Ο κορυφαίας έλληνας θεωρητικός της αναστήλωσης μνημείων. Ο διακεκριμένος ιστορικός της Αρχιτεκτονικής. Αυτός που επί τουλάχιστον σαράντα χρόνια έστηνε σκαλωσιές στον Παρθενώνα, τον γεννούσε ξανά από την αρχή προσφέροντας τον στην ανθρωπότητα δυνατό και αναστηλωμένο για το βάθος των αιώνων. Ο Χαράλαμπος Μπούρας υπήρξε ιδρυτικό μέλος της Επιτροπής Συντήρησης Μνημείων Ακροπόλεως από το 1975.
Ελεγε πως ο Παρθενώνας δημιουργήθηκε στην εποχή του με σαφή την πρόθεση τελειότητας που ταιριάζει σ΄ ένα αφιέρωμα προς το θείον. Ετσι, συνέλαβε και καθιέρωσε την αρχή της αναστρεψιμότητας. Επρεπε ο Παρθενώνας να αναστηλωθεί με τέτοιο τρόπο ώστε να επιστρέψει με κάθε δυνατή λεπτομέρεια στην αρχική μορφή. Απολύτως πιστός στο όραμα των δημιουργών του. Να μπορεί το μνημείο να επανέλθει ανά πάσα στιγμή στην προ αναστήλωσης μορφή του.
Ο ίδιος έλεγε πως ο ρόλος του ήταν οργανωτικός, διοικητικός. Πώς ήταν μια ομάδα μεγάλη αυτή που οδήγησε στο θαύμα της αναστήλωσης. Ο Χαράλαμπος Μπούρας ουσιαστικά επούλωσε τις βαριές πληγές του Παρθενώνα από τις λανθασμένες, βίαιες παρεμβάσεις και αναστηλώσεις του παρελθόντος. Για να το πετύχει αυτό έκλεισε τα αυτιά του σε όσους διαμαρτύρονταν για το γεγονός ότι έκρυψε σχεδόν τον Παρθενώνα πίσω από τις σκαλωσιές. Γνώριζε πως δεν μπορούσε με άλλον τρόπο να γίνει αυτό το μεγαλόπνοο έργο.
«Πάντα πίστευα πως το μυαλό του είναι φτιαγμένο με ειδικό τρόπο, κάποιο μοντέλο μηχανής τούρμπο, που αντί για το κουβάρι που όλοι εμείς οι υπόλοιποι προσπαθούμε να διαφεντέψουμε, εκείνου είναι απίστευτα τακτικό και καλοστρωμένο, όπως τα εργαλεία σ’ ένα χειρουργείο», έλεγε ο καθηγητής Αρχιτεκτονικής Δημήτρης Φιλιππίδης σε εκδήλωση προς τιμήν του Χαράλαμπου Μπούρα που πραγματοποιήθηκε στο Μουσείο Μπενάκη το 2014.
Ο Χαράλαμπος Μπούρας γεννήθηκε το 1933 στην Πρέβεζα και έζησε τα εφηβικά του χρόνια στη Χίο βαθιά ταραγμένος από τον πόλεμο και κυρίως από τον Εμφύλιο. Ηταν αποφασισμένος από νωρίς να σπουδάσει αρχιτεκτονική. Μπήκε στο Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο και πάντα θεωρούσε ότι το σχέδιο, η δυνατότητα να μεταφέρει στο χαρτί σχήματα, σκέψεις, ιδέες ήταν ένας βασικός πλοηγός για τις αποφάσεις και το έργο του.
«Βρέθηκα σε έναν κόσμο καταπληκτικό. Είχα καταπληκτικούς καθηγητές, διεθνώς προβεβλημένους», έλεγε στο ντοκιμαντέρ που του αφιέρωσε το σωματείο Διάζωμα, σε σκηνοθεσία και σενάριο του Μπάμπη Τόσκα. Είχε καθηγητή τον Ορλάνδο δεινό μελετητή που «έκανε σχέδιο με την κιμωλία στον πίνακα με φοβερή ευκολία» θυμόταν. Στράφηκε στην λαϊκή αρχιτεκτονική όμως χάρη στον καθηγητή του Δημήτρη Μιχελή που καθιέρωσε τις διαλέξεις με τις οποίες οι φοιτητές έπαιρναν το πτυχίο τους. Σχέδιο τον δίδαξε επί δυο χρόνια ο Χατζηκυριάκος-Γκίκας που του διδαξε την αυστηρότητα τα όρια και το βάθος του σχεδίου καθώς μετέφερε στο χαρτί την εικόνα, το βάθος, την επιδερμίδα ενός αρχαίου αγάλματος.
