Ο Ζοσέ Μουρίνιο εμφανίστηκε στο «Aon Training Complex» -το προπονητικό κέντρο της Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ στο Κάρινγκτον- με ένα πλατύ, χολιγουντιανό χαμόγελο. Η προπόνηση ήταν το τελευταίο πράγμα που τον ενδιέφερε στη προχθεσινή (Τετάρτη) πρώτη συγκέντρωση της νέας του ομάδας. Εκείνο που προείχε, ήταν να επικοινωνήσει στον κόσμο την αισιοδοξία, το όραμα, την αυτοπεποίθηση, την όρεξη για δουλειά. Τη βεβαιότητα πως όλα θα πάνε καλά. Αυτά που -τα τρία τελευταία χρόνια- έλειψαν φρικτά στους φίλους της Γιουνάιτεντ.
Οι προσεκτικά επιλεγμένες εικόνες του πορτογάλου τεχνικού και των παικτών ανέβηκαν στον επίσημο ιστότοπο του συλλόγου στο Facebook, κι αμέσως έκαναν τον γύρο του κόσμου. Αν κρίνουμε από τα ενθουσιώδη σχόλια στα social media, ο «Special One» κατάφερε να πείσει τον κόκκινο τομέα του Μάντσεστερ, ότι εφέτος θα είναι η χρονιά του. Δεν ήταν δύσκολο, για μια τόσο χαρισματική φυσιογνωμία, έπειτα από τη διετή κατατονική παρουσία του φαν Χάαλ.
Στην πραγματικότητα, κανείς δεν μπορεί να είναι σίγουρος για την επιτυχία. Ούτε ο ίδιος ο Μουρίνιο. Ιδίως στο πρωτάθλημα του Γκουαρντιόλα, του Κλοπ, του Βενγκέρ, του Κόντε και των δυο περυσινών «θαυμάτων» της Premier League: της Λέστερ και της Τότεναμ. Μόνο για την προσπάθεια μπορεί να κοιμάται ήσυχος. Διότι η Γιουνάιτεντ είναι η τελευταία μεγάλη ευκαιρία του διάσημου Πορτογάλου. Επειτα από τους πέντε εξευτελιστικούς μήνες του στην Τσέλσι, οι οποίοι οδήγησαν στην απόλυσή του τον περασμένο Δεκέμβριο, ο Μουρίνιο θα κάνει τα πάντα για να γιατρέψει την πληγωμένη του φήμη. Ακόμη και με τον «διάβολο» θα συμμαχήσει.
Το έχει κάνει ήδη. Χτίζει τη νέα του ομάδα σε συνεργασία με τον Μίνο Ραϊόλα, τον διακεκριμένο (αλλά αμφιλεγόμενο) ατζέντη, ο οποίος στη Γιουνάιτεντ ήταν ανεπιθύμητο πρόσωπο μέχρι να καταφθάσει ο Μουρίνιο. Οπως αποκαλύπτει ο αγγλικός Τύπος, ο Πορτογάλος τον είχε προσεγγίσει προτού καν υπογράψει το συμβόλαιό του. Επειδή ήταν δικοί του πελάτες, ο πιο περιζήτητος ελεύθερος παίκτης (ο Ζλάταν Ιμπραΐμοβιτς), ο πιο περιζήτητος… γενικώς (ο Πολ Πογκμπά), και μερικοί ακόμη ποδοσφαιριστές που ο προπονητής είχε βάλει στο μάτι (όπως ο Χένρικ Μιχταριάν). Ο Ζλάταν και ο Μιχταριάν υπέγραψαν ήδη στη Γιουνάιτεντ, η οποία -τώρα- είναι έτοιμη να πληρώσει στη Γιουβέντους 123 εκατ. ευρώ για τον Πογκμπά. Κι άλλα 50 εκατ. ευρώ (για τέσσερα χρόνια) στον ίδιο τον ποδοσφαιριστή.
