645
|

Και όμως, μπορούμε

Και όμως, μπορούμε

Διαβάζαμε, μεσοκαλόκαιρα το Spiegel – σιγά σιγά θα πρέπει να τη χτίσουμε αυτήν τη συνήθεια, έτσι καθώς η προτεκτοριοποίηση από τη Γερμανία (που επέλεξε για την Ελλάδα η πολιτική τάξη, την οποία εμείς επιλέξαμε) καθιστά χρήσιμο αν μη αναγκαίο να γνωρίζουμε πώς σκέφτονται «εκείνοι». Άλλωστε το Spiegel επελέγη ως δίαυλος της θερινής διαρροής έκθεσης της ίδιας της Bundesbank που θεωρεί ότι είναι αναπόδραστη η αναδιάρθρωση του ελληνικού χρέους στο άμεσο μέλλον, οπότε έτσι μαθαίνουμε για το μέλλον μας – και εμείς οι πολίτες, αλλά και η ίδια η πολιτική τάξη μας…

Όμως, στο μεσαυγουστιάτικο τεύχος του Spiegel είχε μια διπλή ενδιαφέρουσα ανάλυση, από εκείνες τις κάπως κοινωνιολογίζουσες, βαθύτερα πολιτικές που συνηθίζει. Η μια πτυχή αφορούσε άμεσα την Ελλάδα: περιέγραφε πώς δυο νεαρές Ελληνίδες – οι ακτιβίστριες, όπως τις περιγράφει, Μαίρη Καρατζά και Στεφανία Ξυδιά – προσπαθούν, με συγκεκριμένες «πρωτοβουλίες πόλης», να ξυπνήσουν κάτι από κοινωνική συνείδηση και αυτοοργάνωση μέσα στην κρίση. Με δεδομένο ότι «το Κράτος πλέον εξαντλήθηκε, και οικονομικά αλλά και ηθικά», πλην όμως «αυτό δεν είναι αναγκαστικά κακό….», περιγράφεται πώς από το να ξαναφωτίσει κανείς με πρωτοβουλία των καθημερινών ανθρώπων δρόμους του παρατημένου Κέντρου της Αθήνας μέχρι να φέρει συμπαράσταση με μπαζάρ μεταχειρισμένων ρούχων ή μέριμνα σε όσους πλήττονται από «το σύστημα υγείας που βρίσκεται σε κατάρρευση (εδώ χρονικογραφείται η εθελοντική κλινική του καρδιολόγου Γιώργου Βήχου, στο Ελληνικό για όσους μένουν ανασφάλιστοι) πρωτοβουλίες κοινωνίας πολιτών είναι ένα ενθαρρυντικό σημάδι για την Ελλάδα. (Μέχρι και «πέντε εναλλακτικά νομίσματα» ανταλλαγής, ανεκάλυψε ο Spiegel στην Κρήτη. «Το αληθινό νόμισμα λέγεται εμπιστοσύνη». Μάλλον βιάστηκε, εδώ, ο καλός δημοσιογράφος…).

Αν τα παραδείγματα από την Ελλάδα αφορούν πρωτοβουλίες με μεσο-(ανμη μεγαλο-)αστικές περιπτώσεις χτισίματος κοινωνίας πολιτών, κάπου 40 σελίδες χωρίζουν στο Spiegel από ένα άλλο παράδειγμα. Αφορά το πώς ο καρδιοχειρουργός Ντέβι Πράσαντ Σέτι έχει προσπαθήσει – και έχει μέχρις ενός σημείου πετύχει – να δώσει ζωή σ’ ένα «δικό του» πρότυπο σύστημα υγείας, που παράγει στην Ινδία υπηρεσίες πρώτης γραμμής (καρδιοχειρουργικές, καρκινολογικές, οφθαλμολογικές) με κόστος ένα κλάσμα εκείνου που έχουν οι πλούσιες χώρες. Πάνω από 30.000 εγχειρήσεις καρδιάς, με έμφαση στις μικρές ηλικίες, έχει κάνει ο Σέτι – στην κλινική του γίνονται μέχρι 30 τέτοιες επεμβάσεις την ημέρα, δηλαδή περίπου 4πλάσιες από ένα αντίστοιχο μεγάλο γερμανικό νοσοκομείο, κατά τον Spiegel.
Όμως, το κόστος το οποίο έχει κατορθώσει να διαμορφώσει ο Σέτι, είναι στα 1.500 ευρώ για ένα σοβαρό μπαϊπάς, με γερμανικό κόστος 12-17.000 ευρώ, αμερικανικό 15-30.000 ευρώ.

Πέρα από την ανελέητη μάχη με το κόστος (χωρίς όμως εκπτώσεις στην ιατρική ποιότητα: πιστοποίηση της JCI/Joint Commission International το αποδεικνύει), πέρα και από την ευρύτερη κινητοποίηση εθελοντών, η προσέγγιση του Σέτι διαθέτει ένα άλλο ιδιαίτερο χαρακτηριστικό. Σε μια χώρα τραγικής φτώχειας, όπου «300.000 παιδιά κάθε χρόνο πεθαίνουν την ημέρα της γέννησής τους» ο Δρ. Σέττυ, απαιτεί …οι ασθενείς του να πληρώνουν! Οπωσδήποτε. Βέβαια, ό,τι/όσο μπορεί η κάθε οικογένεια που φέρνει το παιδί της: μετά τη διάγνωση, τους δίνει μια κάρτα με το κόστος της επέμβασης -ας πούμε 125.000 ρουπίες- «Τι έχετε να δώσετε;». «30.000, και μόλις μας πληρώσουν για ένα χωράφι που πουλήσαμε άλλες 30.000» (συνολικά, 700 ευρώ είναι αυτά). Τα υπόλοιπα; Ένα ιδιαίτερο σύστημα χορηγιών τα εξασφαλίζει. Μεσαίοι επιχειρηματίες, εύποροι αστοί (με όρους Ινδίας…) «αναλαμβάνουν» στα πλαίσια μιας Επιτροπής να συμπληρώνουν κάθε φορά το αναγκαίο κόστος. Μετά από συζήτηση με τον ενδιαφερόμενο: «Σχεδόν κάθε αίτηση γίνεται δεκτή. Όμως θέλουμε να έχουμε μιλήσει πρώτα με τους ανθρώπους».

Όγδοο παιδί μιας οικογένειας εστιάτορα με εννιά συνολικά παιδιά από την Μπανγκαλόρ, ο Σέτι είχε ακούσει – παιδί ακόμη – για τον Κρίστιαν Μπάρναρντ και το κατόρθωμά του να μεταμοσχεύσει καρδιά. Έκανε στόχο ζωής να τον μιμηθεί. Μάλλον πέτυχε κάτι μεγαλύτερο. (Και πώς κάνει κύκλους η ιστορία: ο ίδιος Κρίστιαν Μπάρναρντ όνειρο ζωής είχε να γίνει Ελληνας. Αφού δημιούργησε καρδιολογικό κέντρο για παιδιά στην Κω, είδε να του απονέμεται η ελληνική υπηκοότητα, μετά λαμπρής τελετής, στην Αθήνα). 
Αρκούν όμως οι αφηγήσεις. Διδάγματα; Ταπεινά θα προτείναμε ένα: «Πάντα κάτι μπορεί να γίνει…».

Ακολουθήστε το Protagon στο Google News