Ο Τσάρλι Τσάπλιν στην εμβληματική σκηνή του φιλμ του 1936 «Μοντέρνοι Καιροί» | Charles Chaplin Productions
Θέματα

Από τον «Μεγάλο Αδελφό» στο «Μεγάλο Αφεντικό»

Ξεχάστε τους εργοδηγούς και το χτύπημα της κάρτας, ήρθε η ψηφιακή τεχνολογία: εμφυτευμένα τσιπάκια, αισθητήρες στα καπέλα, βόμβος αν τοποθετηθεί λανθασμένα ένα προϊόν στο ράφι. Το παράδειγμα μιας εταιρείας που... τρύπωσε κάτω από το δέρμα των υπαλλήλων της
Protagon Team

Η αρχή έγινε με τα κλειστά κυκλώματα παρακολούθησης (CCTV) που κατέστησαν δυνατή την επιτήρηση των χώρων εργασίας αλλά και των ίδιων των εργαζομένων δίχως να είναι απαραίτητη η φυσική παρουσία ενός ελεγκτή. Το ότι η τεχνολογία συμβάλλει στην εξέλιξη των τρόπων παρακολούθησης και ελέγχου είναι δεδομένο. Αλλά σήμερα διατίθενται στην αγορά λογισμικά που καταγράφουν τον αριθμό των χτυπημάτων ενός εργαζομένου στο πληκτρολόγιο του υπολογιστή του, πόσο συχνά μετακινεί το ποντίκι του ή πόσο χρόνο σπαταλά στο Διαδίκτυο.

Τα συστήματα GPS παρείχαν στις εταιρείες μεταφορών, ανθρώπων και εμπορευμάτων τη δυνατότητα να εντοπίζουν τους υπαλλήλους τους παντού. Τα συστήματα ταυτοποίησης μέσω ραδιοσυχνοτήτων (RFID) χρησιμοποιούνται πλέον από τις επιχειρήσεις για να ακολουθούν τους εργαζομένους τους καθώς αυτοί κινούνται στους χώρους εργασίας τους και να καταγράφουν με ποιους συναναστρέφονται αλλά και πόσο χρόνο ξοδεύουν κάθε φορά που πηγαίνουν στην τουαλέτα.

Η τεχνολογία biotracking επιτρέπει στους εργοδότες να γνωρίζουν πόσα βήματα πραγματοποιούν οι υπάλληλοί τους την ημέρα, τον καρδιακό τους παλμό, τι τρώνε και τι πίνουν, πόσες ώρες κοιμούνται, ακόμα και τα επίπεδα των ορμονών τους, ενώ η αποκαλούμενη «νευροτεχνολογία» αξιοποιείται για την καταγραφή της εγκεφαλικής λειτουργίας των εργαζομένων. Σήμερα, όμως, οι εταιρείες επιδιώκουν ακόμα και να τρυπώσουν, στην κυριολεξία, κάτω από το δέρμα των υπαλλήλων τους.

Πέρυσι μια αμερικανική επιχείρηση προέβη στην εμφύτευση μικροτσίπ σε δεκάδες εργαζομένους της. Κατά τη διάρκεια ενός «chip party» που απασχόλησε τα ΜΜΕ όλου του κόσμου, οι υπάλληλοι περίμεναν υπομονετικά τη σειρά τους για να τους εμφυτευτεί μεταξύ του αντίχειρα και του δείκτη μια μικροσκοπική συσκευή, στο μέγεθος ενός κόκκου ρυζιού. Αρχικά, ο Τοντ Γουεστμπάι, γενικός διευθυντής της Three Square Market, πίστευε πως πέντε, το πολύ έξι άνθρωποι -ο ίδιος, μερικοί ακόμα διευθυντές και κάποιοι από τους εργαζομένους στο τμήμα Τεχνολογίας των Πληροφοριών (IT)- θα ήταν πρόθυμοι να συμμετάσχουν στο πρόγραμμα. Σήμερα, ωστόσο, από τα 90 άτομα που εργάζονται στα κεντρικά γραφεία της εταιρείας, τα 72 φέρουν στον καρπό τους το εν λόγω μικροτσίπΟ κ. Γουεστμπάι έχει από ένα σε κάθε χέρι και τα χρησιμοποιεί, όπως και οι υπόλοιποι εργαζόμενοι, για να ανοίγει πόρτες, να θέτει σε λειτουργία τον υπολογιστή του και να πληρώνει ό,τι αγοράζει από τους αυτόματους πωλητές.