Η Γιουνάιτεντ έχει παραδοθεί στον Μουρίνιο άνευ όρων. Γι’ αυτό δέχτηκε να… ρίξει τα μούτρα της και να συνεργαστεί -πάλι- με τον Ραϊόλα. Γι’ αυτό θα αποκτήσει όποιους εκείνος της ζητήσει, με οποιοδήποτε κόστος. Η μεγαλύτερη δυσκολία του προπονητή ήταν να πείσει τον δικό του μάνατζερ (και ατζέντη του Κριστιάνο Ρονάλντο), τον Μέντες, να αποδεχθεί ότι ο πορτογάλος φίλος του θα κάνει τα πιο ακριβά του ψώνια από τον βασικό ανταγωνιστή του (τον Ραϊόλα). Αν όλες οι συμφωνίες που βρίσκονται στο τραπέζι ολοκληρωθούν, ο Ραϊόλα θα τσεπώσει πάνω από 18 εκατ. ευρώ (μόνο από τις προμήθειες της Γιουνάιτεντ, χωρίς να υπολογίζονται αυτές που θα του καταβάλουν οι παίκτες – πελάτες του). Κι όμως, ο Μέντες δεν είπε κουβέντα. Μετεγγραφές θα υπάρξουν κι άλλες. Τώρα προέχει να τα καταφέρει ο φίλος του ο Μουρίνιο.
Ο Πορτογάλος είναι αποφασισμένος να παίξει τα ρέστα του στη ρουλέτα της καριέρας του
Ο κυριότερος λόγος αυτής της ασυνήθιστα στενής συνεργασίας ενός προπονητή με έναν -μόνο- ατζέντη είναι ο Πογκμπά. Αν και στο Euro απογοήτευσε, ο Μουρίνιο τον θέλει απεγνωσμένα στην ομάδα του. Πρώτον, επειδή το «δίδυμο» Πογκμπά – Ράμσεϊ (της Αρσεναλ) είναι η… φαντασίωσή του. Και, δεύτερον, για να μην τον αρπάξει η Ρεάλ Μαδρίτης, η Μπαρτσελόνα ή η Τσέλσι. Ο Ραϊόλα υποσχέθηκε να πείσει τον γάλλο πελάτη του να πέσει στην αγκαλιά του Μουρίνιο (αν όχι εφέτος, του χρόνου) και -σε αντάλλαγμα- ο πορτογάλος έβαλε τη Γιουνάιτεντ να δαπανήσει περίπου 40 εκατ. ευρώ για τον Μιχταριάν, που πίεζε τον Ραϊόλα να τον αποδεσμεύσει από την Ντόρτμουντ. Πολλά τα λεφτά, για έναν παίκτη του οποίου το συμβόλαιο έληγε το επόμενο καλοκαίρι. Αλλά, στον κόσμο των ατζέντηδων, οι αμοιβαίες εξυπηρετήσεις είναι συνηθισμένο φαινόμενο.
Ο Μουρίνιο, λοιπόν, έχει δώσει 40 εκατ. ευρώ για τον Μιχταριάν και 35 εκατ. ευρώ για το πρώτο του απόκτημα, τον 22χρονο ιβοριανό στόπερ Ερίκ Μπαϊγί, ο οποίος πραγματοποίησε μια εξαιρετική σεζόν με τη Βιγιαρεάλ. Αν προσθέσουμε τα 123 εκατ. ευρώ για τον Πογκμπά, φτάσαμε σχεδόν στα 200 εκατ., χωρίς να υπολογίζονται το παχηλό συμβόλαιο του Ιμπραΐμοβιτς και οι προμήθειες του Ραϊόλα. Μα, πόσα χρήματα έχει ακόμη να ξοδέψει; Κανένα πρόβλημα. Υπάρχουν και οι πωλήσεις. Τουλάχιστον επτά παίκτες της Γιουνάιτεντ βρίσκονται στη μαύρη λίστα του. Αν χρειαστεί, θα πάρουν πόδι.
Είπαμε. Ο Πορτογάλος είναι αποφασισμένος να παίξει τα ρέστα του στη ρουλέτα της καριέρας του, με μια Γιουνάιτεντ που θα είναι 100% δική του. Μέχρι και για τους αριθμούς στις φανέλες των ποδοσφαιριστών αποφασίζει. Επειδή δεν του αρέσει που κάποιοι έχουν διαλέξει μεγάλα νούμερα, πάνω από το 30 -ενώ είναι ελεύθερα το 2, το 3, το 15, το 24 κ.λπ.- κάλεσε τους Σβαϊνστάιγκερ (32), ΜακΝέρ (33), Λίνγκαρντ (35), Νταρμιάν (36), Ράσφορντ (39) και άλλους, να επιλέξουν νέες φανέλες.
