Τα βιβλιοπωλεία παραμένουν κλειστά στα περισσότερα μέρη του κόσμου, προκαλώντας θλίψη στους αναγνώστες και αναμφίβολα στους συγγραφείς, που μοχθούν γράφοντας και περιμένοντας να δουν τα βιβλία τους στις προθήκες των βιβλιοπωλείων. Αλλά τα βιβλία δεν είναι τα μόνα προϊόντα που πρέπει να μας κάνουν να τα αναλογιστούμε με δέος και ευγνωμοσύνη. Για σκεφτείτε το ταπεινό μολύβι…
Στο διάσημο δοκίμιο «I, Pencil: My Family Tree as Told to Leonard E Read» («Εγώ το Μολύβι: Το γενεαλογικό μου δέντρο, όπως το είπα στον Λέοναρντ Ε. Ριντ»), που εκδόθηκε για πρώτη φορά τον Δεκέμβριο του 1958, το μολύβι-αφηγητής αναγνωρίζει ότι εύκολα παραβλέπεται: «Σήκωσέ με και κοίταξέ με. Τι βλέπεις; Δεν βλέπει και πολλά το μάτι, λίγο ξύλο, λάκα, τυπωμένη ταμπέλα, γραφίτης, ένα κομματάκι μέταλλο και μια γόμα», γράφει ο Ριντ.
Οπως αναφέρει στους Financial Times ο Τιμ Χάρφορντ –οικονομολόγος, δημοσιογράφος, συγγραφέας και ο ίδιος–, το «Μολύβι» του Ριντ είναι φανατικός οπαδός της ελεύθερης αγοράς και εξηγεί ότι έχει εντυπωσιακούς προγόνους: ο γραφίτης του είναι από την Κεϋλάνη, αναμειγμένος με πηλό του Μισισιπή, θειικό οξύ και ζωικά λίπη. Το ξύλο του είναι από κέδρο που μεγάλωσε φυσικά, αλλά η συγκομιδή της ξυλείας απαιτούσε πριόνια, τσεκούρια, κινητήρες, σχοινιά και σιδηροδρομικά βαγόνια.
Το «Μολύβι», αν το αφήσετε, θα σας πάρει τα αυτιά μιλώντας ασταμάτητα για τις έξι στρώσεις της λάκας, την προέλευση του ορείχαλκου στον μεταλλικό του κρίκο, και τη γόμα στην άκρη του. (Το «Μολύβι» γίνεται σοκαριστικό όταν αποκαλύπτει ακόμη και το πώς μπαίνει ο γραφίτης μέσα στο ξύλο, αλλά ας μην μπούμε σε λεπτομέρειες που θα μπορούσαν να χαλάσουν τη μαγεία της ανάγνωσης).
Σύγχρονη παραλλαγή του «I, Pencil», το «Project Τοστιέρα» είναι η προσπάθεια του καλλιτέχνη και designer Τόμας Θουέιτς να σχεδιάσει και να κατασκευάσει μια συνηθισμένη τοστιέρα, ξεκινώντας με τη συναρμολόγηση των δικών του πρώτων υλών, μαρμαρυγία, πλαστικό και ατσάλι.
«Θα μπορούσες εύκολα να περάσεις τη ζωή σου κάνοντας μια τοστιέρα», είχε πει στον Χάρφορντ πριν από δέκα χρόνια σε μια συνέντευξη με αφορμή το project του. Πράγματι, ο Θουέιτς χρησιμοποίησε διάφορες μεθόδους για να συντομεύσει την κατασκευή. Και τελικά η ολοκληρωμένη τοστιέρα του κόστισε περίπου 1.000 λίρες (περίπου 1.100 ευρώ) και απαιτήθηκαν αρκετοί μήνες εργασίας. Εμοιαζε με κέικ περιχυμένο με γλάσο από ένα τρίχρονο, και όταν μπήκε στην πρίζα, πήρε αμέσως φωτιά.
Μια οικονομική τοστιέρα, όμως, δεν καίγεται και κοστίζει λιγότερο από ένα βιβλίο με σκληρό εξώφυλλο. Είναι απίθανο να συγκινήσει μέχρι δακρύων κάποιον, αναμφίβολα ωστόσο οι άνθρωποι, που εξορύσσουν μέταλλα, κατασκευάζουν πλαστικά εξαρτήματα, παράγουν ηλεκτρισμό και σχεδιάζουν ασφαλείς ηλεκτρικές συσκευές, δουλεύουν τουλάχιστον εξίσου σκληρά με οποιονδήποτε συγγραφέα. Και τα αποτελέσματα της δουλειάς τους είναι τόσο φθηνά και αξιόπιστα που τα αγνοούμε, γράφει στους FT ο Χάρφορντ.
