Μεταξύ των αποχαιρετιστήριων επιστολών που πρόλαβε να γράψει ο Ερνέστο Τσε Γκεβάρα πριν εγκαταλείψει αυτόν τον μάταιο κόσμο, ξεχωρίζει μία που έστειλε στα παιδιά του μερικούς μήνες πριν από τη σύλληψη και τη δολοφονία του, όταν βρισκόταν στα βουνά της Βολιβίας, με στόχο να ανάψει και εκεί τη σπίθα της επανάστασης.
«Από κάπου στη Βολιβία. 1966» σημείωσε στην αρχή ενώ στην τελευταία παράγραφο, απευθυνόμενος στον μικρό του γιο, έγραψε τα εξής: «Τάτικο, μεγάλωσε εσύ και γίνε άνδρας, και μετά θα δούμε τι θα γίνει. Εάν υπάρχει ακόμα ο ιμπεριαλισμός θα πάμε να τον πολεμήσουμε, εάν δεν υπάρχει, εσύ, ο Καμίλο και εγώ μπορούμε να πάμε στο φεγγάρι για διακοπές».
Και με αυτά τα λόγια του κατεξοχήν επαναστάτη του 20ου αιώνα ολοκληρώνεται το «Epistolario de un tiempo. Cartas 1947-1967», ένας τόμος που που κυκλοφόρησε πρόσφατα στην Κούβα και εμπεριέχει, ταξινομημένες ανάλογα με το περιεχόμενό τους, 350 σελίδες επιστολών που έγραψε ο Τσε Γκεβάρα από τότε που ξεκίνησε το πρώτο ταξίδι του για να ανακαλύψει την Λατινική Αμερική έως τις ημέρες που έγραψε για τελευταία φορά στους γονείς του, στα παιδιά του και στη (δεύτερη) σύζυγό του Αλέιδα Μαρτς στην οποία είχε εκμυστηρευτεί στο τελευταίο του γράμμα πως «υπάρχουν ημέρες κατά τις οποίες η μελαγχολία προχωρά ανεξέλεγκτη και με κυριεύει. Τα Χριστούγεννα και την Πρωτοχρονιά, κυρίως, δεν ξέρεις πόσο μου λείπουν τα τελετουργικά σου δάκρυα, κάτω από έναν ουρανό με νέα αστέρια που μου υπενθύμιζε πόσα λίγα άντλησα από τη ζωή όσον αφορά την προσωπική σφαίρα».
Πρόκειται για μια εκτενέστατη και συγχρόνως αποκαλυπτική συλλογή που περιλαμβάνει μερικές άγνωστες επιστολές, που δεν είχαν δημοσιευτεί ποτέ ξανά, και πολλές ήδη γνωστές οι οποίες, ωστόσο, δεν είχαν δημοσιευτεί ποτέ μαζί και σε αυτό έγκειται η αξία της συγκεκριμένης έκδοσης – αναφέρει η El Pais – γιατί παρέχει στον αναγνώστη τη δυνατότητα να κατανοήσει τη διαμόρφωση και την εξέλιξή του Γκεβάρα, τόσο σε προσωπικό επίπεδο όσο και στο πεδίο της πολιτικής, γνωρίζοντας συγχρόνως άγνωστες πτυχές της ζωής του, κυρίως όσον αφορά τις σχέσεις του με την οικογένειά του και τους φίλους του.
Αλλά η «Αλληλογραφία» του Τσε είναι ιδιαίτερα σημαντική και για όλους όσοι ενδιαφέρονται για την ιστορία των πρώτων χρόνων της κουβανικής επανάστασης, δεδομένου ότι βρίθει από αναφορές σε γεγονότα και συγκεκριμένα περιστατικά, με πρωταγωνιστή τον ίδιο, τα οποία καθόρισαν την μετέπειτα πορεία της Κούβας.
Ενα από τα πιο σημαντικά ντοκουμέντα που εμπεριέχονται στη νέα αυτή έκδοση, τόσο σημαντικό ώστε οι ειδικοί μελετητές του έργου του Τσε να υποστηρίζουν πως σηματοδοτεί ένα πριν και ένα μετά, είναι η δεύτερη αποχαιρετιστήρια επιστολή που έγραψε ο Γκεβάρα στον Φιντέλ Κάστρο πριν μεταβεί στο Κονγκό. Η πρώτη αποχαιρετιστήρια επιστολή είναι ευρέως γνωστή – «Αλλες χώρες του κόσμου ζητάνε τη συμβολή των ταπεινών μου προσπαθειών…..» – γιατί την διάβασε ο ίδιος ο Κάστρο την ημέρα που ιδρύθηκε το Κομουνιστικό Κόμμα της Κούβας και εκλέχτηκαν τα μέλη της πρώτης εκτελεστικής επιτροπής του, την 3η Οκτωβρίου του 1965.
Το δεύτερο αντίο του Τσε προς τον συναγωνιστή του, που δημοσιεύεται για πρώτη φορά πλήρες, αποτελεί μια κριτική και συγχρόνως αυστηρή ανάλυση των λαθών, οικονομικών και πολιτικών, της επανάστασης, εστιάζοντας κυρίως σε εκείνα που τότε επηρέαζαν τη λειτουργία του Κομμουνιστικού Κόμματος, της κυβέρνησης και του κράτους.
