1513
O υπουργός Παιδείας Κώστας Γαβρόγλου στη Βουλή. Υπήρξαν πολλά σχόλια των αρμόδιων φορέων για το νομοσχέδιό του. Τα διάβασε όμως; | ΙΝΤΙΜΕΝΕWS/

Τι έμαθε σε 12 ημέρες ο κ. Γαβρόγλου;

O υπουργός Παιδείας Κώστας Γαβρόγλου στη Βουλή. Υπήρξαν πολλά σχόλια των αρμόδιων φορέων για το νομοσχέδιό του. Τα διάβασε όμως;
|ΙΝΤΙΜΕΝΕWS/

Τι έμαθε σε 12 ημέρες ο κ. Γαβρόγλου;

Σήμερα, Τετάρτη, 14 Ιουνίου, λήγει η περίφημη δημόσια διαβούλευση των «12 ημερών» για ένα νομοσχέδιο που δημιουργεί τεράστια αναστάτωση στην ανώτατη εκπαίδευση της χώρας, χωρίς τελικά να «θεραπεύει» τίποτα. Αντί μάλιστα να λύνει τα τεράστια προβλήματα των ελληνικών ΑΕΙ (σώματα φύλαξης των χώρων τους για να μην βρίσκουν οι φοιτητές νεκρούς τοξικομανείς στα προαύλια τους, άνοιγμα των Πανεπιστημίων και δικτύωση τους με τον κόσμο, διοικητική και οικονομική απελευθέρωση τους, σύνδεση με τις επιχειρήσεις και την αγορά), φαίνεται ότι δημιουργεί νέα, μεγαλύτερα.

Και θα επανέλθω σε αυτά αφού επαναλάβω το αυτονόητο ερώτημα που έθεσε σε σχετική κουβέντα μας, έμπειρο πρώην στέλεχος του υπουργείου Παιδείας, με θητεία που ξεπερνούσε τα 10 χρόνια δίπλα σε τουλάχιστον τέσσερις διαφορετικούς υπουργούς: «Αναρωτιέμαι τελικά, υπάρχει κάτι που δεν λειτουργούσε στον προηγούμενο νόμο από όλα αυτά και ήθελε αλλαγή;» Αυτονόητη απάντηση: Οχι. Σχεδόν όλα όσα αλλάζουν, λειτουργούσαν μια χαρά και δεν δημιουργούσαν κανένα πρόβλημα…

Τα Συμβούλια των ΑΕΙ είχαν βρει επικοινωνία με τους πρυτάνεις των Πανεπιστημίων και συνεργάζονταν, οι αναπληρωτές πρύτανη ορίζονταν από τον ίδιο και σε γενικές γραμμές η συνεργασία τους δεν δημιουργούσε προβλήματα, οι φοιτητικές νεολαίες είχαν υποχωρήσει και τα κόμματα είχαν βγάλει το ένα τους πόδι από τα πανεπιστήμια, τα μεταπτυχιακά προγράμματα είχαν γίνει το μεγάλο success story της ανώτατης εκπαίδευσης και είχαν εκτοξεύσει τα ελληνικά στις διεθνείς λίστες, οι Ειδικοί Λογαριασμοί Ερευνας (έστω και με όλα τα αρνητικά τους περί περιπτώσεων κακοδιαχείρισης) εξυπηρετούσαν λειτουργικές ανάγκες των πανεπιστημίων τις οποίες δεν εξυπηρετούσε το κράτος.

Εν ολίγοις το σύστημα λειτουργούσε.

Θα σταθώ τώρα σε τρεις παρατηρήσεις που άκουσα τις τελευταίες ημέρες για το θέμα πριν σκεφτούμε το τι πραγματικά αλλάζει με τον νέο νόμο στην ανώτατη εκπαίδευση της χώρας (από μια μητέρα υποψήφιου για ελληνικά πανεπιστήμια που δίνει εφέτος πανελλαδικές εξετάσεις, από τον γενικό γραμματέα μεγάλου πανεπιστημίου της χώρας και από έναν πρύτανη επίσης μεγάλου περιφερειακού πανεπιστημίου):

Μητέρα υποψήφιου: «Θα με πεις αχάριστη, ο γιος μου έγραψε άριστα και νομίζω ότι θα μπει στην Αρχιτεκτονική που ήταν πάντα το όνειρο του, όμως η χαρά μου είναι μισή. Σκέφτομαι ότι θα πηγαίνει κάθε μέρα μέσα στα Εξάρχεια όπου τις μισές ημέρες της εβδομάδας γίνονται επεισόδια».