Πράγματι, περιβαλλόμαστε από προϊόντα που ελάχιστα κατανοούμε, τα οποία παράγονται από ανθρώπους που δεν συναντάμε ποτέ, συχνά με ποιότητα εξαιρετικά υψηλή και τιμή πολύ χαμηλή –σε σχέση με τους μισθούς μας– που κυριολεκτικά θα συγκλόνιζαν τους προγόνους μας. Κανένας άνθρωπος δεν έχει πλήρη εικόνα της διαδικασίας παραγωγής τους, όπως δεν έχει παρακολουθήσει τη διαδρομή ενός μολυβιού από τη στιγμή που φυτρώνει το δέντρο του κέδρου μέχρι τη στιγμή που ο ταμίας σκανάρει το barcode στο κουτί με μολύβια.
«Κανείς, καθισμένος σε κάποιο κεντρικό γραφείο, δεν έδωσε εντολές», εξήγησε ο Μίλτον Φρίντμαν, ευαγγελιστής της ελεύθερης αγοράς και νομπελίστας οικονομολόγος, που βοήθησε να γίνει διάσημο το «Μολύβι» του Ριντ. (Το δοκίμιο «Εγώ, το Μολύβι» ξανακυκλοφόρησε το 1996 με πρόλογο του Φρίντμαν, ενώ ο διάσημος οικονομολόγος το είχε χρησιμοποιήσει το 1980 στο βιβλίο του «Free to Choose» και στην ομώνυμη τηλεοπτική σειρά). Δείτε το βίντεο με το «Μάθημα του μολυβιού» του Μίλτον Φρίντμαν, στο τέλος του κειμένου.
Οι επιπτώσεις του laissez-faire από όλη αυτή την αποκεντρωμένη πολυπλοκότητα ήταν προφανείς στον Φρίντμαν, το ίδιο το «Μολύβι», εξάλλου, το είχε διατυπώσει με τον καλύτερο τρόπο: «Αφήστε όλες τις δημιουργικές ενέργειες ανεμπόδιστες… Εχετε πίστη ότι οι ελεύθεροι άνδρες και οι γυναίκες θα ανταποκριθούν στο Αόρατο Χέρι».
«Μου αρέσει αυτό το συμπέρασμα, αλλά δεν ακολουθεί τη λογική», γράφει ο Χαρφορντ. Το γενεαλογικό δέντρο του μολυβιού περιλαμβάνει, ακόμα, διπλώματα ευρεσιτεχνίας, που χορηγούνται από την κυβέρνηση, κρατικές σιδηροδρομικές εταιρείες και μια μεγάλη σειρά από βιομηχανίες. Και οι παραγγελίες δίνονται σίγουρα από κεντρικά γραφεία».
Η ιστορία του μολυβιού θα μπορούσε να προκαλέσει τους θρήνους κάποιου αριστερού για την αποξένωσή μας από τα αντικείμενα που μας περιβάλλουν. Διαβάζουμε βιβλία, φτιάχνουμε τοστ, σχεδιάζουμε με μολύβια και όμως δεν έχουμε ιδέα για το πώς, πού ή από ποιον δημιουργήθηκαν αυτά τα απλά αντικείμενα, πόσο μάλλον για τα στάδια πιο περίπλοκων πραγμάτων, όπως ένα αυτοκίνητο, ένας υπολογιστής ή ένα εμβόλιο mRNA . Βέβαια, τα απλά, τοπικά, χειροποίητα προϊόντα έχουν μια αναμφισβήτητη συναισθηματική γοητεία, ωστόσο η ζωή δεν θα ήταν απαραίτητα καλύτερη αν όλοι έπρεπε να κόβουμε κέδρους και να σκαλίζουμε τα δικά μας μολύβια.
Αφήνοντας στην άκρη την ιδεολογική αντιπαράθεση, και στο ίδιο μήκος κύματος με τον συγγραφέα του «Thanks a Thousand», Α.Τζ. Τζέικομπς –ο οποίος αποφάσισε να ευχαριστήσει κάθε άτομο που συμμετείχε στην αλυσίδα παραγωγής του πρωινού καφέ του, συνολικά περίπου χίλιους ανθρώπους, από τον barista, μέχρι τον ειδικό της απεντόμωσης στην αποθήκη του παραγωγού, και από τον designer της κούπας, μέχρι τους εργαζόμενους στη δεξαμενή νερού–, ο Χάρφορντ αναγνωρίζει και εκτιμά την προσπάθεια και τη δημιουργικότητα, συχνά αγνώστων ανθρώπων, που φτιάχνουν τα προϊόντα που μας περιβάλλουν.
Σε μια εποχή που η πανδημία προκάλεσε πολύ ορατές πληγές σε εργαζομένους, είναι εκπληκτικό το πόσα άτομα κατάφεραν να συνεχίσουν να εργάζονται παραγωγικά. Βιβλία εξακολουθούν να εκδίδονται. Μολύβια κατασκευάζονται ακόμη, και τοστιέρες πωλούνται επίσης. «Με ή χωρίς δάκρυα, προσπαθώ να επισημάνω τη συμβολή τόσο εκείνων που δεν είναι πλέον σε θέση να εργαστούν όσο και εκείνων που εργάζονται», γράφει στους Financial Times ο βρετανός οικονομολόγος.
- Το νέο βιβλίο του Τιμ Χάρφορντ «How to Make the World Add Up: Ten Rules for Thinking Differently About Numbers» διατίθεται από το Public.