Αύγουστος 2019. Ένα κτήμα με 3.500 λιόδεντρα έξω από την Ερμιόνη. Ανάμεσά τους και ροδιές. Μπροστά τους λίγα πεύκα και η θάλασσα.
Γύρω πολυκοσμία, φασαρία, κίνηση. Η έξοδος του καλοκαιριού είναι στην κορύφωσή της. Στο κτήμα ακούγονται μόνο τζιτζίκια.
Μέσα σε 60 στρέμματα 13 κατοικίες μοιράζονται σε τρία κτίρια. Ενα εστιατόριο αποτελεί το σημείο αναφοράς. Εκεί πρωταγωνιστεί η Νέλλη. Η οικοδέσποινα του «Makis Inn beach resort». Ενα αγροτουριστικό κατάλυμα στην παραθαλάσσια Θερμησία. «Οποιος έρχεται εδώ, αισθάνομαι ότι τον φιλοξενώ στο σπίτι μου», λέει η Νέλλη, καθώς μου εξιστορεί την πορεία αυτού του τουριστικού εγχειρήματος.
Το οποίο ξεκίνησε από τον σύζυγό της, αγρότη και διακεκριμένο παραγωγό με πορτοκάλια και εξαιρετικής ποιότητας ελαιόλαδο. Γι’ αυτό και φέρει το όνομά του. Εκείνος πριν 15 χρόνια θέλησε να αξιοποιήσει το κτήμα των 130 στρεμμάτων που χωρίζει η επαρχιακή οδός από Ερμιόνη προς Πόρτο Υδρα. Αρχικά με ένα εστιατόριο, πάνω στη θάλασσα. Στη συνέχεια, όταν εκείνος έφυγε από τη ζωή, χτίστηκαν τα τρία κτίρια των τουριστικών κατοικιών, που πήραν τα ονόματα των τριών παιδιών της οικογένειας: Γιάννης, Νίκος, Βίκυ. Δωμάτια ευρύχωρα, με μεγάλα μπάνια και μπαλκόνια που έχουν θέα στη Δοκό και την Υδρα, φιλοξενούν ζευγάρια ή τετραμελείς οικογένειες. «Θέλαμε να υπάρχει άνεση στον χώρο για αυτούς που κάνουν διακοπές», λέει η Νέλλη.
Σήμερα η Νέλλη και οι δύο της γιοι, είναι οι άνθρωποι που κινούν τα νήματα στο αγροτουριστικό κατάλυμα. Μαζί με 20 περίπου εργαζόμενους. Η ίδια ουσιαστικά είναι η «ψυχή» του. Δίνει το στίγμα της προσωπικής φιλοξενίας. Αφού ασχολείται καθημερινά με το πρωινό, φτιάχνοντας αλμυρές και γλυκές πίτες, ζυμωτό ψωμί, ομελέτες, λουκουμάδες – μεταξύ πολλών άλλων – και με τα πιάτα στο μενού του μεσημεριού. Μαζί με τον γιο της τον Νίκο στην κουζίνα, ο οποίος είναι ο σεφ, αλλά και ένας δεινός ψαράς. Με καθημερινές εξορμήσεις με το σκάφος του, στο οποίο συχνά συνοδεύεται και από όποιον ενδιαφέρεται να μυηθεί στα μυστικά του ψαρέματος. Ο μεγάλος γιος, ο Γιάννης, διαχειρίζεται τη διαμονή και την ιδιωτική παραλία, με τη διαδρομή του να έχει μουσικές ρίζες, έχοντας μαθητεύσει στο μπουζούκι δίπλα στον συνθέτη Θανάση Πολυκανδριώτη. Γι΄ αυτό και πολλά βράδια στο εστιατόριο θα παίξει μουσική για τους φίλους.
Οι τρεις τους ασχολούνται και με τα λιόδεντρα, από τα οποία έχουν σταθερή παραγωγή κάθε χρόνο, ισοσκελίζοντας το ετήσιο εισόδημα. Αναδεικνύουν δε την αγροτουριστική πλευρά τους κάθε φθινόπωρο, με τη διαδικασία της συγκομιδής και της συλλογής της ελιάς και την παραγωγή του ελαιόλαδου, σε μια ανοιχτή γνωριμία με τον τόπο και τον καρπό. Εξάλλου ένα μικρό μπουκάλι λάδι με ομώνυμη ετικέτα θα συνοδεύσει κάθε πελάτη ως αναμνηστικό της διαμονής του. Η οικογένεια ασχολείται και με τις ροδιές, μαζεύοντας τα ρόδια και κάνοντας χυμό, τον οποίο καταψύχουν φρεσκοστυμμένο τον χειμώνα και προσφέρουν στους πελάτες το καλοκαίρι.
Οι πελάτες είναι Ελληνες και ξένοι. Που κλείνουν μέσω Booking, σχεδόν αποκλειστικά. Η βαθμολογία του καταλύματος άλλωστε είναι 9,3. «Μας βγάζει πάνω – πάνω στις αναζητήσεις της Ερμιονίδας», λέει η Νέλλη. Οι περισσότεροι μαθαίνουν το «μυστικό» από στόμα σε στόμα. «Οποιος έρχεται, φεύγει ενθουσιασμένος». Γιατί πίσω από τις ελιές και τις ροδιές, κρύβεται το ελληνικό καλοκαίρι. Αυτό που ονειρευόμαστε ή νοσταλγούμε. Αυτό που βλέπουμε ως εικόνα σε παλιές αφίσες ή σε φωτογραφίες οικογενειακές. Μικρή κλίμακα, ανθρώπινη διάσταση, ανέγγιχτη φύση, ήλιος, θάλασσα, γεύσεις και μυρωδιές.