– Γραμματέας ΑΕΙ: «Μας λένε να φέρουμε φοιτητές από το εξωτερικό και εδώ φεύγουν και οι Ελληνες. Το ξέρεις ότι μετά τα επεισόδια που έγιναν την περασμένη εβδομάδα στο επόμενο εξάμηνο έχουν γραφτεί λιγότεροι φοιτητές από πέρυσι και απ αυτούς που είναι εγγεγραμμένοι κιόλας έρχονται οι μισοί;»

– Πρύτανης: «Πώς θα λειτουργήσουμε με τα νέα εμπόδια στη διεθνοποίηση και την εκπαιδευτική εξωστρέφεια, αφού ακόμη και για να πάρουμε ένα φοιτητή σε μεταπτυχιακό πρόγραμμα εκτός ΕΕ θα πρέπει τώρα να ζητάμε αναγνώριση των σπουδών του από τον ΔΟΑΤΑΠ (σ.σ. πρώην ΔΙΚΑΤΣΑ). Θα περιμένουμε έτσι κανένα εξάμηνο, ο κάθε φοιτητής θα το χάνει και τελικά δεν θα έρχεται ποτέ. Επιπλέον, το να καλέσουμε για μία διάλεξη, ως μέρος του μαθήματος, έναν αλλοδαπό καθηγητή, δεν επιτρέπεται! Επιτρέπεται μόνο για όλο το εξάμηνο! Και μόνο με σύμφωνη γνώμη του υπουργού!»

Λίγος χρόνος για σκέψη! Τι ακριβώς γίνεται εδώ; Μιλάμε για ένα νέο συγκεντρωτικό σύστημα που στήνεται μάλιστα στη βάση της ρητορικής περί ισότητας και δημοκρατίας στα ΑΕΙ; Μιλάμε για αλλαγές που έπρεπε να γίνουν; Τι πραγματικά αλλάζει με τον περίφημο νέο νόμο πλην της ιδεολογικής τοποθέτησης του ενάντια σε κάθε success story ειδικά όταν λειτουργεί με τους νόμους της αγοράς;

– Πρώτον: Τα ΑΕΙ μπαίνουν σε μια μορφή «νεοφιλελεύθερης αυτοχρηματοδότησης», καθώς το Κράτος διατηρεί τον πλήρη έλεγχο στη θεσμική τους λειτουργία, αλλά αναγκάζει τις διοικήσεις τους να καταθέτουν υποχρεωτικά τουλάχιστον το 30% από τα αποθεματικά των Ειδικών λογαριασμών τους (ΕΛΚΕ) στα ταμεία της δημόσιας χρηματοδότησης τους. Στην πράξη αυτό μπορεί να ανέβει και στο 70% ή 80%! Ετσι ουσιαστικά τα καλεί να χρηματοδοτούν από τα ανταγωνιστικά προγράμματα τους και τα χρήματα που «φέρνουν» στη χώρα οι ερευνητές τους, τα… χρέη του κράτους για τη λειτουργία τους. Μέρος των ταμειακών διαθεσίμων τους δε, θα αξιοποιούνται και για το χρέος της χώρας, καθώς θα κατατίθενται σε λογαριασμό της τράπεζας Ελλάδος που διαχειρίζεται ο Οργανισμός Διαχείρισης Δημοσίου Χρέους (ΟΔΔΧ).

– Δεύτερον: Οι περίφημοι ΕΛΚΕ (Ειδικοί Λογαριασμοί) που είχαν δημιουργηθεί ακριβώς για να λειτουργούν εκτός δημόσιου λογισμικού καθώς περιείχαν χρήματα από την έρευνα, κοινοτικά κονδύλια κλπ, έχουν περάσει στο δημόσιο λογισμικό, άρα στην πράξη καταργούνται! Χρειάστηκε συνεδρίαση 16 ωρών μεταξύ Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους, υπουργείου Παιδείας και πρυτάνεων (που βρίσκονταν υπό καθεστώς εμφράγματος) για να τροποποιηθεί λίγο αυτή η διάταξη και να τους δώσει μια μικρή ευελιξία στην διαχείριση τους, κάτι που και πάλι δεν διορθώθηκε απολύτως.

