Σύμφωνα με τον πολυδιαβασμένο Κεν Φόλετ, ο οποίος σίγουρα μπορεί να εκφέρει γνώμη, είναι το καλύτερο θρίλερ όλων των εποχών. Η «Μέρα του Τσακαλιού» κυκλοφόρησε πριν από ακριβώς μισό αιώνα, το καλοκαίρι του 1971, τον Ιούνιο στη Βρετανία και τον Αύγουστο στις ΗΠΑ. Ο Φρέντερικ Φορσάιθ το έγραψε μέσα σε τριάντα πέντε ημέρες στο τραπέζι της κουζίνας ενός διαμερίσματος στο Λονδίνο που του είχε παραχωρήσει μία φίλη του.
Δεν είχε φανταστεί ποτέ ότι θα γινόταν συγγραφέας. Υπήρξε πιλότος της RAF ενώ στη συνέχεια δημοσιογράφος, στη Γαλλία, στην Ανατολική Γερμανία, στη Μπιάφρα. Ομως στα τέλη της δεκαετίας του 1960, ο τριαντάχρονος Φορσάιθ ήταν άνεργος και άφραγκος. Είχε στην κατοχή του μόνο μία γραφομηχανή, «με μία μεταλλική θήκη χαραγμένη από μία σφαίρα», και μία ιστορία στο μυαλό του την οποία την δούλευε κάμποσο καιρό, από τότε που ήταν ανταποκριτής του Reuters στο Παρίσι, κατά τα πρώτα χρόνια τη δεκαετίας του 1960, όταν ο πρόεδρος Σαρλ ντε Γκολ προετοιμαζόταν να προσφέρει στην Αλγερία την ανεξαρτησία της, προκαλώντας την οργή και το τρομοκρατικό μένος των σκληροπυρηνικών στρατηγών, μελών της ακροδεξιάς εθνικιστικής παραστρατιωτικής οργάνωσης Organisation Armée S
Η απόπειρα δολοφονίας
Η πιο εντυπωσιακή επίθεση κατά του ιδρυτή της 5ης Γαλικής Δημοκρατίας έλαβε χώρα στις 22 Αυγούστου του 1962 στο Κλαμάρ, μία κοινότητα περί τα δέκα χιλιόμετρα μακριά από το κέντρο του Παρισιού. Η προεδρική λιμουζίνα, το αυτοκίνητο που τη συνόδευε και δύο μηχανές βρέθηκαν εν μέσω των διασταυρούμενων πυρών δύο ενόπλων ομάδων που είχαν λάβει θέσεις στις δύο πλευρές του δρόμου. Από τις 187 σφαίρες που γάζωσαν την προεδρική πομπή, δεκατέσσερις έπληξαν την μαύρη Citroen DS, την λιμουζίνα του Ντε Γκολ, στην οποία επέβαιναν, πέρα από τον ίδιο, η σύζυγός του Ιβόν, ο σοφέρ του και ο γαμπρός του στρατηγός Αλέν ντε Μπουασιέ.
Το πίσω παράθυρο θρυμματίστηκε, τα λάστιχα έσκασαν, το προεδρικό ζεύγος προσπαθούσε έντρομο να προφυλαχθεί, ωστόσο, ο οδηγός μπόρεσε να επιταχύνει και να οδηγήσει με ασφάλεια, παρότι το ιδιαίτερα σταθερό στην οδήγηση αυτοκίνητο δεν διέθετε πλέον ελαστικά, έως το κοντινό στρατιωτικό αεροδρόμιο του Βιλακουμπλέ. Οταν βγήκε από τη διάτρητη από σφαίρες λιμουζίνα του ο Ντε Γκολ αναγνώρισε πως λίγο έλειψε να επιτύχουν τον στόχο τους οι επίδοξοι δολοφόνοι του αλλά απέτυχαν τελικά επειδή «δεν ξέρουν να πυροβολούν».