Και βέβαια θήτευσε δίπλα τον Δημήτρη Πικιώνη, την εποχή μάλιστα που διαμόρφωνε την περιοχή γύρω από την Ακρόπολη, τις πλακοστρώσεις μπροστά από Ηρώδειο κ.ο.κ. Αυτό ήταν και το θέμα της διπλωματικής εργασίας του Χαράλαμπου Μπούρα.
Μετά το Πολυτεχνείο το 1957 πήγε στο στρατό για δύο χρόνια και στη συνέχεια έφυγε για το Παρίσι όπου έκανε μεταπτυχιακές σπουδές και απόκτησε δύο διδακτορικά διπλώματα. Ειδίκευση του ήταν η μελέτη και η αναστήλωση μνημείων τόσο της κλασικής αρχαιότητας όσο και της βυζαντινής και μεταβυζαντινής περιόδου. Ανέδειξε την παραδοσιακή αρχιτεκτονική υπογραμμίζοντας πως δεν είναι ανώνυμη.
Επιστρέφοντας δεν ασχολήθηκε μόνο με τις αναστηλώσεις, αλλά ακολούθησε και πανεπιστημιακή καριέρα. Διετέλεσε καθηγητής της Ιστορίας της Αρχιτεκτονικής Σχολής αρχικά στην Πολυτεχνική Σχολή του Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης και στη συνέχεια στο Τμήμα Αρχιτεκτόνων του Ε.Μ.Π. Υπήρξε μέλος του Κεντρικού Αρχαιολογικού Συμβουλίου του Υπουργείου Πολιτισμού για περισσότερο από 25 χρόνια και μέλος πολλών διεπιστημονικών επιτροπών του Υπουργείου Πολιτισμού (Επιδαύρου, Πρωτάτου Αγίου Όρους, Διονυσιακού Θεάτρου, Λίνδου Ρόδου). Από το 1959 έως το 1966, ως αρχιτέκτων της Διευθύνσεως Αναστηλώσεως στην Αρχαιολογική Υπηρεσία ασχολήθηκε μεταξύ άλλων με την αναστήλωση της στοάς της Βραυρώνος, που αποτελεί ορόσημο στις αναστηλώσεις μνημείων στον ελλαδικό χώρο.
Ο σπουδαίος αρχιτέκτων Μανόλης Κορρές, αποκαλεί τον Χαράλαμπο Μπούρα «ιθύνοντα νου και ζώσα μνήμη» των μνημείων. Ο Δημήτρης Φιλιππίδης τον χαρακτηρίζει «απευθείας απόγονο της Ουτοπίας που γέννησε ο Διαφωτισμός, σπάνιο παραδείσιο πτηνό που έτυχε να βρεθεί στα μέρη μας». Στην εκδήλωση του Μουσείου Μπενάκη έλεγε για τον εμβληματικό των αναστηλώσεων: «Υποδείκνυε το σωστό με τη συμπεριφορά του. Όχι ελεεινολογώντας και σχολιάζοντας αδυναμίες και λάθη, όπως όλοι μας κάνουμε, ούτε κάνοντας επίδειξη γνώσεων, προκαλώντας συγκρίσεις και ξεσκεπάζοντας κενά. Χρησιμοποιούσε πάντα μια ίσως χαμένη τέχνη, να υπαινίσσεται ποιος είναι ο σωστός δρόμος, να κάνει τα πρώτα βήματα προς τα εκεί και μετά να αφήνει τον συνομιλητή του να συνεχίσει μόνος του, ώστε να νομίζει πως μόνος του βρήκε την αλήθεια. Είναι αμέτρητες οι φορές που τον θυμάμαι να χαμογελά, κάπως ντροπαλά, καθώς διηγιόταν ότι όσα άλλοι καυχιόταν ότι ανακάλυψαν ήταν δικές του προτροπές και οδηγίες, πάντα συγκεκριμένες, λεπτομερείς, πλήρεις. Δεν τον ένοιαζε, το διασκέδαζε κι από πάνω, να το χαρίζει χωρίς αντάλλαγμα.»
O ίδιος χαρακτήριζε τον εαυτό του αυτοδίδακτο αρχαιολόγο. Διάβαζε μανιωδώς, τα πάντα για την αρχαιολογία, μελέτησε τα αρχαία ελληνικά, αγάπησε τους αρχαιολόγους και τους σεβάστηκε. Μεταξύ των βυζαντινών μνημείων, των εκκλησιών που εξαντλητικά μελέτησε και της Ακρόπολης εντόπιζε μια βασική ομοιότητα, μια κοινή γραμμή που τα ενώνει: την αγάπη για το μάρμαρο και τη λάξευσή του.
*Η κηδεία του θα γίνει την Παρασκευή 29 Ιουλίου στις 2 μετά το μεσημέρι από το Α’ Νεκροταφείο της Αθήνας.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News