Σύμφωνα με τη Sun, η νέα Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ του «Special One» θα έχει σχηματισμό 4-2-3-1. Κάτω από τα δοκάρια θα κάθεται ο δε Χέα, και η τετράδα της άμυνας θα αποτελείται από τους Τζόουνς, Μπαϊγί, Σμόλινγκ και Σο. Σε ρόλο αμυντικών χαφ θα είναι ο Ράμσεϊ και ο Πογκμπά, με τη δημιουργική τριάδα να αποτελείται από τους Μχιταριάν, Μαρσιάλ και Ρούνεϊ, και με τον Ιμπραΐμοβιτς στην κορυφή της επίθεσης.
Η αποστολή του θα είναι δύσκολη. Διότι στην Αγγλία ο ανταγωνισμός είναι μεγάλος. Γιατί το μέγεθος της Γιουνάιτεντ δεν αντέχει ακόμη μια αποτυχημένη σεζόν, και η πίεση θα είναι αφόρητη. Αλλά και επειδή στο «Ολντ Τράφορντ» απαιτούν, οι επιτυχίες να έρχονται με τον δικό τους, παραδοσιακό τρόπο: με θεαματικό, επιθετικό ποδόσφαιρο κυριαρχίας. Ο Μουρίνιο έχει συνηθίσει αλλιώς. Αν το καλοσκεφτούμε, μόνο μια φορά στη 16χρονη καριέρα του έχει εργαστεί κάτω από παρόμοιες συνθήκες. Στη Ρεάλ Μαδρίτης του 2010-2013, όπου δεν πέρασε τις καλύτερες ημέρες του.
Παραλείποντας την παρθενική του δουλειά ως πρώτος προπονητής -στην Μπενφίκα το 2000, κάτω από πολύ ιδιαίτερες συνθήκες- και τη δεύτερη (2001-2002) στο ασήμαντο μέγεθος της Ουνιάο Λεϊρία, η καριέρα του άρχισε -ουσιαστικά- τον Ιανουάριο του 2002 στην Πόρτο. Η ομάδα βρισκόταν, τότε, στην έκτη θέση. Το μόνο που ζήτησαν από τον Μουρίνιο, ήταν να την ξαναβάλει στον δρόμο των τίτλων. Την ανέβασε τρίτη και, την επόμενη σεζόν, πήρε Πρωτάθλημα με ρεκόρ βαθμών και το Κύπελλο UEFA. Το απίθανο, το έκανε το 2003-2004. Την κατάκτηση του Champions League κανείς δεν την περίμενε, αλλά και κανένας δεν την είχε απαιτήσει.
Στη Μαδρίτη, ο Μουρίνιο έπρεπε να κάνει το ακατόρθωτο: να σταματήσει την ανίκητη Μπαρτσελόνα
Το άγχος της επιτυχίας άρχισε να το νοιώθει αμέσως μετά, όταν ο Αμπράμοβιτς του εμπιστεύτηκε ένα… καράβι εκατομμύρια με στόχο το Champions League. Ο Μουρίνιο δεν το πήρε, όμως στην προσπάθειά του αυτή χάρισε στην Τσέλσι το πρώτο της Πρωτάθλημα έπειτα από μισό αιώνα. Απολύθηκε τον Σεπτέμβριο του 2007, γιατί ο ρώσος μεγιστάνας δεν συμβιβαζόταν με τίποτε λιγότερο. Ηθελε τη «Μεγάλη Κούπα».
Στον επόμενο σταθμό της καριέρας του, το χρήμα (του Μάσιμο Μοράτι) έρρεε άφθονο και πάλι. Μόνο που -αυτή τη φορά- ο Μουρίνιο βρήκε μια στρωμένη ομάδα, η οποία είχε κατακτήσει τα δυο προηγούμενα Πρωταθλήματα. Το Champions League του 2010 ήρθε σχεδόν φυσιολογικά, έστω κι αν η Ιντερ είχε να πάρει την ευρω-κούπα 45 ολόκληρα χρόνια. Αν ο Πορτογάλος δεν τα κατάφερνε, κανένας στο Μιλάνο δεν θα τον θεωρούσε αποτυχημένο. Αλλά αυτή η επιτυχία του έκανε τη Ρεάλ να πέσει στα πόδια του.
