Η Σούζαν Μίντον Μπέντοουζ είναι η διευθύντρια του Economist και συντάκτρια του εμπεριστατωμένου άρθρου για τον πρόεδρο Ντόναλντ Τραμπ που δημοσιεύει το περιοδικό, με αναλυτική επεξήγηση του ζητήματος τής εις βάρους του δίωξης. Το βρετανικό έντυπο κάνει μία περίληψη των γεγονότων και, παράλληλα, καταθέτει και την άποψή του.
Στις 10 Δεκεμβρίου το αμερικανικό Κογκρέσο κατηγόρησε επισήμως τον πρόεδρο για κατάχρηση εξουσίας και για παρεμπόδισή του. Ωστόσο, γράφει το περιοδικό, αν και θεωρείται σχεδόν βέβαιο ότι θα παραπεμφθεί από το Σώμα (σ.σ.: η αρχή έγινε στις 13 Δεκεμβρίου), σίγουρα θα αθωωθεί κατόπιν, στη διαδικασία της Γερουσίας.
Ο Economist παίρνει αμέσως θέση: «H παραπομπή θα συσπειρώσει τους Ρεπουμπλικανούς, θα επιφέρει διαίρεση στην αμερικανική κοινωνία, αλλά ο Τραμπ θα παραμείνει στη θέση του. Για την Αμερική αυτό είναι πολύ κακό πράγμα».
Aκολουθεί η εξιστόρηση των γεγονότων: το από πλευράς Τραμπ πάγωμα της βοήθειας προς την Ουκρανία, οι παράλληλες υποσχέσεις του στον Βολοντίμιρ Ζελένσκι με αντάλλαγμα την έρευνα για τους Μπάιντεν, η απόκρουση των αιτιάσεων από πλευράς ουκρανού προέδρου όσον αφορά τον εκβιασμό, η δήλωση του αμερικανού προέδρου ότι δεν αποσκοπούσε στην αμαύρωση της υπόληψης του Δημοκρατικού πολιτικού και ενδεχομένως αντιπάλου του στις προεδρικές εκλογές του 2020, κ.λπ. Ωστόσο ο Economist παρατηρεί: αν οι προθέσεις του αμερικανού προέδρου ήταν αγνές, τότε θα είχε ενημερώσει το FBI και θα μάθαινε ότι ο Τζο Μπάιντεν δεν προσπάθησε να προστατεύσει τον γιο του για τα πεπραγμένα του στην Ουκρανία.
Για το βρετανικό περιοδικό είναι γεγονός τετελεσμένο η ατιμωρησία του Τραμπ: δεν θα καταδικαστεί ποτέ από τη Γερουσία, για τον απλούστατο λόγο ότι οι Δημοκρατικοί έχουν τις 47 από τις 100 έδρες του Σώματος, ενώ για την προεδρική καθαίρεση απαιτείται πλειοψηφία 2/3.
Οι Ρεπουμπλικανοί, αν και ιδιωτικώς καταδικάζουν τη στάση του Τραμπ, δεν προτίθενται φυσικά να θέσουν σε κίνδυνο τη σταδιοδρομία τους.
Επίσης η κοινή γνώμη δεν είναι με το μέρος των κατηγόρων: η υποστήριξη στην παραπομπή του Τραμπ είναι κάτω από το 50%.
Συνεπώς οι Δημοκρατικοί επέλεξαν να πολεμήσουν τη διακυβέρνηση Τραμπ με τον αναποτελεσματικό αλλά σύντομο δρόμο της παραπομπής του προέδρου, προσδοκώντας σε εκλογικά οφέλη το 2020.
O Economist φρονεί ότι οι Δημοκρατικοί διέπραξαν ένα μεγάλο λάθος: η όλη διαδικασία θα επιτρέψει στον Τραμπ να ξεφύγει, μάλιστα η απόφαση της Γερουσίας θα παρουσιαστεί στο αμερικανικό κοινό σαν συντριπτική απόδειξη της αθωότητάς του. Η αίσθηση του Τραμπ ότι ο ίδιος και η διακυβέρνησή του βρίσκονται στο απυρόβλητο θα λάβει παθολογικές διαστάσεις μέσα στο μυαλό του. Η προεδρία του θα γίνει περισσότερο αυταρχική.
«Η διαδικασία αρχίζει», σημειώνει μελαγχολικά ο Economist, «αλλά η Αμερική δεν έχει λόγο να πανηγυρίζει».
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News