Πριν από έναν μήνα, υπήρξε πρόσωπο των ημερών, για όλους τους λάθος λόγους: βρέθηκε δίπλα σε μια πολυδιαφημισμένη από την ΕΛ.ΑΣ επιχείρηση εκκένωσης κατάληψης στο Κουκάκι (εδώ), συνελήφθη μαζί με τους δυο γιους του, λοιδορήθηκε, αυτός και τα παιδιά του, από μερίδα ΜΜΕ, οδηγήθηκε στα δικαστήρια. Ο σκηνοθέτης Δημήτρης Ινδαρές είχε την «ατυχία» να ζει δίπλα στο υπό κατάληψη κτίριο της οδού Ματρόζου 45 και βρέθηκε αντιμέτωπος με διαδικασίες (εδώ) που έχουν όλα τα χαρακτηριστικά αστυνομικής αυθαιρεσίας –βρέθηκε εξάλλου να κρατείται σιδηροδέσμιος στην ταράτσα του σπιτιού του και αφού οι Αστυνομικοί είχαν εισβάλει σε αυτό χωρίς να είναι σαφές ότι είχαν τη σχετική εισαγγελική εντολή.
Εναν μήνα μετά, ο κ. Ινδαρές επανήλθε στην επικαιρότητα με μια συνέντευξη στην «Καθημερινή της Κυριακής». Ειρωνεία της τύχης, καθώς κυκλοφορούσε η εφημερίδα, στο Κουκάκι γινόταν μια νέα μεγάλη επιχείρηση της ΕΛ.ΑΣ καθώς αντιεξουσιαστές είχαν επιχειρήσει –και ως έναν βαθμό πετύχει– να ανακαταλάβουν τα σπίτια που είχαν εκκενωθεί (εδώ), μεταξύ αυτών και το κτίριο της Ματρόζου 45.
Ο κ. Ινδαρές μίλησε στη δημοσιογράφο Μαρία Κατσουνάκη για όσα συνέβησαν εκείνο το πρωινό της 18ης Δεκεμβρίου, απέρριψε όλους τους επίσημους ισχυρισμούς της ΕΛ.ΑΣ και μάλιστα άφησε να εννοηθεί ότι οι Αστυνομικοί υπήρξαν αμελείς ακόμα και στην καταδίωξη των καταληψιών, προτιμώντας να συλλάβουν τους δύο γιους του επειδή τους βρήκαν στην ταράτσα του σπιτιού τους και θεώρησαν ότι είχαν διαφύγει από τη γειτονική κατάληψη.
«Η διερεύνηση του πώς διέφυγαν οι καταληψίες είναι δουλειά της αστυνομίας, που όμως περιορίστηκε, όπως φαίνεται, στη δική μας αναίτια και βιαστική σύλληψη, αντί να προχωρήσει στην εξονυχιστική έρευνα του άλλου όμορου ακινήτου, μιας επταώροφης πολυκατοικίας με 40 κουδούνια… Ο ακάλυπτος της κατάληψης εφάπτεται με τον ακάλυπτο της πολυκατοικίας σε δύο τουλάχιστον επίπεδα, αθέατα από τους γύρω δρόμους, προσφέροντας επιλογές διαφυγής και αναμονής μέχρι να περάσει η “μπόρα”. Αντιθέτως, κάθε σημείο του δικού μας σπιτιού είναι ορατό από παντού. Φαντάζεται κανείς πως μια σωστή επιχείρηση λαμβάνει υπόψη αυτές τις παραμέτρους… Οσο για τα παιδιά μας, δεν είχαν καμία σχέση με την κατάληψη. Από την αρχή της επέμβασης και καθ’ όλη τη διάρκεια των συγκρούσεων της αστυνομίας με τα άτομα της κατάληψης, σύμφωνα με αδιαμφισβήτητες μαρτυρίες αλλά και φωτογραφίες και βίντεο, βρίσκονταν στο μπαλκόνι του σπιτιού μας και παρακολουθούσαν από εκεί, όπως όλοι οι γείτονες, τα γεγονότα», είπε μεταξύ άλλων ο κ. Ινδαρές στην «Καθημερινή της Κυριακής».
Και ακολούθησε ο εξής διάλογος με τη δημοσιογράφο:
Είστε ένας άνθρωπος μετριοπαθής, όπως πιστεύουν όλοι όσοι σας γνωρίζουν. Χτυπάει η αστυνομία το κουδούνι και σας ζητάει να τη διευκολύνετε να κάνει τη δουλειά της. Γιατί αρνηθήκατε;
«Δεν αρνήθηκα. Υπήρχε ένα σκηνικό μάχης, με πυροβολισμούς, φωνές, πτώσεις αντικειμένων. Μου χτυπάει το κουδούνι ένας άνθρωπος λουσμένος με μπογιές, εκτός εαυτού. Με κρυμμένα χαρακτηριστικά, χωρίς διακριτικά ή κάποιο στοιχείο ταυτότητας. Του έκανα την ερώτηση που θα έκανε κάθε ενεργός πολίτης: αν υπάρχει εισαγγελέας ή κάποια νόμιμη άδεια. Εκανε μεταβολή και έφυγε. Αν υπήρχε εισαγγελέας, θα ήταν περιττός κάθε διάλογος. Ο αστυνομικός θα συνέχιζε την πορεία του μέσα από το σπίτι, προστατεύοντάς μας από άσκοπες παρεξηγήσεις και τριβές και βέβαια από την έκθεσή μας σε υψηλού ρίσκου κινδύνους. Το ερώτημά σας, λοιπόν, θα έπρεπε να απευθύνεται στις αρχές. Γιατί η αστυνομία χτύπησε την πόρτα και ζήτησε να περάσει μέσα από το σπίτι μου χωρίς να έχει φροντίσει να έχει στα χέρια της όλα τα απαραίτητα νομικά εχέγγυα, ως όφειλε;»
Ακούτε θόρυβο στην ταράτσα σας και ξέρετε ότι υπάρχει «σκηνικό μάχης», όπως λέτε. Γιατί ανεβαίνετε; Γιατί εκθέσατε τον εαυτό σας σε έναν άσκοπο κίνδυνο;
«Δεν θεώρησα ότι κινδύνευα. Η ταράτσα του σπιτιού μου είναι σπίτι μου. Δεν είναι κοινόχρηστος χώρος. Ανέβηκα να δω τι συμβαίνει στο σπίτι μου. Εκεί είδα τους άνδρες των ΕKAM, ανάμεσά τους και τον άνδρα που μου είχε χτυπήσει την πόρτα. Πού να φανταστώ πως θα αντιμετωπίζαμε αυτή τη βάναυση εκδικητική συμπεριφορά επειδή δεν κατάφεραν να συλλάβουν αυτούς που κυνηγούσαν».
