτήματος φοιτητικών διαμερισμάτων στο Κέιμπριτζ της Μασαχουσέτης, κατά μήκος του ποταμού Τσαρλς: «Τα χειρότερα τούβλα στον κόσμο», είναι η φράση με την οποία ο Αλβαρ Ααλτο περιέγραψε τα τοπικά υλικά της Νέας Αγγλίας, που χρησιμοποίησε για τους κοιτώνες του Μπέικερ Χάουζ στο Ινστιτούτο Τεχνολογίας της Μασαχουσέτης το 1947. Στην πραγματικότητα, όμως, ήταν ένα κομπλιμέντο, γιατί ο διάσημος φινλανδός αρχιτέκτονας αγαπούσε την μαυρισμένη και άγρια υφή τους, που τα έκανε να μοιάζουν με τραχύ τουίντ, έγραψε πριν λίγο καιρό στον Guardian ο Ολιβερ Γουέινραϊτ.
Ο «βλογιοκομμένος» τοίχος είναι ένα από τα πολλά παράξενα και όμορφα πράγματα που παρουσιάζει ένα νέο ντοκιμαντέρ μεγάλου μήκους για τον Αλβαρ Ααλτο, τον πιο διάσημο αρχιτέκτονα της Φινλανδίας και έναν από τους πιο διάσημους αρχιτέκτονες του 20ού αιώνα παγκοσμίως, ο οποίος έκανε καριέρα έχοντας εμμονή στις λεπτομέρειες των υλικών. Πάντα σκεφτόταν την εμπειρία της κίνησης των ανθρώπων μέσα σε ένα κτίριο, και μελετούσε την παραμικρή λεπτομέρεια, από την αίσθηση που έχει το χερούλι μιας πόρτας όταν ντυθεί με δέρμα, μέχρι την ευχαρίστηση που μπορεί να προσφέρει στο μάτι ένα παραμορφωμένο τούβλο.
Το ντοκιμαντέρ ακολουθεί τα βήματα μιας σειράς άλλων ταινιών για μεγάλους σύγχρονους δημιουργούς και είναι κάτι ανάμεσα στην αναζήτηση του πραγματικού Λούις Καν, από τον γιο του, και την βιογραφία του λόρδου Νόρμαν Φόστερ: είναι γεμάτο θαυμασμό για το έργο του χαρισματικού Φινλανδού, με ονειρικά πλάνα από τα κτήρια του, αποκαλύπτει, όμως επίσης τις λιγότερο συμπαθητικές πλευρές του.
Εργο της σκηνοθέτριας Βίρπι Σουούταρι, η ταινία δίνει έμφαση στη συμβολή των συζύγων του Ααλτο -πρώτα της Αϊνο και στη συνέχεια της Ελίσα- των οποίων το έργο, αν και ζωτικής σημασίας, έχει υποβαθμιστεί στο πλαίσιο της γνωστής αφήγησης για την ανδρική ιδιοφυΐα. Ενας από τους πολλούς αφηγητές, που εμφανίζονται στο φιλμ, περιγράφει την Αϊνο ως «απαραίτητο στοιχείο εξισορρόπησης» στην κατά τα άλλα «μποέμ και ακανόνιστη» ζωή του Ααλτο. Ωστόσο στη συνέχεια είναι προφανές ότι η Αϊνο ήταν, στην πραγματικότητα, κομβικό πρόσωπο του αρχιτεκτονικού γραφείου του Ααλτο. Και η «ζωή του μποέμ» είναι ένας διπλωματικός τρόπος περιγραφής.