Οι αυτουργοί της επίθεσης εντοπίστηκαν μέσα σε λίγες εβδομάδες. Συνελήφθησαν όλοι εκτός από έναν ενώ ο ιθύνων νους, ο αντισμήναρχος Ζαν Μπαστιάν-
«Τα γαλλοαλγερινά ανατρεπτικά δίκτυα ήταν διάτρητα, σε όλα είχαν διεισδύσει οι μυστικές υπηρεσίες», αναπολεί, σήμερα, ο 82χρονος συγγραφέας, συνομιλώντας τηλεφωνικά από το σπίτι του στο Λονδίνο με το Μάρκο Τσικάλα του il venerdì,
Πληροφορίες από πρώτο χέρι
Οσον αφορά τις πολλές ομοιότητες μεταξύ της πραγματικότητας και της «Μέρας του Τσακαλιού», ο Φορσάιθ αποκάλυψε πως «εκείνη την περίοδο ο επικεφαλής του γραφείου του Reuters στο Παρίσι ονομαζόταν Χάρολντ Κινγκ. Κατά τη διάρκεια του Β΄ Παγκόσμιου Πολέμου υπήρξε υποστηρικτής του Ντε Γκολ από την πρώτη στιγμή. Χάρη σε εκείνη την αφοσίωση είχε καταστεί ο μοναδικός αγγλοσάξονας
Κατά τη συζήτησή του με τον ιταλό δημοσιογράφο αναφέρθηκε και στις υπηρεσίες που προσέφερε επί μία εικοσαετία στην ΜΙ6 και μάλιστα αφιλοκερδώς. «Εδινα ένα χεράκι. Αλλά σε αντίθεση με τον Τζον Λε Καρέ, δεν λάμβανα ποτέ μισθό από τις μυστικές υπηρεσίες. Μία ημέρα, στο Λονδίνο, μόλις είχα γυρίσει από τον εμφύλιο πόλεμο στη Νιγηρία, με πλησίασε ένας τύπος σε μια παμπ στην Πικαντίλι. Μου είπε: “Δεν υπάρχει καμία επίσημη δέσμευση, αλλά εάν γυρίζοντας τον κόσμο συγκεντρώνεις πληροφορίες που θα μπορούσαν να μας ενδιαφέρουν, θα ήθελες να μας ενημερώνεις;” και δέχτηκα».
Για το ότι διάλεξε την κωδική ονομασία «Τσακάλι» για τον ήρωά του, εξήγησε πως ήθελε έναν θηρευτή. «Ο αετός μου φαινόταν πολύ συνηθισμένος. Τελικά επέλεξα το τσακάλι που εμφανίζεται μέσα στη νύχτα, σκοτώνει και εξαφανίζεται πριν την ανατολή».
Σχετικά με το γεγονός πως το χειρόγραφο του «Τσακαλιού» αρχικά το απέρριψαν τρεις εκδοτικοί οίκοι ο Φορσάιθ σημείωσε πως αυτό συνέβη για διάφορους λόγους. «Ημουν ο κύριος Κανένας. Δίχως συστάσεις οι εκδοτικοί οίκοι έδιναν ελάχιστη προσοχή στα χειρόγραφα αγνώστων. Μετά υποστήριζαν πως η ιστορία είχε αδύναμα σημεία επειδή έμπλεκε πραγματικά και φανταστικά πρόσωπα, μεταξύ των οποίων και ένας ανώνυμος ήρωας. Κυρίως, όμως, επέκριναν το βιβλίο για την έλλειψη πραγματικού σασπένς. Οποιος διάβαζε, γνώριζε ότι ο Ντε Γκολ ήταν ακόμα ζωντανός, ότι είχε αποσυρθεί από την πολιτική και ότι δεν τον είχε σκοτώσει ένας ελεύθερος σκοπευτής. Καθώς στην πραγματικότητα η κατάληξη ήταν γνωστή, οι εκδότες θεωρούσαν πως αυτό αποδυνάμωνε εξαρχής την ένταση του θρίλερ». Τελικά «Η Μέρα του Τσακαλιού» εκδόθηκε το καλοκαίρι του 1971 σε 5.000 αντίτυπα ενώ σήμερα, πενήντα χρόνια μετά, έχει τυπωθεί σε περισσότερα από δώδεκα εκατομμύρια αντίτυπα σε όλον τον κόσμο.
Τα «βαφτίσια» του Κάρλος
Αναφορικά με το πραγματικό Τσακάλι, τον Κάρλος, τον διαβόητο βενεζουελάνο