Διήρκεσαν περισσότερο από κάθε άλλη χρονιά. Ηταν πρωτόγνωρο για τα μεγάλα ευρωπαϊκά πρωταθλήματα, ιδίως για το αγγλικό, ποδοσφαιριστές να φεύγουν και να έρχονται ενώ οι ομάδες είχαν, ήδη, πέσει στη μάχη της Premier League. Ας όψεται ο κορονοϊός. Αυτός ευθύνεται που οι θερινές μεταγραφές πάτησαν στον Οκτώβριο, αλλά και για τον εξαιρετικά χαμηλό τζίρο τους.
Διότι, ακόμη και αν οι λίγκες ολοκληρωθούν κανονικά εφέτος (2020-2021), κανείς δεν μπορεί να πει με βεβαιότητα αν και πότε τα γήπεδα θα γεμίσουν, ξανά, με κόσμο. Οι επιχειρηματίες του ποδοσφαίρου κλήθηκαν να επενδύσουν χωρίς να γνωρίζουν αν μπορούν να υπολογίζουν σε μια από τις βασικές πηγές εσόδων των εταιρειών τους: τις εισπράξεις από τα εισιτήρια.
Μόνον οι αγγλικοί σύλλογοι τόλμησαν να ξοδέψουν ένα σεβαστό ποσό, μόλις 7% χαμηλότερο από εκείνο που είχαν εκταμιεύσει πέρυσι το καλοκαίρι, όταν ακόμη η Covid-19 δεν είχε επιτεθεί στις ζωές μας. Πραγματοποίησαν μεταγραφές συνολικής αξίας 1,1 δισεκατομμυρίων ευρώ, σύμφωνα με το SkySports. Εάν αφαιρέσουμε τα χρήματα που έφεραν στα ταμεία τους οι πωλήσεις παικτών, η καθαρή δαπάνη ανέρχεται σε 740 εκατομμύρια ευρώ.
Η Premier League έδωσε τα τριπλάσια από ό,τι η La Liga, η Bundesliga και η Ligue 1, και τα διπλάσια από τη Serie A. Μάλιστα, οι ισπανικοί και οι γερμανικοί σύλλογοι εισέπραξαν περισσότερα από πωλήσεις δικών τους ποδοσφαιριστών, απ’ όσα δαπάνησαν για να αποκτήσουν νέους. Διόλου τυχαία, στην Ισπανία και τη Γερμανία τα έσοδα από τα εισιτήρια των αγώνων αντιστοιχούν σε σημαντικά μεγαλύτερο ποσοστό επί του συνόλου, σε σύγκριση με άλλα πρωταθλήματα όπου η τηλεόραση φέρνει τα περισσότερα χρήματα στις ομάδες.
Οι Γερμανοί ήταν, ανέκαθεν, πολύ φειδωλοί στις μεταγραφές. Αυτοί που έριξαν το μεταγραφικό τους μπάτζετ στο μισό, σύμφωνα με την επενδυτική Carteret Analytics, είναι οι Ισπανοί. Για πρώτη φορά εδώ και τέσσερις δεκαετίες η Ρεάλ Μαδρίτης απείχε από το «παζάρι». Υποδέχτηκε μόνον τους Αντρέι Λουνίν, Αλβαρο Οντριοθόλα και Μάρτιν Εντεγκααρντ, που επέστρεψαν από τον δανεισμό τους. Στο πρωτοσέλιδό της η AS δημοσίευσε φωτογραφίες της ομάδας του 1980 και εκείνης του 2020, με τίτλο στο σχετικό ρεπορτάζ: «Η Ρεάλ Μαδρίτης επέστρεψε στο 1980».
Ούτε η Μπαρτσελόνα κινήθηκε πολύ ζωηρά, με εξαίρεση τα 60 εκατ. ευρώ που κατέβαλε στη Γιουβέντους για την απόκτηση του Μίραλεμ Πιάνιτς. Στο χρονικό διάστημα που το «Καμπ Νου» είναι άδειο από κόσμο, έχει χάσει πάνω από 100 εκατ. ευρώ, ενώ τα χρέη της προς τις τράπεζες πλησιάζουν το μισό δισεκατομμύριο. Δεν κατάφερε να ολοκληρώσει ούτε τη «σίγουρη» μεταγραφή του Μέμφις Ντεπάι.