Εκτός από αρχιτέκτονας, η Αϊνο Ααλτο ήταν επίσης εκπαιδευμένη ξυλουργός, κάτι που δεν ήταν ο Αλβαρ. Σχεδίασε πολλούς από τους εσωτερικούς χώρους των κτιρίων τους και ασχολήθηκε με τη δημιουργία των πρωτοποριακών επίπλων με μασίφ ξύλο που έκαναν το Aalto διάσημο όνομα διεθνώς. Ηταν επίσης η επικεφαλής designer και διευθύνουσα σύμβουλος της Artek, της εταιρείας, που ίδρυσαν το 1935 για την κατασκευή των οικιακών τους προϊόντων, παράγοντας εκατοντάδες σχέδια υφασμάτων φωτιστικών και γυαλικών, πολλά από τα οποία πωλούνται ακόμη, ενώ αντιγράφηκαν από αμέτρητες άλλες εταιρείες έκτοτε.
Προφανώς η συμβολή της ήταν μεγάλη και στην αρχιτεκτονική: «Ανεξάρτητα από το ποιος υπέγραφε τα σχέδια, λειτουργούσαν σαφώς ομαδικά», λέει ένας αφηγητής. «Δεν θα μάθουμε ποτέ πού ήταν η διαχωριστική γραμμή ανάμεσά τους».
Η Αϊνο πήγαινε κάθε μέρα στη δουλειά ενώ ο Αλβαρ έμενε στο σπίτι. «Θυμάμαι ότι είχε ατελείωτο χρόνο στη διάθεσή του», λέει η κόρη του, ενώ κοιτάζει φωτογραφίες του πατέρα της, που χαλαρώνει κάνοντας ηλιοθεραπεία στην παραλία. Κάθε τόσο έκανε διάλειμμα για καφέ, μετά πήγαινε στο γραφείο του για να σχεδιάσει μια ή δύο γραμμές και στη συνέχεια επέστρεψε στην παραλία. Η Αϊνο, εν τω μεταξύ, δούλευε ασταμάτητα. «Ο Αλβαρ πίστευε ότι δουλειά της Αϊνο ήταν πρώτα να φροντίζει εκείνον, μετά τα παιδιά και μετά τη δουλειά της», λέει κάποιος.
Στην ταινία ακούγονται επίσης επιστολές, που αντάλλασσε το ζευγάρι όταν ταξίδευαν χωριστά στο εξωτερικό για δουλειά, στις οποίες υπάρχουν υπαινιγμοί για «γυναικοδουλειές» του Ααλτο. «Πρέπει να διαπράξεις πολλές αμαρτίες για να πατσίσουμε», της γράφει, και «Μερικές φορές έχω μαζέψει ανθρώπους από τους δρόμους». Ενα άλλο γράμμα τελειώνει με τη φράση: «Μετά στο κρεβάτι. (Χωρίς κορίτσια)». Ενας άλλος αφηγητής θυμάται την «ερωτική προσέγγιση στη ζωή και τη δουλειά» του αρχιτέκτονα, με πλάνα από γυμνόστηθες χορεύτριες σε κάποιο καμπαρέ.
Ισως έμαθε αυτή τη συμπεριφορά από τον Φρανκ Λόιντ Ράιτ. Στο ντοκιμαντέρ ακούγεται ότι ο Ααλτο «άλλαξε εντελώς ως άτομο» μετά τη συνάντησή τους. Η φιλία του με τον Λόρανς Ροκφέλερ οδήγησε σε μια έκθεση στο Μουσείο Μοντέρνας Τέχνης στη Νέα Υόρκη το 1938, η οποία έφερε το brand Aalto στο προσκήνιο. Και το Φινλανδικό Περίπτερό τους στην Παγκόσμια Εκθεση της Νέας Υόρκης την επόμενη χρονιά έκανε τόσο μεγάλη αίσθηση, ώστε τα Aalto έγιναν τα πιο δημοφιλή μοντέρνα έπιπλα στις ΗΠΑ μέχρι τα τέλη της δεκαετίας του 1940.
