«Τελευταίος μάρτυρας μιας εποχής που πέρασε ανεπιστρεπτί» για τις ΗΠΑ, και στην πολιτική και στη λογοτεχνία, ήταν ο Λόρενς Φερλινγκέτι. Συνδύαζε τη λυρικότητα με την ιδεολογική οξύτητα και ήταν «ο πιο πολιτικός» από την περιβόητη γενιά των μπίτνικ. Μας αποχαιρέτησε προσφάτως για πάντα αφού έκλεισε έναν αιώνα ζωής.
Η Repubblica τον ξεχωρίζει από τους υπόλοιπους λογοτέχνες και μποέμ τύπους εκείνης της περιόδου (δεκαετίες του ’50 και του ’60), εποχής κοσμογονικής για την Αμερική καθώς η κοινωνία της άλλαζε. Οι όποιες φιλελεύθερες τροπές, και στον βαθμό που παγιώθηκαν μέχρι τα χρόνια μας στο κοινωνικό σώμα των ΗΠΑ, έγιναν και με τη βοήθεια των παραπάνω – περιθωριακών στοιχείων τότε. Το Σαν Φρανσίσκο, πρωτοπορία στην καλιφορνέζικη διανόηση, δεν ήταν τυχαία ο τόπος δράσης του Φερλινγκέτι (και πόλος έλξης όλης της παρέας).
Με ιταλική, εκ πατρός, καταγωγή, ο Φερλινγκέτι «ήταν ένας ευγενής επαναστάτης, που αγαπούσε εξίσου και την ευρωπαϊκή και την αμερικανική κουλτούρα», αναγνωρίζοντας τον κοινό τόπο σε μεγέθη όπως «ο Μποντλέρ και ο Χέμινγουεϊ ή ο Μαλαρμέ και ο Ντος Πάσος». Ετσι ο τίτλος του σχολίου του Αντόνιο Μόντα αποτίει φόρο τιμής στον εγγενή ευρωπαϊσμό του ποιητή, χωρίς να είναι μομφή για τον επίσης εγγενή αμερικανισμό του: «Ο επαναστάστης που ονειρεύτηκε την Ευρώπη από την Αμερική».
Αν ο Τζακ Κέρουακ με το μυθιστόρημα «Στον δρόμο» ή ο Αλεν Γκίνσμπεργκ με το ποιητικό «Ουρλιαχτό» ή και ο Γουίλιαμ Μπάροουζ με το συνολικό έργο του αλλά κυρίως με τον εξτρεμιστικό βίο του κατέστησαν για τη μάζα των Αμερικανών οι εμβληματικές περσόνες των μπίτνικ, ο Φερλινγκέτι αντιπροσώπευε κάτι διακριτικότερο και ίσως βαθύτερο, που αντλούσε ακόμη και από την αρχαία σωκρατική πρακτική. Να, η Repubblica δίνει μία ωραία φράση, που θα του άρεσε και του Φερλινγκέτι αν μπορούσε να τη διαβάσει: «Πίστευε στη μαιευτική και καθαρτήρια δύναμη της λέξης». (Τι ωραίο κατευόδιο, σχεδόν επίγραμμα για το μνήμα!)
Στον βίο του υπήρξαν κομβικά περιστατικά. Ενα από αυτά συνέβη το σωτήριον έτος 1956, όταν η αμερικανική νομοθεσία διατηρούσε στη ζωή διατάξεις που στην κοινωνία, αν δεν είχαν πεθάνει, έπνεαν τα λοίσθια. Τότε το «Ουρλιαχτό», που κατόπιν χάρισε μεγάλη φήμη στον Γκίνσμπεργκ, προσέφερε την εμπειρία της φυλακής στον εκδότη του, δηλαδή στον Φερλινγκέτι. Η κατηγορία αφορούσε τη διασπορά αισχροτήτων… Ηταν μία παρένθεση από αυτές που αν δεν χαλυβδώνουν φρονήματα, τουλάχιστον βοηθούν στην αποθησαύριση εμπειριών λογοτεχνικά αξιοποιήσιμων.
Οσο για το τι πραγματικά ήταν το «μπιτ κίνημα» (παρέα) για τον ποιητή, «μα, ένας απολύτως αναγκαίος τρόπος να ζεις γεμάτος από ενεργητικότητα, ελεύθερος και με γλυκύτητα, χωρίς δεσμεύσεις». Το ιταλικό Μέσο γράφει επίσης ότι η πορεία του μέχρι το βαθύ γήρας και τον θάνατό του ήταν μία διαδικασία επίγνωσης και, συνακολούθως, αναθεωρητισμού, αφού τα πάντα υπόκεινται στον νόμο της φθοράς: «Στην ωριμότητά του εγκατέλειψε τις αναρχικές θέσεις, έγινε ο πιο μετριοπαθής όλης της ομάδας, κατέκτησε με την ηπιότητά του τη συμπάθεια και την αναγνώριση και άλλων συγγραφέων, όπως ο Χένρι Μίλερ.
»Τον τελευταίο καιρό μάλιστα είχε προσεγγίσει τις θέσεις της παλιάς σοσιαλδημοκρατίας, την οποία στα νιάτα του είχε θεωρήσει ένοχη προδοσίας των καθαρών επαναστατικών ιδεών»… (Και από εδώ θα μπορούσε να βγει άλλο ένα επίγραμμα για το μνήμα του τελευταίου των μπίτνικ: «Στην ωριμότητά του εγκατέλειψε τις αναρχικές θέσεις».)
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News