«Πιστεύω ότι διαπράξαμε πολλά λάθη οικονομικής φύσης», επισήμανε ο Τσε στο Φιντέλ. «Το πρώτο από αυτά, το πιο σημαντικό, είναι ο αυτοσχεδιασμός με τον οποίο εφαρμόσαμε τις ιδέες μας και είχε ως αποτέλεσμα μια ασταθή πολιτική. Αυτοσχεδιασμός και υποκειμενικότητα, θα έλεγα», υποστήριξε ο αργεντινός επαναστάτης στη μακροσκελή επιστολή του, σημειώνοντας πως επιδίωξή του ήταν να προβεί «σε μια εποικοδομητική κριτική, ευελπιστώντας πως θα συμβάλει στη βελτίωση κάποιων ζητημάτων που εξακολουθούν να είναι κρίσιμα».
Αλλά στις αυστηρότατες παρατηρήσεις του Τσε διαφαίνεται και μια αποθάρρυνση, έως και απογοήτευση. «Εχω την αίσθηση πως όλο αυτό αποτελεί ένα χάσιμο χρόνου για όλους, γιατί έχω αντίγραφα προηγούμενων γραπτών ανάλογου ύφους και από τότε λίγα άλλαξαν και τίποτα το ουσιαστικό», έγραψε, υπογραμμίζοντας ταυτόχρονα πως πρόκειται περί κριτικών «που εκφράζω στη βάση της παλιάς φιλίας και του σεβασμού και του θαυμασμού και της αλληλεγγύης προς εσένα».
Με την ίδια απογοήτευση αλλά περισσότερη ειρωνεία εκφράστηκε ο Τσε, γράφοντας στον Αρμάντο Χαρτ Ντάβαλος, ιστορική μορφή της κουβανικής επανάστασης και κατόπιν στενό συνεργάτη του Φιντέλ Κάστρο, το 1965, αφότου ο Χαρτ ανέλαβε χρέη οργανωτικού γραμματέα του Κομουνιστικού Κόμματος της Κούβας. Μετά την αποτυχία της εξέγερσης στο Κονγκό, ο Τσε βρισκόταν στην Τανζανία, αναμένοντας την κατάλληλη εποχή ώστε να αποπειραθεί να εισέλθει παράνομα στη Βολιβία. «Κατά τη διάρκεια αυτής της μακράς περιόδου διακοπών έχωσα τη μύτη μου στη φιλοσοφία, πράγμα που σκεφτόμουν να κάνω από καιρό. Εντόπισα την πρώτη δυσκολία: στην Κούβα δεν έχει εκδοθεί τίποτα, πέρα από τους σοβιετικούς τόμους οι οποίοι έχουν το μειονέκτημα ότι δεν σου επιτρέπουν να σκεφτείς, δεδομένου ότι σκέφτηκε για σένα το κόμμα και εσύ πρέπει μόνο να διοικείς». Μην μπορώντας να ανεχθεί όλα όσα έγραφαν οι Σοβιετικοί στα όποια εγχειρίδιά τους, ο Τσε πρότεινε στον Χαρτ να ιδρύσει ένα νέο πρόγραμμα σπουδών στη Φιλοσοφία. «Εφτιαξα για μένα ένα πρόγραμμα σπουδών, και, πιστεύω πως μπορεί να αναλυθεί και να βελτιωθεί πολύ ώστε να αποτελέσει τη βάση μιας αληθινής σχολής σκέψης. Εχουμε κάνει ήδη πολλά αλλά κάποια μέρα πρέπει και να σκεφτούμε».
Η «Αλληλογραφία» του Τσε είναι το τελευταίο έργο του «Proyecto Editorial Che Guevara», ενός εκδοτικού εγχειρήματος στο πλαίσιο του οποίου από το 2000 έως σήμερα έχουν εκδοθεί στην Κούβα περισσότεροι από 20 τίτλοι, κυρίως από τον εκδοτικό οίκο Ocean Sur. Στην Ισπανία, όμως, τα εν λόγω βιβλία δεν έχουν κυκλοφορήσει ευρέως. Ωστόσο η νέα αυτή συλλογή προκάλεσε το ενδιαφέρον σημαντικών ισπανικών εκδοτικών οίκων γιατί «ο Τσε είναι μια προσωπικότητα που διατηρεί ακόμα και σήμερα ένα μεγάλο συμβολικό κεφάλαιο σε όλον τον κόσμο και αντιπροσωπεύει αξίες που υπερβαίνουν την επανάσταση της Κούβας. Αυτές οι επιστολές συνθέτουν μια προσωπογραφία του Τσε από διάφορες οπτικές γωνίες της προσωπικής ζωής του αλλά και του δημόσιου και πολιτικού του βίου και αναδεικνύουν πολλά εκπληκτικά στοιχεία ενός σύνθετου ατόμου που υπήρξε πολιτικός ηγέτης, επαναστάτης, γιος, πατέρας, εραστής, φιλόσοφος, ποιητής. Κάποιες από τις επιστολές είναι ιδιαίτερα πνευματώδεις και, ενίοτε, έντονα σαρκαστικές, ενώ κάποιες άλλες, που έγραψε σε φίλους και συγγενείς, είναι βαθιά στοργικές, ακόμα και νοσταλγικές», εξήγησε η ισπανίδα λογοτεχνική ατζέντης Πάουλα Κανάλ.
Οπως το γράμμα που έστειλε στους γονείς του πριν πέσει νεκρός στη Βολιβία: «Αγαπητοί γέροντες: για ακόμη μια φορά νιώθω τα πλευρά του Ροσινάντε κάτω από τις φτέρνες μου, περιφέρομαι στο δρόμο με την ασπίδα στο χέρι. Πριν από δέκα χρόνια, σας έγραψα ένα άλλο αποχαιρετιστήριο γράμμα… Αυτό μπορεί να είναι το τελευταίο. Δεν είναι κάτι που το επιζητώ αλλά εντάσσεται στον λογικό υπολογισμό των πιθανοτήτων. Εαν αυτό πρόκειται να συμβεί, μια τελευταία αγκαλιά».