Μιλώντας για βιωσιμότητα και για συναινέσεις
Μιλώντας για βιωσιμότητα και για συναινέσεις
Με ένα έμμεσο πολιτικό λογοπαίγνιο, η Άννα Διαμαντοπούλου επιχείρησε (ως «Δίκτυο για την Μεταρρύθμιση στην Ελλάδα και την Ευρώπη») να στρέψει για μιαν ακόμη φορά τον φακό στο ζήτημα του χρέους, αλλά και της (ολίγον τι ταλαίπωρης, αφού στράτευσε μέχρι… Δημήτρη Αβραμόπουλο) προσπάθειας να υπάρξει ένα μίνιμουμ συναίνεσης -πείτε την εθνική, πείτε την διαπραγματευτική, πείτε την ακόμη-ακόμη τακτική- γύρω από το θέμα του χρέους.
Καλώντας γύρω από ένα τραπέζι -πιο άβολα: σ' ένα στενό μακρύ τραπέζι/έδρα- ανθρώπους από την κυβέρνηση (Κ. Χατζηδάκης/Φιλ. Σαχινίδης) και την αντιπολίτευση (Γ. Δραγασακης), αλλά και πολιτικά σκεπτόμενους τεχνοκράτες (Π. Τσακλόγλου και Χρ. Σαρδελής, αντίστοιχα), θέλησε να αναδειχθεί πού/από πού/προς τα πού θα μπορούσε να βγει κάτι σαν κοινός παρανομαστής.
Λοιπόν, πέρα από το μάλλον κοινότοπο -αλλά και τόσο συχνά αγνοημένο- ότι η λύση στο αδιέξοδο του χρέους (το οποίο ακόμη και η «κυβερνητική» πλευρά λίγο-πολύ δέχθηκε ότι είναι μη-βιώσιμο, ενώ ο Γ. Δραγασάκης το χειρίσθηκε ακόμη πιο ουσιαστικά, λέγοντας ότι «το ζήτημα δεν είναι βιώσιμο ή μη-βιώσιμο χρέος, είναι βιώσιμες ή μη-βιώσιμες κοινωνίες») μόνο μέσα από την ανάπτυξη μπορεί να προέλθει… βιώσιμα, δηλαδή χωρίς να γονατίσει τελείως η ελληνική οικονομία με τα υπερφιλόδοξα δημοσιονομικά πλεονάσματα, συναίνεση/σύμπλευση προέκυψε και στο ότι κάθε λύση ρύθμισης του χρέους θάπρεπε να συνοδεύεται από ρήτρα ανάπτυξης.
(Υπήρξε και ένα δεύτερο σημείο συναίνεσης, πιο τεχνικό: ότι θάπρεπε πέραν της επιμήκυνσης του χρέους και -τρίτο σημείο- της περικοπής αλλά κυρίως του παγώματος των επιτοκίων, να προσεχθεί να υπάρξει μεγαλύτερη περίοδος χάριτος στην καταβολή τόκων. Άμα υποτεθεί ότι στην ελληνική οικονομία αρχίζει κάτι σαν επανεκκίνηση και συνοδευθεί απο αφαίμαξη για εξυπηρέτηση του χρέους, πάει!).
Όμως, ο διάβολος κρύβεται στις λεπτομέρειες. Διότι, όντως, με ρήτρα ανάπτυξης προχώρησε τη δεκαετία του ΄50 και μετά η Γερμανία το δικό της θαύμα -μετά το δικό της/το γενικό Ευρωπαϊκό Σχέδιο Μάρσαλ, εννοείται- όπως θύμισε ο Γ. Δραγασάκης. Όμως, να, η «γερμανική» ρήτρα ανάπτυξης έλεγε τότε ότι για την εξυπηρέτηση του χρέους η Γερμανία δεν θα κατέβαλλε πάνω από 20% της αξίας των εξαγωγών της. Αυτές τις εξαγωγές ήταν που απογείωσε (και που την απογείωσαν…) η ηττημένη Γερμανία, θύμισε η Άννα Διαμαντοπούλου: εκεί στόχευε η ρήτρα ανάπτυξης, στο να χτίσει εξωστρέφεια. Όχι απλώς στο να θέσει μια οροφή στο ποσό που θα καταβαλλόταν για εξυπηρέτηση του χρέους.
Εκεί, βέβαια, που πήγαινε να μας φύγει η συναίνεση, ήρθε ο Χριστόφορος Σαρδελής να παρατηρήσει ότι η «γερμανική» ρήτρα είχε νόημα έτσι διατυπωμένη -γιατί; Επειδή οι γερμανικές καταβολές γίνονταν τότε σε συνάλλαγμα, σε ξένο νόμισμα – ενώ η ελληνική οφειλή είναι σε «εγχώριο», σε ευρώ.
Κατά τα άλλα, εκτεταμένη σύμπλευση στη διάγνωση και στις δυσκολίες (τι θα δέχονταν/τι θα δεχθούν τα Κοινοβούλια των άλλων, όχι τι λαρυγγισμούς θα κάνουμε εμείς, συν τι θα γίνει με τους παρανοϊκά αισιόδοξους/απαιτητικούς στόχους που έχει τάξει το Πρόγραμμα Προσαρμογή για ρυθμούς ανάπτυξης και για πλεονάσματα, διαχρονικά), όμως ακόμη μακριά από κάποια διάθεση πολιτικής/διαπραγματευτικής συμπαράταξης.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News