Την περασμένη Δευτέρα ο 26χρονος ολλανδός επιθετικός αναμενόταν στη Βαρκελώνη για να υπογράψει συμβόλαιο, όμως η La Liga δεν επέτρεψε στους «Μπλαουγκράνα» να προχωρήσουν σε αυτό το deal επειδή (όπως έγραψε η Sport) ο σύλλογος έχει υπερβεί το όριο της επιτρεπόμενης δαπάνης για τη μισθοδοσία των παικτών του. Ισως δεν τα υπολόγισε καλά τα πράγματα, όταν άφησε τον Λουίς Σουάρες ελεύθερο να πάει στην Ατλέτικο. Τώρα οι οπαδοί της θα βλέπουν να φορά τη φανέλα με το «9», του ουρουγουανού γκολτζή, ο 29χρονος δανός επιθετικός, Μάρτιν Μπρέθγουεϊτ. Ο οποίος έχει σκοράρει μόνο μια φορά σε 11 ματς που έχει αγωνιστεί.
Η Παρί, μια από τις καλύτερες πελάτισσες των ατζέντηδων, ξόδεψε μόλις 56 εκατ. ευρώ. Τα 50 από αυτά για τον αργεντινό «στράικερ», Μάουρο Ικάρντι (της Ιντερ). Η Μπάγερν Μονάχου, ο πιο εύρωστος -οικονομικά- σύλλογος της Ευρώπης, έδωσε 45 εκατ. ευρώ για τον Λιρόι Σανέ (της Μάντεστερ Σίτι). Η Γιουβέντους κατέβαλε στην Μπαρτσελόνα για τον Αρτούρ περίπου όσα εισέπραξε από εκείνη για τον Πιάνιτς, κι άλλα 11 εκατ. ευρώ για έναν ταλαντούχο μέσο της Ουντινέζε (Μαντραγκόρα). Ολοι οι άλλοι πήγαν στο Τορίνο δανεικοί.
Μόνον οι Αγγλοι… έσωσαν την τιμή αυτής της μεταγραφικής περιόδου, που άρχισε με την προοπτική της μετακίνησης του Λιονέλ Μέσι αλλά αποδείχτηκε η πιο αδιάφορη των τελευταίων ετών. Η Τσέλσι του Αμπράμοβιτς δαπάνησε τα περισσότερα απ’ όλους. Σχεδόν 230 εκατ. ευρώ, για να φέρει στο «Στάμφορντ Μπριτζ» πέντε εξαιρετικούς παίκτες: τον Κάι Χάβερτς, τον Τίμο Βέρνερ, τον Μπεν Τσίλγουελ, τον Χακίμ Ζίγιεχ και τον Εντουάρ Μεντί. Οι τρεις πρώτοι περιλαμβάνονται στο Top-10 των ακριβότερων μεταγραφών αυτού του καλοκαιριού. Ο 21χρονος μεσοεπιθετικός Χάβερτς, που κατέχει την πρώτη θέση της λίστας, αποκτήθηκε από τη Λεβερκούζεν έναντι 80 εκατ. ευρώ.
Η Μάντσεστερ Σίτι ξόδεψε, κι εφέτος, αρκετά. Κυρίως για τον 23χρονο πρώην αρχηγό της Μπενφίκα, Ρούμπεν Ντίας, για τον οποίο πλήρωσε σχεδόν 70 εκατ. ευρώ, με την ελπίδα οτι ο παίκτης αυτός θα καταφέρει να σουλουπώσει την άμυνά της. Από τη μέρα που ο Πεπ Γκουαρντιόλα έπιασε δουλειά στο Μάντσεστερ, η Σίτι έχει δαπανήσει για αμυντικούς πάνω από 450 εκατ. ευρώ, χωρίς θετικό αποτέλεσμα μέχρι στιγμής. Δραστήρια ήταν και η Γιουνάιτεντ. Πήρε τον Εντισον Καβάνι από την Παρί, τον Αλεξ Τέλες (27χρονος αριστερός μπακ) από την Πόρτο, και τον Αμαντ Τραορέ. Ο 18χρονος εξτρέμ – wonderkid της Αταλάντα θα παραμείνει στο Μπέργκαμο για μερικούς μήνες και θα εμφανιστεί στο «Ολντ Τράφορντ» μετά τον Ιανουάριο του 2021. Η Αστον Βίλα, η Εβερτον, η Τότεναμ, πραγματοποίησαν -κι αυτές- εξαιρετικές μεταγραφές.
Αλλά καμία από τις εφετινές μετακινήσεις, στην Αγγλία ή αλλού, δεν συζητήθηκε, δεν έδωσε τροφή στη φαντασία, όσο εκείνες των προηγούμενων ετών: του Κριστιάνο Ρονάλντο, του Εμπαπέ, του Νεϊμάρ, του Γκριεζμάν, ή -παλαιότερα- του Γκάρεθ Μπέιλ, του πρώτου παίκτη που κόστισε πάνω από 100 εκατομμύρια ευρώ. Την περνάει βαριά, την Covid-19, το ποδόσφαιρο. Και το «αγγλικό αντίδοτο» δεν αρκεί για να το θεραπεύσει.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News