Οτι διανύουμε εποχή σινοαμερικανικών «πολεμικών ανακοινωθέντων» είναι σίγουρο. Το θέμα είναι για τι είδους πόλεμο μιλάμε. Μόνο «εμπορικό»; Πρόκειται για τον Ψυχρό Πόλεμο του 21ου αιώνα; Ή μήπως θα έχουμε και θερμά επεισόδια;
Ως γνωστόν, ΗΠΑ και Κίνα έχουν ανταλλάξει κατηγορίες για την προέλευση του ιού που γονάτισε υγειονομικά συστήματα και εθνικές οικονομίες, στη Δύση κυρίως. Οι Αμερικανοί ισχυρίζονται ότι ο κορονοϊός παρήχθη σε εργαστήριο της Γουχάν, στον τόπο δηλαδή που υπήρξε κοιτίδα της πανδημίας, ενώ οι Κινέζοι εξαπέλυσαν ακόμη και την κατηγορία ότι οι ΗΠΑ έστειλαν τον ιό στην Κίνα μέσω στρατεύματος το οποίο είχε φιλοξενηθεί στη Γουχάν για ένα διεθνές στρατιωτικό μίτινγκ.
Την περασμένη εβδομάδα ο αμερικανός πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ υπογράμμισε ότι τον πλανήτη απειλεί «το λάθος» της Κίνας, το μεγάλο λάθος, αυτό που οδήγησε στην πανδημία, ενώ και ο υπουργός Εξωτερικών Μάικ Πομπέο δήλωσε ότι υπάρχουν «σημαντικά στοιχεία» όσον αφορά την εμπλοκή του περιβόητου εργαστηρίου της Γουχάν στην υπόθεση.
Τα παραπάνω σημαίνουν ένα πράγμα μόνο, ότι η κατάσταση της αντιπαλότητας έχει παροξυνθεί, ακόμη και αν ερμηνεύσουμε ως περίπου αναγκαστικές τις δηλώσεις της Ρεπουμπλικανικής διοίκησης μέσα στο τρέχον προεκλογικό σκηνικό των ΗΠΑ.
Η δεδομένη κρίση στις σχέσεις ΗΠΑ και Κίνας -η οποία «απλώς» επιδεινώθηκε από την πανδημία- είναι η έναρξη ενός νέου Ψυχρού Πολέμου, δηλώνουν αμερικανοί αναλυτές με εμπειρία στα διπλωματικά παίγνια, ενώ από την άλλη πλευρά της Γης ένα κινεζικό think tank πηγαίνει παραπέρα, μιλώντας για επικίνδυνη κατάσταση, η οποία ενδέχεται να καταλήξει ακόμη και σε «ένοπλη αντιπαράθεση». Ο τρίτος πόλος, η Ευρώπη, επιχειρεί να διευθετήσει το θέμα με διπλωματικές κινήσεις μέσω του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας, ρίχνοντας την ιδέα του διεθνούς ελέγχου με σκοπό τη διερεύνηση των συνθηκών που γέννησαν τον εξαιρετικά μεταδοτικό και φονικό ιό.
«Η πραγματικότητα είναι ότι οι εντάσεις μεταξύ των ΗΠΑ και της Κίνας αυξάνονται σημαντικά αυτή τη στιγμή» δήλωσε στο CNBC παλαίμαχος της αμερικανικής διοίκησης. «Είμαστε στην αρχή ενός νέου Ψυχρού Πολέμου. Αλλά, αν δεν είμαστε προσεκτικοί, τα πράγματα μπορούν να γίνουν πολύ, μα πολύ χειρότερα»…
Τις τελευταίες ημέρες, γράφει και η Corriere della Sera, είδε το φως της δημοσιότητας και μία έκθεση από την απέναντι πλευρά: την εκπόνησε το κινεζικό think tank Cicir, το οποίο συνδέεται με τις υπηρεσίες εθνικής ασφαλείας της Κίνας. Με αυτήν την έκθεσή τους οι κινέζοι αξιωματούχοι προειδοποιούν την κυβέρνησή τους για τις σοβαρές επιπτώσεις της πανδημίας: «Θα υπάρξει παγκόσμιο κλίμα καταδίκης παρόμοιο με αυτό που προκλήθηκε από τη σφαγή στην πλατεία Τιενανμέν, το 1989. Αν δε η κατάσταση της έντασης συνεχιστεί, η Κίνα πρέπει να προετοιμαστεί για μια ένοπλη αντιπαράθεση». Σε αυτό το σημείο η ιταλική εφημερίδα κάνει τη μάλλον καίρια παρατήρηση ότι η τελευταία καμπανιά δεν απευθύνεται στα ώτα του Σι Τζινπίνγκ…
Από την πλευρά των δικών της συμφερόντων, αλλά και της ειρήνης, η Ευρωπαϊκή Ενωση προτείνει να δοθεί σημαντικός ρόλος στη διεθνή κοινότητα με τη σύσταση διεθνούς επιτροπής προς διερεύνηση της γενεσιουργού αιτίας του κορονοϊού. Το σχετικό έγγραφο με το οποίο η Ευρώπη θα ανακοινώσει στον κόσμο τη θέση της, θα παρουσιαστεί επισήμως στις 18 Μαΐου, στη Γενεύη, στη Γενική Συνέλευση του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας (ΠΟΥ), δηλαδή στο όργανο το οποίο είναι αρμόδιο για λήψη αποφάσεων και χάραξη πολιτικών του ΠΟΥ.
