Στην «Ανα Νον» του Αγκουστίν Γκομέζ – Αρκος, η Ανα Πάουχα, μια γυναίκα που τη ρήμαξε ο Εμφύλιος παίρνοντας τον άντρα και δύο από τα παιδιά της, διασχίζει πεζή όλη την Ισπανία για να επισκεφθεί τον εναπομείναντα γιο της στη φυλακή όπου κρατείται καταδικασμένος για την αντιστασιακή δράση του. Κρύβοντας μέσα στα ρούχα της το ψωμί που του έχει ζυμώσει και με παρέα έναν εξαθλιωμένο σκύλο, περνάει μέσα από τοπία ολέθρου, μιας χώρας διαλυμένης, αλλά και «ξαναζεί» το παρελθόν της: από τα ευτυχισμένα νιάτα της με το γάμο της και τις γέννες της, ως τη στιγμή που όλα χάθηκαν. Σχεδόν όλα. Υπάρχει ακόμα η θολή προσμονή: θα ξαναδεί το παιδί της! Θα το δει;
Πολλά χρόνια αργότερα, βλέποντας μετά τη δολοφονία του Παύλου Φύσσα τις φωτογραφίες της μάνας του μέσα από το δικαστήριο, ξαναθυμήθηκα την Ανα Πάουχα. Αισθάνθηκα, τολμώ να πω, σαν να την ξαναβρήκα. Οσο και αν η ηλικία της Μάγδας Φύσσα δεν έχει καμία σχέση με εκείνη της ηλικιωμένης ηρωίδας του Γκομέζ – Αρκος, ταύτισα τις δύο γυναίκες διακρίνοντας στις διαφορετικές ιστορίες τους, την παράμετρο που τις αναδεικνύει σε σύμβολα: Εχασαν και η μία και η άλλη παιδιά, τα παιδιά τους, από φασιστικό χέρι. Μόνο που η Ανα Πάουχα, ως ηρωίδα μυθιστορήματος απολαμβάνει (ως το τέλος) την ελπίδα που απλόχερα της χαρίζει ο συγγραφέας: το δικό της παιδί, τον έγκλειστο γιο της με τις ευγενικές ιδέες, μπορεί να το ξαναδεί. Η πραγματική ζωή δεν αφήνει στη Μάγδα Φύσσα τέτοια περιθώρια.
Λίγες μέρες πριν από την επέτειο για τα τέσσερα χρόνια από τη δολοφονία του 34άχρονου άντρα (το κακό έγινε στις 18 Σεπτεμβρίου 2013) η δίκη ξανάρχισε. Μια δίκη που (όπως πολλές άλλες δίκες στην Ελλάδα) μοιάζει να είναι μια αργή, βασανιστική διαδικασία χωρίς τέλος. Αργησε πολύ, είναι η αλήθεια, καθώς η προανακριτική περίοδος κράτησε περισσότερο από έναν χρόνο. Ξεκίνησε τον Απρίλιο του 2015 με πρόβλεψη ολοκλήρωσης το 2018. Το δικαστήριο, μέσα σε συχνά αντίξοες συνθήκες και έχοντας να αντιμετωπίσει πολλά προβλήματα, καλείται να επιτελέσει έργο δύσκολο, αυτό ουδείς μπορεί να το αμφισβητήσει. Όμως, οι αγκυλώσεις του συστήματος -που πολλάκις έχουν καταγγελθεί με αφορμή και άλλες υποθέσεις, λιγότερο σοβαρές- δεν το διευκολύνουν. Και αν όλα μοιάζουν να κυλούν απελπιστικά αργά για εμάς που είμαστε έξω από τον μακάβριο χορό, μπορούμε μόνο να φανταστούμε πώς τα βιώνει η Μάγδα Φύσσα που ξεπερνώντας τις ανθρώπινες αντοχές είναι πάντα εκεί. Που αντιμετωπίζει καθημερινά πρόσωπο με πρόσωπο τους κατηγορούμενους, υπενθυμίζοντάς μας με τον τρόπο της πως η δολοφονία του παιδιού της δεν είναι υπόθεση της οικογένειάς της αλλά όλης της Ελλάδας.
Είναι δύσκολο να γράψεις για αυτή τη γυναίκα, γιατί μπορεί εύκολα να παρασυρθείς από το συναίσθημα, να γίνεις μελό, και το μελό την αδικεί. Εξάλλου η ίδια, με τη στάση της, δεν ζητά συμπόνια, αλλά δικαιοσύνη. Πόσο όμως μπορεί ακόμα να περιμένει, ώσπου η Δικαιοσύνη να βγάλει επιτέλους την ετυμηγορία της; Ωσπου να τιμωρήσει τους ενόχους; Στην «Ανα Νον» κάποια στιγμή ο χρόνος τελειώνει, μαζί του και ο πόνος. Είπαμε, η ηρωίδα του Γκομέζ – Αρκος είναι «τυχερή», ένα μυθιστόρημα δεν μπορεί να μην έχει τέλος, όποιο και αν είναι αυτό. Στην καθημερινότητα της Μάγδας Φύσσα ο δίχως τέλος πόνος έγινε αγώνας. Η Πολιτεία οφείλει να σταθεί δίπλα της, όχι με συμπάθεια, αλλά με τις ουσιαστικές πράξεις που θα δικαιώσουν γρήγορα, όσο πιο γρήγορα γίνεται, αυτόν τον αγώνα.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News