Πάρτι με τσιπς… και εμφύτευση μικροτσιπ της Three Square Market (YouTube)

Αλλά δεν πιστεύει πως θα ακολουθήσουν πολλοί το παράδειγμά του. Τουλάχιστον άμεσα. Και αυτό οφείλεται, κατά τη γνώμη του, στο χάσμα γενεών. «Μπορεί κάποιος να μη θέλει ποτέ να προβεί στην εμφύτευση ενός μικροτσίπ, αλλά εάν ανήκει στη γενιά των millennials τότε δεν έχει κανένα πρόβλημα» υποστήριξε ο ίδιος, μιλώντας στον Guardian

Αυτό, ωστόσο, δεν εμπόδισε την εταιρεία του που ειδικεύεται στην εμπορία αυτόματων πωλητών να επεκτείνει τις δραστηριότητές της έως το Πουέρτο Ρίκο, εμφυτεύοντας, πριν από δύο μήνες, μικροτσίπ σε ανθρώπους που πάσχουν από άνοια. Στην περίπτωση που κάποιος από αυτούς χαθεί, η αστυνομία θα μπορεί μέσα σε ελάχιστο χρόνο όχι μόνον να τον εντοπίσει, αλλά και να αποκτήσει πρόσβαση στο ατομικό ιστορικό υγείας. Εως σήμερα η Three Square Market έχει εμφυτεύσει μικροτσίπ σε 100 ανθρώπους. Στόχος της είναι, ωστόσο, να φτάσει τους 10.000.

Πρόσφατα, μάλιστα, κυκλοφόρησε στην αγορά μια εφαρμογή της εταιρείας για έξυπνα κινητά που ζευγαρώνει το μικροτσίπ με το GPS του τηλεφώνου, επιτρέποντας έτσι τον εντοπισμό του εκάστοτε φορέα. Και την προηγούμενη εβδομάδα ξεκίνησε η εμφύτευσή του και σε κατάδικους, αντικαθιστώντας το ηλεκτρονικό βραχιόλι, το οποίο o Γουεστμπάι χαρακτήρισε «εκφοβιστικό και υποτιμητικό». Αλλά όσον αφορά το ενδεχόμενο να χρησιμοποιηθεί κάποια στιγμή η εν λόγω εφαρμογή για τον εντοπισμό και των εργαζομένων του, ο ίδιος απάντησε πως «όχι (γιατί) δεν υπάρχει κανένας λόγος». 

Φαίνεται, όμως, πως δεν έχουν όλοι την ίδια άποψη, καθώς τεχνολογικές εταιρείες εφευρίσκουν ολοένα πιο περίεργους και επιθετικούς τρόπους επιτήρησης και ελέγχου των υπαλλήλων τους. Σύμφωνα με πρόσφατο ρεπορτάζ των λονδρέζικων Times, κινεζικές εταιρείες χρησιμοποιούν αισθητήρες σε κράνη και καπέλα για την καταγραφή της εγκεφαλικής λειτουργίας των υπαλλήλων τους με στόχο την ανίχνευση κόπωσης, άγχους, ακόμα και αντιπαραγωγικών συναισθημάτων, όπως ο θυμός.

Μια άλλη εταιρεία χρησιμοποίησε την ίδια τεχνολογία για να καθορίσει πόσα διαλείμματα θα πρέπει να κάνουν οι εργαζόμενοι. Στα τρένα υψηλών ταχυτήτων οι αισθητήρες αυτοί ενδέχεται να αποδειχτούν σωτήριοι, καθώς ελέγχουν (και προειδοποιούν σε περίπτωση ανάγκης) τη φυσική κατάσταση των οδηγών αλλά και το κατά πόσο είναι προσεκτικοί. Την ώρα, όμως, που είναι αδιαμφισβήτητο ότι η εν λόγω τεχνολογίες μπορούν να καλύψουν πολλά κενά ασφαλείας και σε πολλούς τομείς, δεν είναι δύσκολο να φανταστούμε τη χρήση τους να παίρνει δυσοίωνες διαστάσεις.