Αυτά συνθέτει και διατηρεί η Νέλλη από το 2006. Από ένστικτο ή εμπειρικά, γιατί της άρεσε πάντα να ταξιδεύει και να μένει σε «καλά ξενοδοχεία». Εξάλλου, τα τελευταία χρόνια αξιοποιεί το παραθαλάσσιο κτήμα και το μαγειρικό της ταλέντο και για γαμήλιες δεξιώσεις.
Γυναίκα μόνη ψάχνει στην ΙΤΒ
Μάρτιος 2019. Βερολίνο. Διεθνής Εκθεση Τουρισμού ΙΤΒ. Στο ελληνικό περίπτερο, ανάμεσα στα σταντ με ξενοδοχειακές αλυσίδες, Περιφέρειες και προορισμούς, μια γυναίκα περπατά αγχωμένη στους διαδρόμους.
Η Νέλλη επισκέπτεται για πρώτη φορά μια έκθεση στο εξωτερικό, με στόχο να βρει διέξοδο στη διεθνή τουριστική αγορά. Προσπαθεί να συναντήσει πράκτορες και Tour Operators. Με έναν υπολογιστή που έχει μια παρουσίαση και φυλλάδια. Συνοδεύει την αποστολή της Περιφέρειας Πελοποννήσου. Κάποια ραντεβού έγιναν. Και τους έδειξε την παρουσίαση. Κάρτες άλλαξαν χέρια. Πελάτης ήρθε ένας,εφέτος, μέσω πράκτορα.
Αρκούν αυτά;
Οχι φυσικά. Γιατί πριν φτάσει στο Βερολίνο η Νέλλη, προσπαθώντας να κάνει συναντήσεις με πράκτορες, υπάρχουν διάφορα επίπεδα καθοδήγησης, υποστήριξης και εξωστρέφειας που θα έπρεπε να έχει. Αλλά απουσίαζαν.
Το πρώτο επίπεδο αφορά στο ίδιο το προϊόν διαμονής. Αυτό που η Νέλλη διαμορφώνει από ένστικτο και διορθώνει από εμπειρία. Αντ’ αυτού θα έπρεπε να υπάρχουν κατευθύνσεις, οδηγίες, σεμινάρια. Για να κάνουν την επαγγελματική δραστηριότητα πιο αποτελεσματική, αλλά και να τη συντονίζουν με το γενικό όραμα. Αφού τόσα χρόνια μιλάμε για εναλλακτικές μορφές τουρισμού και τη σύνδεση της αγροτικής παραγωγής. Ιδού στην πράξη. Αλλά χωρίς θεωρία…
Το δεύτερο, έχει να κάνει με την ευρύτερη περιοχή. Γιατί πρέπει να έχει δώσει στίγμα ο προορισμός. Αλλιώς είναι ακόμα πιο δύσκολο για τη Νέλλη να κάνει προορισμό μόνο το κατάλυμά της στον πράκτορα. Αλλιώς θα της φέρει μόνο έναν πελάτη. Είναι δουλειά λοιπόν των οργανισμών που ασχολούνται με την ανάδειξη των προορισμών. Του ΕΟΤ, της Περιφέρειας Πελοποννήσου, του Δήμου Ερμιόνης, στην προκειμένη περίπτωση. Αλλά και ανάγκη για τη δημιουργία οργανισμών διαχείρισης προορισμών. Ωστε να έχουν το όραμα και η παρουσία σε εκθέσεις με τη βαρύτητα της ΙΤΒ στο Βερολίνο, να είναι οργανωμένη, προετοιμασμένη έγκαιρα και αποτελεσματική.
Το τρίτο επίπεδο είναι η εξωστρέφεια πέρα από τα κλισέ. Τα προφανή. Αυτή που θα αγγίξει τη μονάδα. Τη μικρομεσαία επιχείρηση, που λέμε συνέχεια ότι είναι αυτή που στηρίζει την οικονομία της περιφέρειας. Και οικογένειες της περιφέρειας. Που θα αγγίξει επίσης τις περιοχές της χώρας οι οποίες είναι στη «δεύτερη ταχύτητα», γιατί δεν έχουν διεθνές αεροδρόμιο, ή δεν αποτελούν στόχο για τους Tour Operators. Λες κι αυτό είναι πανάκεια. Κι όμως, πολλές από αυτές τις περιοχές και τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις, έχουν ακόμα στοιχεία από αυτό το «κρυφό» ελληνικό καλοκαίρι, που ονειρευόμαστε και νοσταλγούμε.
Αυτό με τις μυρωδιές, τις γεύσεις, την ανέγγιχτη φύση και τους ήχους από τα τζιτζίκια.
Ισως το ονειρεύονται κι άλλοι, μαζί με μας.