Συμβαίνει κάτι περίεργο στον παγκόσμιο τουριστικό κλάδο. Το πιο εύκολο, φτηνό, γρήγορο –ολοένα και πιο γρήγορο- μέσο για να «διακτινιστείς» σε μία παραλία της Ταϊλάνδης ή σε μία από τις Βαλεαρίδες Νήσους για διακοπές είναι το αεροπλάνο. Κι όμως, η βιομηχανία που καλπάζει είναι η κρουαζιέρα. Το 2015 ο παγκόσμιος τζίρος άγγιξε τα 119,9 δισ. δολάρια. Και το 2016 προμηνύεται εξίσου κερδοφόρο, καθώς αναμένεται να ταξιδέψουν περίπου 24 εκατ. επιβάτες –ας σημειωθεί ότι ο αντίστοιχος αριθμός το 2006 ήταν 15 εκατ., ενώ το το 1980 μόλις 1,4 εκατ. επιβάτες. Στην Κίνα που πρόσφατα ανακάλυψε την ευχαρίστηση της κρουαζιέρας οι επιβάτες αυξήθηκαν κατά 79% μέσα σε δύο χρόνια (2012-2014).
Στην Ελλάδα τους θέλουμε αυτούς τους επιβάτες. Ασφαλώς προτιμάμε τους τουρίστες που μένουν στη στεριά, τρώνε ψαράκι και πίνουν τσίπουρο, αλλά και αυτοί που μένουν (και τρώνε) στα κρουαζιερόπλοια είναι ευπρόσδεκτοι -όλο και κάτι θα αφήσουν στο νησί φεύγοντας. Κανένας δεν θέλει όμως τεράστια πλοία στο λιμάνι του. Ούτε πλήθη τουριστών που φτάνουν κατά εκατοντάδες ή, πλέον, κατά χιλιάδες και συγκεντρώνονται στα ίδια σημεία, στις ίδιες παραλίες, στις ίδιες ταβέρνες, στις ίδιες θέες. Βέβαια, ούτε για τους επισκέπτες είναι ευχάριστο να περιμένουν μία ώρα στο λιμάνι για να ανεβούν για άλλες δύο ώρες στη χώρα ή να αισθάνονται ότι κινούνται μαζί με ένα κοπάδι. Και τέλος πάντων, πόσο κόσμο μπορεί να «σηκώσει» ένα ελληνικό νησί; Πόσους ρύπους μπορεί να αντέξει η θάλασσα -ας μη μιλήσουμε για την ατμόσφαιρα. Και γιατί μεγαλώνουν τα κρουαζιερόπλοια και οι μηχανές τους;
Οι ιδιοκτήτες κρουαζιερόπλοιων έχουν μυριστεί εδώ και καιρό ότι ο αέρας κερδίζει το νερό σε χρόνο και χρήματα. Εχουν όμως την πολυτέλεια του χώρου -ναι, προφανώς και της θάλασσας. Πολλαπλασιάζουν τις καμπίνες για να ρίξουν τις τιμές. Τα καράβια αποκτούν πολλές πισίνες, νεροτσουλήθρες, δωμάτια με θέα και με μπαλκόνια, ακόμα και με εικονικά παράθυρα! Γίνονται, οικονομικά προσιτές, πλωτές πολιτείες.
«Ενα κρουαζιερόπλοιο εκπέμπει όσους ρύπους εκπέμπουν πέντε εκατομμύρια αυτοκίνητα που διανύουν την ίδια απόσταση»
Τέτοιο είναι και το «θηρίο» που απέπλευσε πρόσφατα από το λιμάνι του Σαουθάμπτον. Το «Harmony of the Seas» είναι το μεγαλύτερο κρουαζιερόπλοιο στον κόσμο. Ζυγίζει 226.963 τόνους, μετρά 361 μέτρα σε μήκος, έχει δεκαέξι ορόφους, 23 πισίνες και φέρει 2.100 εργαζόμενους και 6.780 επιβάτες. Οχι δεν σκοπεύει να διασχίσει ελληνικά νερά, έβαλε πλώρη για Ισπανία (Βίγκο, Μάλαγα και Βαρκελώνη). Ωστόσο, περισσότερο από τους επιβάτες που είχαν ενθουσιαστεί με τον υπερσύγχρονο «Τιτανικό» και το ταξίδι, αυτοί που χάρηκαν την ώρα του απόπλου ήταν οι κάτοικοι του αγγλικού λιμανιού. Κανένας δεν θέλει έναν γίγαντα στο λιμάνι του.