Στη Μαδρίτη, ο Μουρίνιο έπρεπε να κάνει το ακατόρθωτο: να σταματήσει την ανίκητη Μπαρτσελόνα στην Ισπανία (η οποία από το 2009 έως το 2011 δεν παιζόταν), να κατακτήσει το Champions League (στη Ρεάλ, αυτή η απαίτηση είναι διαρκής), κι όλα αυτά να τα κάνει παίζοντας ελκυστικό, περήφανο ποδόσφαιρο. Στα τρία του χρόνια εκεί, πήρε μόνο ένα Πρωτάθλημα (το 2012). Πριν πάει ο Πορτογάλος στο «Μπερναμπέου», η Ρεάλ μετρούσε τρία χρόνια χωρίς τίτλο. Επίσης, έξι διαδοχικούς αποκλεισμούς στη φάση των «16» του Champions League. Ο Ζοσέ την οδήγησε τρεις φορές στους ημιτελικούς. Αλλά, σε ένα τέτοιο club, μόνο τα τρόπαια έχουν σημασία. Ολα τα υπόλοιπα, είναι ασήμαντες λεπτομέρειες. Εκείνη η τριετία ήταν η πιο δύσκολη, η πιο αγχωτική στην καριέρα του.
Η δεύτερη θητεία του στο «Στάμφορντ Μπριτζ» ήταν εντελώς διαφορετική από την πρώτη. Πλέον, ο σύλλογος είχε γιγαντωθεί. Οι απαιτήσεις ήταν ακόμα μεγαλύτερες. Το Champions League ήταν η κορυφαία. Επιπλέον, ο Μουρίνιο αγωνιούσε να πετύχει κάτι σπουδαίο, έπειτα από την τραυματική εμπειρία του στη Μαδρίτη. Πήρε το Πρωτάθλημα τη δεύτερη χρονιά, όμως η τρίτη ήταν καταστροφική. Οταν απολύθηκε, άφησε την ομάδα λίγο πάνω από το όριο του υποβιβασμού. Ποτέ άλλοτε μετά το 2002, ο Πορτογάλος δεν φάνηκε τόσο ανήμπορος, τόσο πελαγωμένος, όσο στο πεντάμηνο Αυγούστου – Δεκεμβρίου 2015. Κι αυτή είναι η τελευταία εικόνα που έχει ο κόσμος για ‘κείνον.
Η Γιουνάιτεντ είναι, τώρα, η μεγάλη ευκαιρία του να ανεβάσει πάλι τις μετοχές του. Οπως λένε κοντινοί του άνθρωποι, ήταν και το απωθημένο του: να δουλέψει σε αυτόν τον μεγάλο σύλλογο. Αν δεν τα καταφέρει στο Μάντσεστερ, ο κύκλος των top συλλόγων που θα μπορούσαν να χωρέσουν τις φιλοδοξίες του, θα μικρύνει δραματικά.
Αλλά και αντιστρόφως: η Γιουνάιτεντ έχει εναποθέσει στον Μουρίνιο όλες τις ελπίδες της να ξαναγίνει νικήτρια. Τρία χρόνια από τότε που συνταξιοδοτήθηκε ο Αλεξ Φέργκιουσον, ακόμη παλεύει με τα φαντάσματά της. Χωρίς να της λείπουν τα χρήματα, και με τις άλλες πλούσιες ομάδες του Νησιού να βρίσκονται -κι αυτές- στα κάτω τους.
Πρόκειται για το πιο δύσκολο project που έχει αναλάβει ο «Special One», πίσω από εκείνο της Ρεάλ. Παρά το τεράστιο προσωπικό του διακύβευμα, όμως, δεν αναζήτησε δίχτυ ασφαλείας. Στην παρουσίασή του, δεν δίστασε να πει ξεκάθαρα πως δεν αρκεί η επιστροφή στο Champions League, επειδή ένας σύλλογος όπως η Γιουνάιτεντ έχει υποχρέωση να διεκδικεί το Πρωτάθλημα. Εριξε, μάλιστα, την σπόντα του για «κάποιους που δεν έχουν κατακτήσει το Πρωτάθλημα εδώ και δέκα χρόνια». Ο παραλήπτης της ήταν -προφανώς- ο Βενγκέρ. Μία από τις παλαιότερες κόντρες στο αγγλικό πρωτάθλημα αναβιώνει.
Οσο κι αν ο Μουρίνιο ισχυρίζεται ότι δεν χρειάζεται -πλέον- να αποδείξει την αξία του, κατά βάθος το γνωρίζει καλύτερα από τον καθέναν: μετά το περυσινό «χαστούκι» που δέχτηκε στον πάγκο της Τσέλσι, φέτος χρωστάει στον εαυτό του μια μεγάλη επιτυχία. Και, επειδή αυτή δεν μπορεί να είναι στο Champions League, ο τίτλος της Premier League 2016-2017 πρέπει να γράφει τ’ όνομά του.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News