Μετά τον θάνατο της Αϊνο από καρκίνο το 1949, ο Ααλτο αφιερώνεται εντελώς στη δουλειά και κερδίζει σημαντικούς διαγωνισμούς για το Πανεπιστήμιο Τεχνολογίας του Ελσίνκι, το Εθνικό Ινστιτούτο Συντάξεων και το Δημαρχείο Säynätsalo, ένα γοητευτικό συγκρότημα μέσα σε ένα δάσος: «Οι άνθρωποι ανήκουν στη φύση όπως τα πεύκα και οι σημύδες», είπε ο Ααλτο. «Από εκεί προέρχεται η κλίμακα. Δεν μπορώ να το αγνοήσω. Δεν μπορώ να μετατρέψω τους ανθρώπους σε γίγαντες ή νάνους. Πρέπει να συμμορφωθώ με τις τρέχουσες ανθρώπινες διαστάσεις».
Τη δεκαετία του 1950, ασχολήθηκε με την τυποποιημένη κατοικία στη Γερμανία, φέρνοντας μια αίσθηση ανθρωποκεντρικής ευελιξίας στα σχέδια, επιτρέποντας στο σύστημα να τροποποιείται σύμφωνα με τις ιδιαιτερότητες της τοποθεσίας. Μισούσε αυτό που αποκαλούσε «χυδαία λειτουργικότητα» των προκατασκευασμένων κατοικιών της εποχής, προτιμώντας να εισαγάγει καμπύλες και ακανόνιστες γωνίες όπου είναι δυνατόν. Βλέποντας κανείς τα κτίριά του σήμερα, τη σχολαστική αφοσίωσή του στη λεπτομέρεια και τη χρήση φυσικών υλικών, εντυπωσιάζεται ακόμη περισσότερο, σε σύγκριση με το πόσο μονότονη και συστηματοποιημένη είχε γίνει η σύγχρονη κατασκευή.
Η δεύτερη σύζυγός του, η Ελίσα, αναφέρεται λιγότερο στην ταινία, αποκαλύπτεται, ωστόσο, ότι ο κυριαρχικός αρχιτέκτονας προσπάθησε να τη διαμορφώσει σύμφωνα με το καλούπι της Αϊνο, αλλάζοντας ακόμη και το χτένισμα της και επιμένοντας να φοράει μόνο ασπρόμαυρα ρούχα. Και φαίνεται ότι η παρουσία της ήταν εξίσου σημαντική για το γραφείο καθώς τα τελευταία 10 χρόνια της ζωής του Ααλτο ανέλαβε την καλλιτεχνική διεύθυνση.
Προς το τέλος της ζωής του, ο φινλανδός αρχιτέκτονας έγινε πιο εσωστρεφής και πικρός για ό,τι θεωρούσε έλλειψη εκτίμησης στην πατρίδα του, παρά τη διεθνή του φήμη. Καθώς οι παραγγελίες λιγόστευαν, στρεφόταν όλο και περισσότερο στο αλκοόλ αποσυρμένος στο κουκούλι του γραφείου του. Εκπόνησε ένα μεγάλο σχέδιο για το κεντρικό Ελσίνκι, αλλά μόνο ένα μέρος του, το Finlandia Hall, κατασκευάστηκε και ολοκληρώθηκε το 1971, πέντε χρόνια πριν από το θάνατό του.
Στα τέλη της δεκαετίας του 1960, ο πειραματικός, ριζοσπαστικός Ααλτο της δεκαετίας του 1930 θεωρείτο πλέον συντηρητικός δεινόσαυρος, απέναντι στον οποίο οι νεότερες γενιές ένιωθαν ότι έπρεπε να επαναστατήσουν. Και για τους αριστερούς κριτικούς, ήταν ο καπιταλιστής σχεδιαστής τραπεζών, εργοστασίων και κεντρικών γραφείων.
Info
- Το ντοκιμαντέρ «Aalto» προβλήθηκε την περασμένη άνοιξη στο πλαίσιο του Architecture on Film, ένα πρόγραμμα που επιμελήθηκε το Architecture Foundation της Βρετανίας σε συνεργασία με το Barbican Cinema On Demand
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News