– Τρίτον: Το πανεπιστημιακό άσυλο που είχαν «φέρει πίσω» ήδη οι προηγούμενες ηγεσίες του υπουργείου Παιδείας (δεν έγκειται εδώ η κρίσιμη αλλαγή), θα το διαχειρίζεται ως προς την άρση του η μη, το νέο πρυτανικό συμβούλιο στο οποίο θα συμμετέχει και ένας φοιτητής! Καθεστώς 1982 δηλαδή (τουλάχιστον). Πρακτικά δεν θα αίρεται ποτέ με απόφαση της διοίκησης των ΑΕΙ. Και τα ήδη αυξημένα θέματα βίας, βανδαλισμών και εμπορίου ναρκωτικών στο εσωτερικό τους θα ενταθούν καθώς εκεί μέσα… δεν θα μπαίνει για κανέναν λόγο η αστυνομία.

– Τέταρτον: Τα μεταπτυχιακά προγράμματα υψηλού κύρους που προσφέρουν σήμερα πολλά ΑΕΙ στη χώρα, θα οδηγηθούν στο κλείσιμο, καθώς τα δίδακτρα πρακτικά καταργούνται (σε αυτό οδηγούν άλλωστε οι περιορισμοί που μπαίνουν από το νόμο)! Παραδόξως όμως, το υπουργείο Παιδείας «δεν πειράζει» τα προγράμματα κατάρτισης (e learning), στα οποία δεν πειράζει την ηγεσία του το ότι χρεώνονται κανονικά δίδακτρα στους φοιτητές τους. Οπως αναφέρεται στο νομοσχέδιο, «απαλλάσσονται των τελών φοίτησης στα Π.Μ.Σ. οι φοιτητές, των οποίων το ατομικό, εφόσον διαθέτουν ίδιο εισόδημα, και το οικογενειακό διαθέσιμο ισοδύναμο εισόδημα δεν υπερβαίνουν αυτοτελώς το 70% του εθνικού διάμεσου διαθέσιμου ισοδύναμου εισοδήματος, σύμφωνα με τα πλέον πρόσφατα κάθε φορά δημοσιευμένα στοιχεία της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής (ΕΛ.ΣΤΑΤ.)».

Ετσι, ουσιαστικά τα ΑΕΙ θα παίρνουν όλους τους υποψήφιους εφόσον έχουν εισόδημα κάτω από του 70% του εθνικού μέσου όρου εισοδήματος και φυσικά θα απομένουν ελάχιστες θέσεις για φοιτητές που θα πληρώνουν σε αυτά. Πολλά από τα μεταπτυχιακά προγράμματα μεγάλων πανεπιστημίων βέβαια, όπως λένε οι πρυτάνεις τους, πληρώνουν υψηλές αμοιβές σε διεθνείς οργανισμούς πιστοποίησης, τα οποία και στο μέλλον δεν θα μπορέσουν να πληρώνουν. Εξυπνη «πινελιά» το ότι προβλέπεται απαλλαγή λόγω «εργασίας» φοιτητών μέσα στα ΑΕΙ, ακόμη και για αυτούς που οικονομικά είναι πάνω από το 70% του εθνικού εισοδήματος. Το κάθε Ιδρυμα έτσι, μπορεί να απαλλάσσει των διδάκτρων «φοιτητές, οι οποίοι δεν δικαιούνται απαλλαγής σύμφωνα με τις προηγούμενες παραγράφους, μερικώς ή ολικώς από τα τέλη φοίτησης, αν αυτοί παρέχουν υπηρεσίες αποκλειστικά ακαδημαϊκού περιεχομένου, που δεν υπερβαίνουν τις έξι (6) ώρες την εβδομάδα και μόνο κατά τη διάρκεια των εβδομάδων που διδάσκονται τα μαθήματα στο οικείο Τμήμα ή σε άλλο Τμήμα του ιδίου Ιδρύματος, κατά τα ειδικότερα οριζόμενα στο Γενικό Κανονισμό Μεταπτυχιακών και Διδακτορικών Σπουδών».

Ολα αυτά σε περίοδο κατά την οποία η Ευρωπαϊκή Επιτροπή διακηρρύσει ότι η ανάπτυξη στις περιπτώσεις χωρών σε κρίση μπορεί να έρθει μέσω της εκπαίδευσης.

Και βεβαίως ενώ η Διεύθυνση Οικονομικής Ανάλυσης της Εθνικής Τράπεζας αναφέρει στην έκθεση της ότι η Ελλάδα θα μπορούσε να προσελκύσει 110.000 ξένους φοιτητές (από 27.600 το 2015) και €1,8 δισ. ετησίως, εάν λάμβανε «συνεπή και σταθερή εθνική στρατηγική για την ανώτατη εκπαίδευση με έμφαση στην αυτονομία των πανεπιστημίων, τη χρηματοδότηση βάσει αποτελεσμάτων και τις διεθνείς συνεργασίες».