«Μπορούμε να το μυρίσουμε, να το δούμε, να το γευτούμε. Ο αέρας φυσά τη ρύπανση μέσα στην πόλη και απ’ όσο γνωρίζουμε δεν γίνεται κανένας έλεγχος στους ρύπους», λέει στον Guardian ένας κάτοικος που ζει 400 μέτρα από το λιμάνι του Σαουθάμπτον. Πώς να μην το γευτούν; Το πλοίο που ανήκει στη Royal Caribbean κινείται με δύο μηχανές -Wärtsilä 16 κυλίνδρων και ύψους όσο ένα τετραώροφο κτίριο- οι οποίες στις καλύτερες στιγμές τους μπορούν να καταναλώσουν ακόμα και πέντε τόνους καυσίμων ντίζελ την ώρα. Κάπως έτσι βρομίζει η αστραφτερή και καθαρή εικόνα που προβάλλουν οι εταιρείες κρουαζιερόπλοιων.
«Ενα κρουαζιερόπλοιο εκπέμπει όσους ρύπους εκπέμπουν πέντε εκατομμύρια αυτοκίνητα που διανύουν την ίδια απόσταση», δήλωσε πρόσφατα στον Guardian ο Ντάνιελ Ρίγκερ, μέλος της γερμανικής περιβαλλοντολογικής οργάνωσης Nabu. Γιατί αυτά τα πλοία καταναλώνουν βαριά καύσιμα τα οποία στη στεριά θα αποβάλλονταν ως επικίνδυνα.
Και αν στο δεύτερο μεγαλύτερο εμπορικό λιμάνι της Ευρώπης και το πιο πολυσύχναστο σε επισκέψεις κρουαζιερόπλοιων το πρόβλημα της ρύπανσης της ατμόσφαιρας τρυπάει τα ρουθούνια των κατοίκων, στο λιμάνι της Σαντορίνης, όπου, αναγκαστικά, δεν μπορούν να προσδέσουν περισσότερα από πέντε κρουαζιερόπλοια -γι’ αυτό και συχνά ρίχνουν άγκυρα στα ανοιχτά και κρατούν τις ρυπογόνες μηχανές αναμμένες- αυτοί που δυσανασχετούν με τις πυκνές αφίξεις των θηρίων δεν είναι μόνο οι κάτοικοι ή οι φιλοπεριβαλλοντολογικές οργανώσεις αλλά και οι ίδιοι οι τουρίστες.
Το 2015 η Σαντορίνη υποδέχθηκε 636 κρουαζιερόπλοια από τα οποία αποβιβάστηκαν 791.927 επισκέπτες. Και αν από αυτούς οι 10.000 με 20.000 φτάνουν μέσα σε μία μέρα; Γιατί αυτό συμβαίνει στο νησί όπου κάποιες μέρες δεν δένει κανένα κρουαζιερόπλοιο, ενώ άλλες φτάνουν ακόμα και πέντε ταυτόχρονα. Και τα λιμάνια της Σαντορίνης δεν μπορούν να «σηκώσουν» 20.000 επισκέπτες μέσα σε μία μέρα.
Πόσα πούλμαν «χωράνε» στο λιμάνι και πόσα μπορούν να μεταφέρουν τους τουρίστες στην Οία, στα Φηρά ή στην Κόκκινη παραλία; Πόση ώρα πρέπει να περιμένουν οι τουρίστες για το τελεφερίκ που μεταφέρει 660 επιβάτες ανά ώρα; Πόσοι από αυτούς θα επιλέξουν να ανέβουν με γαϊδουράκι για μία 15λεπτη βόλτα και πόσα άτομα μπορούν να εξυπηρετήσουν οι χώροι υποδοχής; Ακόμα και η πολεοδομία του νησιού θέτει περιορισμούς. Οι πεζόδρομοι της Οίας μπορούν να «αντέξουν» μέχρι 2.000 επισκέπτες, όταν ο αριθμός των τουριστών που φτάνουν καθημερινά για το δημοφιλές ηλιοβασίλεμα ξεπερνά τις 3.000, σύμφωνα με κυκλοφοριακή μελέτη που διεξήγαγε πριν από κάποια χρόνια το γραφείο Σταύρος Κωνσταντινίδης και Συνεργάτες.
