583
|

Ζώνη ασφαλείας

Στάθης Παχίδης Στάθης Παχίδης 13 Απριλίου 2012, 01:31

Ζώνη ασφαλείας

Στάθης Παχίδης Στάθης Παχίδης 13 Απριλίου 2012, 01:31

Βροχερό το απόγεμα της Κυριακής του  Φλεβάρη και η θερμοκρασία εκεί λίγο πάνω από το μηδέν. Μια  στάση στο περίπτερο και άρον άρον επιστροφή στη θαλπωρή του καλοριφέρ του αυτοκινήτου,  καθώς ξεκινώ για το απογευματινό μου κατέβασμα στο κέντρο της πόλης.                                             

Καθώς  τ’ αμάξι  παίρνει μπροστά, καθώς το τσιγάρο ανάβει και αρχίζει το ψαχούλεμα στη μπάντα του ραδιόφωνου, σε συναντά απ’ τα ηχεία η αρχαία εμμονή, θαρρείς και κρυβότανε κάπου στην ομίχλη και τη βροχή, που δυναμώνει. Είχα καιρό να τ’ ακούσω -ποιος, στην εποχή της (ν)λίστας, τώρα που επιτέλους γίναμε εφάμιλλοι των ευρωπαϊκών, παίζει πια τέτοια τραγούδια; Ασυναίσθητα έδωσα ένταση: «Τα όνειρα που χτίζονται» του Άκη Πάνου –ερμηνεία Στέλιος Καζαντζίδης.  Όχι , ευτυχώς κανείς δε το χει ως τώρα διασκευάσει εκσυγχρονίζοντας τον ήχο του. Ακούμε πια και προσεγγίζουμε τα «στοιχεία ταυτότητας»  μόνο δια της πλαγίας -αν είχε βάλει τίποτα beat κανένας προχώ μπορεί και να παιζόταν στα μπητσόμπαρα και να το γουστάραμε οι απενοχοποιημένοι φραγκολεβαντίνοι.

Βικ βικ βικ βικ βικ αρχίζει και δεν σταματά ο θόρυβος που κάνει τ’ αμάξι, όταν ξεκινά ο οδηγός δίχως να φορέσει τη ζώνη ασφαλείας και δεν μ’ αφήνει ν’ απολαύσω τις πενιές του σπουδαίου Λάκη Καρνέζη, που νομίζω ότι παίζει το κομμάτι. Οκ, θα την πω την αμαρτία μου. Μια να μη τσαλακώσει το πουκάμισο, μια είναι χοντρό το μπουφάν, μια σιγά την απόσταση που θα κάνω, βρίσκω χίλια προσχήματα να μη φορώ τη ζώνη ασφαλείας -με ζορίζει ρε παιδί μου, παλιά το έλεγαν «το απείθαρχον του Έλληνος». Μπρος στην απειλή όμως του να χάσω τη σπάνια εκφορά τραγουδισμένου ποιητικού λόγου όπως «…είναι τόσο μεγάλη η ζωή, όταν ζεις διαρκώς», ε έκανα την ανάγκη φιλοτιμία και ζώστηκα. Μόνο με τον ήχο της βροχής, αφέθηκα πια στην ακρόαση.

Τα επόμενα 3:28 λεπτά ήταν λόγω του άσματος εξόχως ενδοσκοπικά αλλά ο ραδιοφωνικός παραγωγός δεν συνέχισε σε εφάμιλλο  επίπεδο. Τα μεθεπόμενα όμως δέκα λεπτά είχαν ακόμη μεγαλύτερες εκπλήξεις. Στην είσοδο από την Μουδανιών-Θεσσαλονίκης προς τον Περιφερειακό της Θεσσαλονίκης, όπου κινιόμουν, ένιωσα το αυτοκίνητο μου πούπουλο, «πτίλον επ’ ανέμου», να γλιστρά και να μου φεύγει από τα χέρια. Ζημίωσα το Ελληνικό Δημόσιο αλλά θα του πληρώσω τις δύο μπάρες, που σταμάτησαν την ξέφρενη πορεία μου, όταν  με σφοδρότητα πενήντα και κάτι χιλιομέτρων έπεσα πάνω τους και τις τσαλάκωσα. Σταμάτησα κάθετα στον πυκνής κυκλοφορίας  δρόμο, μετά από το δεύτερο μπαμ πάνω στην απέναντι μπάρα αναρωτώμενος τι είχε συμβεί και -ναι, άγιο είχα- κανείς δεν ακολουθούσε ευτυχώς. Ένα δυο λεπτά αργότερα μια κοπέλα καστανομάλλα  με τζην και πουλόβερ, μ’ ένα μικρό σιέλ αυτοκίνητο με αριθμό πινακίδας, που άρχιζε από ΥΟΤ και ένας επαγγελματίας μ’ ένα άσπρο βανάκι ήταν οι μόνοι που σταμάτησαν να με ρωτήσουν αν είμαι καλά -οι υπόλοιποι  περνούσαν κόβοντας ταχύτητα και κοιτώντας περίεργα  το «θέαμα». Ναι, ήμουν καλά -μικροαμυχές από τα τραντάγματα και το δεδομένο σοκ- η Τροχαία και η οδική βοήθεια ήταν γρήγορες και άψογες και τους ευχαριστώ.

Εδώ κι ενάμιση μήνα σκέφτομαι να το γράψω αυτό το κείμενο και δεν μου ήταν και το ευκολότερο, για να πω την αλήθεια. Οι «θωπείες» στις σιδερένιες μπάρες αλλά και αυτοί που δεν ήρθαν τελικά από πίσω μου στο κρίσιμο λεπτό με κάνουν να πιστεύω πια πολύ περισσότερο σ’ αυτό που λέμε τυχαίο. Αν μιλώ και γράφω γι’ αυτό, είναι γιατί  Πάσχα έρχεται, πολλοί θα οδηγήσουν και δεν ξέρω αν και πόσοι θα πέσουν πάνω σ’ ένα τραγούδι του Άκη Πάνου ή σ’ όποιο τραγούδι αγάπησαν και για να μην ενοχλούνται από το βικ βικ, θ’ αναγκαστούν να  φορέσουν τη ζώνη ασφαλείας.  Γιατί «…είναι τόσο μεγάλη η ζωή, όταν ζεις διαρκώς…».
 

Ακολουθήστε το Protagon στο Google News