Αντί σχολιασμού για τα παραπάνω είπαν:

– Η Ακαδημία Αθηνών σε μια σπάνια κίνηση υψηλού συμβολισμού και κύρους προς τον υπουργό Παιδείας Κώστα Γαβρόγλου και την κυβέρνηση: «Οι αποφάσεις για την Εκπαίδευση και την Παιδεία, που αφορούν το μέλλον των νέων γενεών, πρέπει να λαμβάνονται από ευρείες συναινέσεις και πλειοψηφίες της Βουλής με βάση τα διεθνή πρότυπα». Η Ακαδημία Εξέφρασε την ανησυχία της για έναν νόμο που αφορά την ανώτατη εκπαίδευση της χώρας και ζήτησε εξάμηνη διαβούλευση, αντί των… 12 ημερών που επέλεξε το υπουργείο Παιδείας

– Η Σύνοδος των πρυτάνεων ΑΕΙ: «Τα προτεινόμενο νομοσχέδιο χαρακτηρίζεται από υπερ-ρυθμίσεις σε μια σειρά από θέματα, οι οποίες συχνά φθάνουν σε επίπεδο καταστρατήγησης του αυτοδιοίκητου των Πανεπιστημίων. Η οριζόντια προσέγγιση θα λειτουργήσει αρνητικά στη διαμόρφωση και υλοποίηση της κατάλληλης στρατηγικής ανάπτυξης του κάθε Πανεπιστημίου χωριστά».

– Η Σύγκλητος του Οικονομικού Πανεπιστημίου Αθηνών: «Απαιτούνται σοβαρές παρεμβάσεις για να αποτραπεί ο εκφυλισμός της έννοιας του ακαδημαϊκού ασύλου σε άσυλο ανομίας». Με τις διατάξεις για την διοίκηση των ΑΕΙ επιχειρείται η εγκαθίδρυση ενός γραφειοκρατικού, δυσκίνητου και αναποτελεσματικού συστήματος διοίκησης κατά παρέκκλιση από τις σύγχρονες αρχές διοίκησης που υπαγορεύουν την ανάγκη θεσμοθέτησης ευέλικτων διοικητικών οργάνων λήψης αποφάσεων.

– Η Σύγκλητος του πανεπιστημίου Αιγαίου: «Το δημοσιοποιηθέν προς διαβούλευση Σχέδιο Νόμου δεν αντιμετωπίζει τα μεγάλα ζητήματα για το παρόν της Ανώτατης Εκπαίδευσης, αναιρεί το όραμα, την ελπίδα και την ακαδημαϊκή αναπτυξιακή προοπτική των Πανεπιστημίων και για το λόγο αυτό θεωρούμε ότι δεν μπορεί να αποτελέσει βάση συζήτησης».

Βέβαια μέχρι σήμερα έχουμε καταλάβει ότι οι διαδικασίες «δημόσιας διαβούλευσης» εξελίσσονται κυρίως για να δίνουν ένα άλλοθι διαλόγου. Αμφιβάλλω αν ποτέ οι εκάστοτε υπουργοί διαβάζουν τα σχόλια που αναρτώνται. Αν και συνήθως επιλέγουν να κάνουν τελικά μια-δυο μικροαλλαγές, ώστε να δείξουν ότι έλαβαν σοβαρά υπόψιν τους τη διαδικασία.

Σε ένα σοβαρό και ευνομούμενο ευρωπαϊκό Κράτος, εάν έβγαινε το ανώτατο πνευματικό ίδρυμα της χώρας, η Ακαδημία Αθηνών και ζητούσε διαβούλευση έξι μηνών και η Σύνοδος Πρυτάνεων των ελληνικών ΑΕΙ ανακοίνωνε ότι ένα νομοθέτημα απειλεί το αυτοδιοίκητο των Πανεπιστημίων, ο αρμόδιος υπουργός θα έκανε ντροπιασμένος τρία βήματα πίσω. Στη χώρα μας όμως, οι θεσμοί υπάρχουν κυρίως για να μην τους ακούμε. Πάντως μας δίνουν μια ψευδαίσθηση μεγαλείου…

Ακολουθήστε το Protagon στο Google News

Διαβάστε ακόμη...

Διαβάστε ακόμη...