Αυτά μελέτησε το εργαστήριο Διοίκησης Ναυτιλιακών και Λιμενικών Επιχειρήσεων του τμήματος Ναυτιλίας στο Πανεπιστήμιο Αιγαίου τα τελευταία τρία χρόνια για να προτείνει ένα σύστημα διοργάνωσης που απουσιάζει από τον κλάδο στην Ελλάδα. «Κάτι σαν μία ρεσεψιόν στο λιμάνι της Σαντορίνης», εξηγεί στο Protagon η επικεφαλής της έρευνας και καθηγήτρια στο πανεπιστήμιο, Μαρία Λεκάκου. «Εξετάσαμε τι φέρνει οικονομικά η κρουαζιέρα στον τόπο, τι προκαλεί δυσφορία και πώς μπορεί να είναι ευχαριστημένος τόσο ο επιβάτης όσο και ο κάτοικος».
Τον Δεκέμβριο συζήτησαν τα συμπεράσματά τους με όλους τους τοπικούς φορείς στο νησί. Πρότειναν έναν διαμοιρασμό των αφίξεων ανά μέρα και ανά ώρες της ημέρας. «Δημιουργήσαμε ένα σύστημα που χρησιμοποιεί ένα λογισμικό ανάλυσης δεδομένων για τη διαχείριση στο λιμάνι και το νησί», εξήγησε η ίδια. Κατέληξαν σε ένα κατώφλιο ανάμεσα στις έξι και δέκα χιλιάδες αφίξεις την ημέρα. Το «πλαφόν» όπως έχει χαρακτηριστεί από πολλούς δεν τίθεται άμεσα σε εφαρμογή, καθώς οι κρουαζιέρες προγραμματίζουν δρομολόγια ακόμα και δύο χρόνια πριν.
Η «ρεσεψιόν» βρίσκεται σε δοκιμαστικό στάδιο ακόμα, με την προοπτική εφαρμογής στα επόμενα δύο χρόνια. Οι ερευνητές ευελπιστούν ότι θα πετύχει και ότι θα δελεάσει κι άλλους δήμους ώστε να καθιερωθεί στα υπόλοιπα λιμάνια που πλήττονται από καλοκαιρινή συμφόρηση: τον Πειραιά, τη Μύκονο, τη Ρόδο και την Κέρκυρα. Και βέβαια το πρόβλημα είναι μεσογειακό, αν όχι παγκόσμιο. Γι’ αυτό και συνομιλούν με ακαδημαϊκούς και οικονομολόγους της Ιταλίας. Με λίγα λόγια, ούτε στην Αδριατική είναι ευπρόσδεκτα από όλους τα «τέρατα» της θάλασσας.
Για να προσεγγίσουν τη μαγευτική πόλη της Βενετίας τα κρουαζιερόπλοια έχουν στη διάθεσή τους μόνο έναν θαλάσσιο διάδρομο, το κανάλι Giudecca. Δεν είναι μόνο άκομψο να βλέπεις ένα πλοίο να ξεπροβάλλει πίσω από τα βενετσιάνικα σπίτια και τα στενά κανάλια. Είναι και επικίνδυνο. Προκαλούν κύματα που φτάνουν μέχρι και το ένα μέτρο και απειλούν να ανατρέψουν τις παραδοσιακές γόνδολες. Και φέρουν μαζί κύματα τουριστών που για πολλούς μολύνουν τον χαρακτήρα της πόλης. «Η Βενετία έχει το ένα τρίτο των κατοίκων που είχε τον 18ο αιώνα -μόλις 50.000 μόνιμους σήμερα. Αλλά δέχεται 3 εκατ. τουρίστες τον χρόνο», είπε πρόσφατα στην Telegraph η Αντρεα Καραντίνι, διευθύντρια του Ιταλικού Περιβαλλοντολογικού Ταμείου.
Τον Νοέμβριο του 2014 η Βενετία επέβαλε απαγορευτικό στα μεγάλα πλοία. Αλλά ύστερα από έναν χρόνο, τον Ιανουάριο του 2015, οι Αρχές αποφάσισαν να το αποσύρουν. «Δεν είναι βιώσιμο. Αν συνεχιστούν αυτοί οι ρυθμοί η πόλη θα ξεψυχήσει».
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News