Υπάλληλοι της Amazon ετοιμάζουν παραγγελίες στην αποθήκη της εταιρείας στην Ουαλία (Matt Cardy/Getty Images)

Τον περασμένο Φεβρουάριο αναφέρθηκε ότι η Amazon έλαβε δίπλωμα ευρεσιτεχνίας για την ανάπτυξη ενός ηλεκτρονικού βραχιολιού που όχι μόνο εντοπίζει τη θέση των εργαζομένων στις αποθήκες καθώς τρέχουν για να προλάβουν τις εκατοντάδες χιλιάδες παραγγελίες, αλλά μπορεί και να «διαβάσει» τις κινήσεις των χεριών τους, εκπέμποντας έναν βόμβο σε περίπτωση που δεν τοποθετούν το σωστό προϊόν στη σωστή θέση. Υπάρχουν επίσης λογισμικά που καταγράφουν τη χρήση των μέσων κοινωνικής δικτύωσης και άλλα που μπορούν να εγκατασταθούν στα τηλέφωνα των εργαζομένων για τον έλεγχο ακόμα και κρυπτογραφημένων εφαρμογών όπως το WhatsApp. Οι εργοδότες θα μπορούσαν επίσης να επιβάλουν στους υπαλλήλους τους να φέρουν ειδικές συσκευές που επιτρέπουν, πέρα από τον εντοπισμό της θέσης τους, την καταγραφή του τόνου της φωνής τους και της συχνότητας με την οποία μιλάνε κατά τη διάρκεια συσκέψεων.

Επιτήρηση, αποδοτικότητα και αυτοματοποίηση

Η επιτήρηση και ο έλεγχος της αποδοτικότητας των εργαζομένων στους χώρους εργασίας σίγουρα δεν αποτελεί φαινόμενο των καιρών μας. Αλλά ενώ πριν από μερικά χρόνια υπήρχαν οι εργοδηγοί και οι εργαζόμενοι χτυπούσαν κάρτα, σήμερα κυριαρχεί η ψηφιακή τεχνολογία, η οποία «καταγράφει πράγματα ασύλληπτα κατά το παρελθόν, όπως τα χτυπήματα των εργαζομένων στο πληκτρολόγιο, η εμφάνιση και η όψη τους κατά τις ώρες εργασίας, το λεξιλόγιο που χρησιμοποιούν. Και η επιτήρηση συνεχίζεται, πλέον, και εκτός των χώρων εργασίας» επισήμανε ο Αντρέ Σπάισερ, καθηγητής Οργανωτικής Συμπεριφοράς στο Cass Business School του Πανεπιστημίου City του Λονδίνου.

Οσον αφορά την αντίδραση των εργαζομένων, ενδεικτικά είναι τα συμπεράσματα του Τζέιμς Μπλαντγουόρθ, ενός βρετανού δημοσιογράφου που το 2016 εργάστηκε στην Amazon, μεταξύ άλλων, για τις ανάγκες του βιβλίου του Hired: Six Months Undercover in Low-Wage Britain. Επειτα από έναν μήνα σε μία από τις τεράστιες αποθήκες της πολυεθνικής του Τζεφ Μπέζος και κάνοντας λόγο για απάνθρωπες συνθήκες εργασίας, ο Μπλαντγουόρθ διαπίστωσε πως παρ’ ότι κάποιοι από τους συναδέλφους του ήταν εξοργισμένοι με τον βαθμό επιτήρησης και ελέγχου από την πλευρά της εταιρείας, μεταξύ τους επικρατούσε «κυρίως κυνισμός και ένα αίσθημα παραίτησης».

«Οι άνθρωποι θεωρούν πως η εργασία θα αυτοματοποιηθεί ούτως ή άλλως, και για αυτό οι εργαζόμενοι θα πρέπει να είναι πιο ευέλικτοι, σαν να είναι αυτή η αναπόφευκτη πορεία προς το μέλλον, γεγονός το οποίο νομίζω πως είναι πολύ επικίνδυνο. Η Amazon δεν λογοδοτεί εξαιτίας συγκεκριμένων πολιτικών επιλογών, αλλά και γιατί το συνδικαλιστικό κίνημα είναι ιδιαίτερα αδύναμο. Πιστεύω πως και άλλες επιχειρήσεις θα διαπιστώσουν την επιτυχία της Amazon και θα ακολουθήσουν το παράδειγμά της».