466
|

Γερμανικό

Στάθης Παχίδης Στάθης Παχίδης 2 Ιουλίου 2012, 08:04

Γερμανικό

Στάθης Παχίδης Στάθης Παχίδης 2 Ιουλίου 2012, 08:04

Του ‘χε μείνει το βλέμμα του ταμία της Τράπεζας –  «τι μας λες τώρα ρε μπαγάσα… Χααα, αγορά ε… ,δέκα μέρες πριν τις εκλογές;».  Μετά ήρθαν τα δύσκολα – ν’ ασχοληθεί με το τουβλίδιο, που σχημάτιζαν τα πενηντάευρα, όπως το είχε ζητήσει. Τα βόλεψε σ’ ένα σακ βουαγιάζ και με την κυρία του α λα μπρατσέτα, προσεχτικά, βγήκε από την Τράπεζα με τις χιλιαδίτσες -κόπους μιας ολόκληρης ζωής συν κάτι κληρονομικά- και παίζοντας χάλια τον ανέμελο έτρεξε με τ’ αμάξι για το σπίτι.

Είχε σκεφτεί πολλές εκδοχές από πριν αλλά τώρα, με το τούβλο υπό μάλης, κάτι δε του καθόταν καλά. Που να τα βάλει τα ωραία του λεφτουδάκια, τώρα που τα ‘κανε οικόσιτα; Στη χύτρα ταχύτητος, στην καπνοδόχο του τζακιού, στην παπουτσοθήκη, στα κουτιά των βιντεοταινιών της μικρής, στην εργαλειοθήκη, στο κλασέρ με τις παλιές σημειώσεις; Σκεφτόταν να τα διασπείρει αλλά δίσταζε. Η σοφία του κλασσικού τον οδήγησε στην ανέκαθεν λύση. Στρώμα… Για την ακρίβεια, ανάμεσα στο στρώμα και την τάβλα του διπλού κρεβατιού — και να μας ψεκάσουν, έλεγε, πως να μας μετακινήσουν, κάτι θα πάρουμε χαμπάρι.

Με τα ψιλά στο σπίτι, κλείδωσε το φόβο για τη δραχμή απ’ έξω αλλά άρχισε να χάνει τον ύπνο του και δεν έφταιγε το στρώμα γι αυτό. Δεν έπρεπε να μένει το σπίτι μόνο κι αφρούρητο ούτε και ήθελε πολλά πολλά στην κρεβατοκάμαρα. Θαρρείς και βάρυνε το κλίμα με τη μυστικοπάθεια και τη συνωμοτικότητα. Το συνθηματικό, που χρησιμοποιούσε η κυρία του ή ο μεγάλος του, ήταν «ΑΤΜ». Αν τυχόν και χρειαζόταν χρήματα πέρα από το μισθό, διπλοκλείδωνε την πόρτα του δωματίου κι έκανε ανάληψη από το τουβλίδιο—και χωρίς  PIN του την έλεγε ο γιος του. Μετά έβαλε στο μπαλκόνι μόνο κουτιά από μαϊμού συναγερμό (πού λεφτά για κανονικό…) και έφτιαξε και μια ταμπέλα «Η οικία φυλάσσεται από την Armaggedon security». Αργότερα πήρε κι ένα αεροβόλο—αντίγραφο κανονικού σαρανταπενταριού, που από μακριά μπορεί και να ψάρωνε τον επίδοξο διαρρήκτη- επιθεωρητής Κάλαχαν αέρος αέρος. Η κρίση για τους διαρρήκτες δουλεύει.

Σαν οικογένεια δε ξαναβγήκαν ποτέ όλοι μαζί κι ας παραξενεύονταν κάποιοι. Για διακοπές ούτε σκέψη. Στιγμή το σπίτι κι η κρεβατοκάμαρα δεν έμειναν αφύλαχτα. Αν κι ήταν απλό κωλοφάνταρο στο στρατό, έκανε τον επιλοχία και μοίρασε τις υπηρεσίες. Τα πρωινά είχε βάρδια η πεθερά με την ανυποψίαστη μικρή. Μεσημέρι (επικίνδυνα αθώα ώρα) σειρά έπαιρνε η κυρία του, που όλο και ξέκλεβε χρόνο από τη δουλειά. Το απόγεμα μοιραζόταν η υπηρεσία εναλλάξ, ανάλογα με τις δουλειές του καθενός-φροντιστήρια, αθλοπαιδιές, ψώνια. Το βράδυ ο γιος του αναλάμβανε καθήκοντα, μια και ούτως ή άλλως έλιωνε στον υπολογιστή μέχρι τις μια, δύο τα μεσάνυχτα. Μετά ήταν τα δύσκολα, τ’ ανυπόφορα, οπότε αυτός το πήρε πάνω του— όσο κι αν πήγαινε κομμάτια  την άλλη μέρα στη δουλειά. Δύο με τέσσερις, τη βαθιά νύχτα. Στο στρατό, αυτό το νούμερο –άκου να δεις ειρωνεία, δε ξέρω γιατί- το λέγαν γερμανικό.

Ακολουθήστε το Protagon στο Google News