«Η Ελένη Φουρέιρα παραδέχθηκε, επιτέλους, ότι γεννήθηκε στην Αλβανία», διάβασα. Παραδέχομαι εξαρχής την, μέχρι χθες, άγνοιά μου, για την κοπέλα. Έμαθα, εκτός της καταγωγής της, ότι πρόκειται για γνωστή και όμορφη νεαρή τραγουδίστρια, που το ταλέντο της αναδείχθηκε μέσω κάποιου τηλεοπτικού show, και που για χρόνια αρνιόταν την καταγωγή της. Το (υιοθετημένο) επώνυμο και τα εξωτερικά της χαρακτηριστικά -στερεότυπο αφενός, αφετέρου αναγκαστική η διευκρίνιση- βοήθησαν προς αυτή την κατεύθυνση, απ’ όσο κατάλαβα.
Στον «λαμπερό» κόσμο της show biz κάτι τέτοιο μπορούσε κάποιος να τα θεωρεί ξεπερασμένα. Θα μπορούσε, μάλιστα, με το κατάλληλο μάρκετινγκ, να αποτελεί επιπλέον εφόδιο για επιτυχημένη καριέρα. Αναφέρω πρόχειρα δυο γνωστές «Φουρέιρα», την Έλενα Παπαρίζου και τη Maria Menunos. Η πρώτη, παιδί Ελλήνων μεταναστών στη Σουηδία, διέπρεψε ως εκπρόσωπος της Ελλάδας στη Eurovision του 2004 και πέρσι προσπάθησε ανεπιτυχώς να εκπροσωπήσει τη Σουηδία. Τη δεύτερη κυρία, «τρίτη γενιά» μεταναστών, την έφεραν στην Ελλάδα από τις ΗΠΑ, για να παρουσιάσει την επόμενη Eurovision. Φυσιολογικά, σύμφωνα με τα ισχύοντα σε ανοικτές, ανεκτικές και πολυπολιτισμικές κοινωνίες, τίποτα δεν συνέβη στις χώρες που γεννήθηκαν ή (και) μεγάλωσαν. Η Παπαρίζου, μάλιστα, φέτος προσπάθησε να εκπροσωπήσει τη Σουηδία αλλά δεν προκρίθηκε.
Μετά από την αποκάλυψη, αρκετοί μπορεί να κατακρίνουν την κοπέλα. Τώρα, πια, είναι «η Αλβανίδα». Ψάχνοντας λίγο παραπάνω -μιλάμε ότι «έφαγα» lifestyle για 10 χρόνια- έμαθα και ότι είναι ζευγάρι με τον διεθνή ποδοσφαιριστή Γιώργο Σαμαρά. Το τι ζήλια θα «πέφτει» πλέον και τι «θάψιμο», γίνεται εύκολα κατανοητό. «Μα, με την Αλβανίδα, ο κούκλος ο Γιώργαρος;». Τέλος πάντων, ασχολήθηκα επειδή στο πρόσωπό της, που είναι «επώνυμη» και εύκολα μπορεί(;) να υπερασπιστεί τον εαυτό της, βλέπω πολλά άλλα παιδιά. Αναφέρω ένα προσωπικό παράδειγμα: Η Ιωάννα, η δεύτερη από τις τρεις κόρες μου, γεννήθηκε στη Δράμα. Όταν ήταν 3η ή 4η Δημοτικού, γυρίζοντας από τις καλοκαιρινές διακοπές, η δασκάλα τους ζήτησε να περιγράψουν την εμπειρία. Η Ιωάννα, που τις πέρασε στη Δράμα, στη γιαγιά από τη μητέρα της και στη νονά, περιέγραψε και αυτή τα βιώματά της. Η δασκάλα, όμως, την «προσγείωσε». Εσύ, της είπε, είσαι Αλβανίδα, να μας περιγράψεις το χωριό σου, όχι τη Δράμα. Εξήγησε τους λόγους η μικρή και (φαντάζομαι ότι) η δασκάλα κατάλαβε το λάθος της. Στα μάτια των συμμαθητών, όμως, η Ιωάννα, έγινε αμέσως «η Αλβανίδα», παρόλο που ποτέ δεν το είχε κρύψει. Που, «όπως λένε και στις τηλεοράσεις», «μας κλέβουν», «μας παίρνουν τις δουλειές», «μας σκοτώνουν». Και όταν είσαι ενήλικας, πάει και έρχεται, όλο και κάποια επιχειρήματα θα βρεις να αντικρούσεις τα ρατσιστικά στερεότυπα. Με το παιδί, όμως, τι γίνεται;
Η ποινικοποίηση της καταγωγής, της όποιας καταγωγής ή χρώματος, σεξουαλικού προσανατολισμού, βάρους, ύψους, θρησκευτικής κλπ., πίστης είναι «έργο» των μεγάλων. Πριν κατακρίνουμε τη Φουρέιρα, και στο πρόσωπό της κάθε άτομο που αναγκάζεται να κρύψει την καταγωγή του, ας αναρωτηθούμε, τι κάναμε λάθος ως κοινωνία που άνθρωποι δίπλα μας αναγκάζονται να κρυφτούν ακόμα και για την καταγωγή τους. Και η κοινωνία είμαστε εμείς. Εσύ, εγώ ο άλλος. Ο κοινωνικός διαχωρισμός των ανθρώπων, η ομαδοποίηση προς ευκολότερη αναγνώριση και στοχοποίηση «των άλλων», βάσει καταγωγής, στη περίπτωση που εξετάζουμε, παραμερίζοντας τις προσωπικές ικανότητες του καθενός, θα «γεννήσει», αναπόφευκτα μια «Φουρέιρα». Που θα κρύψει ότι είναι Αλβανίδα, όπως κανείς κρύβει κάποιο έγκλημα. Και όσο εμείς, η κοινωνία, όταν το μάθουμε, αντί να πολεμήσουμε την αιτία που την έκανε να το κρύψει, αντί να κοιτάξουμε στον καθρέπτη, πέσουμε πάνω στην ίδια, προσθέτοντας ακόμη περισσότερες ενοχές, θα έχουμε βάλει το λιθαράκι στους κοινωνικούς διαχωρισμούς, και θα έχουμε σκάψει ακόμα περισσότερο το κενό. Η καταγωγή του καθενός, η τυχαία γέννηση σε κάποιο έδαφος, δεν είναι λόγος υπερηφάνειας όπως και δεν είναι αιτία ντροπής. Άπαξ και γίνει κατανοητό αυτό, «Φουρέιρες», από τον φόβο της απόρριψης, δεν θα υπάρχουν.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News