Σας κατηγόρησαν ότι προσπαθήσατε να αφαιρέσετε το όπλο του αστυνομικού.
«Από πολύ νωρίς η αστυνομία άρχισε να διαδίδει διάφορα για να συγκαλύψει την αποτυχία της. Αυτό ειδικά δεν υπάρχει ούτε στο κατηγορητήριο. Οπως επίσης εξόφθαλμα ψευδής είναι και ο ισχυρισμός ότι τα παιδιά μας ήταν στην κατάληψη και έφυγαν από τη μια ταράτσα στην άλλη, ενώ οι άνδρες των EKAM τα καταδίωκαν. Η αλήθεια ειπώθηκε από την αρχή τόσο από εμάς όσο και από μεγάλο αριθμό ανθρώπων που έβλεπαν τα παιδιά στο μπαλκόνι του σπιτιού μας να παρακολουθούν τα γεγονότα. Από την αρχή. Την ώρα που από το κτίριο της κατάληψης έπεφταν τούβλα, μπογιές και πυροσβεστήρες, βρίσκονταν και τα δύο συνεχώς στο μπαλκόνι μας, σε κοινή θέα. Τα βίντεο, οι φωτογραφίες, οι μαρτυρίες ήταν διαθέσιμα από την αρχή. Ενώ από την πλευρά της αστυνομίας κάπου χάθηκε το drone που επόπτευε την επιχείρηση…»
Τι σχέσεις είχατε με τους καταληψίες;
«Το σπίτι όπου μένουμε ήταν του παππού μου, ιδιοκτησία μας από το 1950. Από το 1983 μένουμε εδώ, εκτός από το διάστημα μιας εξαετίας που μετακινηθήκαμε και πάλι στην περιοχή και επιστρέψαμε το 2016. Το 2017 γίνεται η κατάληψη της διπλανής μονοκατοικίας με μια εντυπωσιακού όγκου επιχείρηση, οργανωμένη, μέχρι κάδοι για τα μπάζα υπήρχαν. Ηρθαμε σε επικοινωνία με τον Ευαγγελισμό, που είναι ο ιδιοκτήτης, ρωτώντας τους αν γνωρίζουν τι συμβαίνει, μιλήσαμε και με την Αστυνομία, η οποία μας είπε ότι δεν είναι δική της δουλειά, αλλά της Ασφάλειας, της οποίας οι ενέργειες τελούν υπό καθεστώς μυστικότητας. Στη γειτνίασή μας με τους καταληψίες βάλαμε κάποιες κόκκινες γραμμές, τις οποίες σεβάστηκαν: να μη γράψουν στους τοίχους μας, να μη χρησιμοποιούν την ταράτσα μας ή οποιονδήποτε ιδιωτικό μας χώρο. Απ’ ό,τι γνωρίζουμε, τις τήρησαν».
Γράφτηκε ότι εσείς δίνατε ηλεκτρικό ρεύμα στην κατάληψη.
«Ράδιο αρβύλα, λάσπη, πείτε το όπως θέλετε. Η όποια σύνδεση του διπλανού σπιτιού με το δίκτυο της ΔΕΗ δεν είχε καμία σχέση με το δικό μας σπίτι».
Η γειτνίαση αυτή σας έκανε να νιώθετε άβολα;
«Μπορεί να συνιστά επιλογή για τους καταληψίες να συγκρούονται με το κράτος μέσα στο πλαίσιο μιας αντιπαλότητας και εχθροπάθειας. Κατά την άποψή μου, αυτό είναι κάτι που εγκυμονεί όλα τα κακά μιας βίαιης αντιπαράθεσης που δεν οδηγεί πουθενά, αναπαράγει έναν φαύλο κύκλο βίας που δεν τελειώνει. Εκτός όμως από την ιδεολογική μου αντίθεση, μετά τη δυσάρεστη εμπειρία της πρώτης εκκένωσης, πριν από ενάμιση χρόνο περίπου, δυσφορούσαμε πραγματικά στην ιδέα της επανάληψης αυτού του πολεμικού σκηνικού έξω από την πόρτα μας».
Ομως, η κατάληψη είναι εξαρχής παράνομη πράξη.
«Υπάρχει ασφαλώς παρανομία. Η ευθύνη, ωστόσο, της αντιμετώπισής της δεν είναι του γείτονα, αλλά του ιδιοκτήτη του συγκεκριμένου ακινήτου και των οργάνων που φροντίζουν για την τάξη. Κι αυτό το λέω γιατί ακούστηκε ότι έπρεπε να έχουμε φροντίσει εμείς για να σταματήσει η κατάληψη».
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News