Οι Ευρωπαίοι, με την πρότασή τους περί διεθνούς ελέγχου, μπαίνουν ανάμεσα στους δύο ανταγωνιστές, σαν σφήνα διπλωματικής λογικής, θέλοντας να διατηρήσουν τους δεσμούς με τις ΗΠΑ ζωντανούς μεν, όχι όμως και ασφυκτικούς σε σημείο να τα σπάσουν με την Κίνα και να διακινδυνεύσουν επενδύσεις δισεκατομμυρίων. Ετσι προκρίνουν τη λύση μιας κίνησης που θα συγκρατήσει και βαθμηδόν θα εξασθενίσει την αμερικανική επιθετικότητα προς το Πεκίνο, προς αποφυγήν των χειροτέρων. Η ΕΕ λοιπόν τοποθετείται ως «ανεξάρτητος πόλος μεταξύ των δύο γιγάντων του 21ου αιώνα», όπως γράφει η Repubblica, έχοντας κατά νου «να μη συνθλιβεί από τις τριβές» και από τις συνέπειες της όλο και πιο οξείας αντιπαράθεσης.
Οπωσδήποτε η ευρωπαϊκή πολιτική στο επίμαχο ζήτημα συνίσταται στην αποφυγή της υποδαύλισης των αιτιάσεων των ΗΠΑ εις βάρος της Κίνας. Μάλιστα ο ύπατος εκπρόσωπος Εξωτερικής Πολιτικής και Πολιτικής Ασφαλείας της ΕΕ , ο Ισπανός Ζοσέπ Μπορέλ, χλεύασε τις «πολεμικές» δηλώσεις Τραμπ, υπενθυμίζοντας με νόημα ότι πρόκειται για το ίδιο άτομο που πριν από λίγες ημέρες είχε παροτρύνει τον κόσμο να πιει απολυμαντικό ώστε να μην κολλήσει την ίωση…
Ετσι στη Γενεύη οι Ευρωπαίοι θα επιδιώξουν να περάσουν τις θέσεις τους χωρίς να στριμώξουν πολύ την Κίνα, ταυτόχρονα όμως και χωρίς να αποκαρδιώσουν τις ΗΠΑ: θα ξεκινήσουν με την πρόταση περί «άμεσων επιθεωρήσεων», μία ιδανική, όπως βλέπουν το θέμα, μέση λύση. Την ευρωπαϊκή οπτική συμμερίζονται και οι Βρετανοί, οι οποίοι δεν ακολούθησαν τους Αμερικανούς στις καταγγελίες τους για ιό παρασκευασμένο στο εργαστήριο του Γουχάν. Και αυτοί πάντως δεν επιδιώκουν μετωπική σύγκρουση με τις ΗΠΑ, αφού ο πρόεδρος Τραμπ είναι ήδη έξαλλος με τη συμφωνία που έκλεισε το Λονδίνο για την τεχνολογία 5G της Huawei.
Πρέπει ωστόσο να σημειωθεί ότι η ιδέα της διεθνούς έρευνας είναι αποκρουστική για την κινεζική ηγεσία αφού, πέρα από τις επιπτώσεις σε επίπεδο κύρους και πολιτικών εντυπώσεων, μπορεί να υποδαυλίσει κύμα αγωγών και αιτήσεις αποζημιώσεων από κάθε πλευρά. Εξάλλου δεν είναι απορριπτέες, από τη Δύση συνολικά, οι κατηγορίες ότι το Πεκίνο άφησε τον υπόλοιπο κόσμο στο σκοτάδι στην υπόθεση του κορονοϊού, δημιουργώντας εσκεμμένως ένα προπέτασμα καπνού με σκοπό να αποκρύψει τη σοβαρότητα της υγειονομικής κρίσης την οποία η Κίνα πρώτη υπέστη. Οι Κινέζοι κινήθηκαν κατ’ αυτόν τον τρόπο αποβλέποντας σε μελλοντικά οικονομικά κέρδη.
Μια τέτοια συλλογιστική σαν αυτήν είναι πρόθυμες να αποδεχθούν, αν δεν το έχουν ήδη πράξει, μία σειρά από δυτικές χώρες, πέρα από τις ίδιες τις ΗΠΑ φυσικά.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News