| CreativeProtagon/Shutterstock
Θέματα

Το εργασιακό «έγκλημα» της μητρότητας

Μια γυναίκα ηλικίας 36 χρόνων σήμερα, πριν από μία διετία αναγκάστηκε να διακόψει την εγκυμοσύνη της επειδή ούτε η ίδια ούτε ο σύζυγός της δικαιούνταν γονική άδεια μετ’ αποδοχών. Η ιστορία δεν έλαβε χώρα σε κάποια υπανάπτυκτη χώρα, αλλά στις ΗΠΑ
Protagon Team

Επρόκειτο για την πιο δύσκολη απόφαση που κλήθηκε να πάρει ποτέ στη ζωή της. Μια γυναίκα ηλικίας 36 χρόνων σήμερα, η οποία πριν από μία διετία αναγκάστηκε να διακόψει την εγκυμοσύνη της επειδή ούτε η ίδια ούτε ο σύζυγός της δικαιούνταν γονική άδεια μετ’ αποδοχών. Το εξοργιστικό, ωστόσο, στην όλη ιστορία, την οποία αφηγείται γραπτώς στον Guardian η ίδια η πρωταγωνίστρια, δεν έλαβε χώρα σε κάποια υποανάπτυκτη χώρα, αλλά στη… γη της επαγγελίας της εποχής μας, τις Ηνωμένες Πολιτείες.

Το καλοκαίρι του 2018, στα 34 της, η Σάρλοτ Σάλιβαν, έπειτα από έναν χρόνο που παρέμεινε άνεργη, έχοντας καταφέρει, επιτέλους, να βρει μια θέση εργασίας σε ένα κολέγιο του Βερμόντ, ζούσε σε ένα μικρό διαμέρισμα μαζί με τον σύντροφό της, υπάλληλο (με απολαβές χαμηλότερες του κατώτατου μισθού) σε ένα κατάστημα τροφίμων. Εναν μήνα μετά την πρόσληψή της η Σάρλοτ και ο καλός της αποφάσισαν να παντρευτούν, ενώ έπειτα από μία εβδομάδα εκείνη διαπίστωσε προς μεγάλη της έκπληξη πως ήταν έγκυος τεσσάρων εβδομάδων. «Δεν ήταν προγραμματισμένο και αυτή η νέα πραγματικότητα ήταν αποπροσανατολιστική», σημειώνει η ίδια στο κείμενό της.

Γιατί ο σύζυγός της, «όπως το 83% των εργαζομένων της Αμερικής», δεν δικαιούταν γονική άδεια μετ’ αποδοχών, ενώ η Σάλιβαν δεν μπόρεσε να κάνει χρήση του δικαιώματός της σε άδεια τοκετού διάρκειας έξι εβδομάδων μετ’ αποδοχών που προβλέπεται από την ομοσπονδιακή νομοθεσία, επειδή δεν είχε συμπληρώσει ακόμη έναν χρόνο εργασίας στη νέα δουλειά της, όπως απαιτείται.

Θα μπορούσε να αποτανθεί στις αρμόδιες υπηρεσίες του τμήματος ανθρώπινου δυναμικού του κολεγίου της, ζητώντας να προβούν σε μια εξαίρεση. Αλλά η σκέψη ότι θα αναγκαζόταν να παραδεχτεί ότι η εγκυμοσύνη της εξαρτώταν εν μέρει από τη διάθεσή τους να παρακάμψουν τους κανόνες, την εξόργιζε, οπότε επέλεξε να μην το κάνει. Και σήμερα το μετανιώνει, αναφέροντας ότι «εάν ήμουν αρκετά θαρραλέα, ώστε να τους έλεγα τι ήθελα, πιθανώς να υποχωρούσαν. Δεν θα το μάθω ποτέ. Αλλά δεν θα πρέπει να αποτελεί ευθύνη μιας εγκύου γυναίκας να αποδείξει την ανάγκη για αυτήν την παροχή, ειδικά εάν η εγκυμοσύνη της δεν ήταν προγραμματισμένη», αναφέρει η Σάλιβαν.

Γνωρίζοντας πόσο σημαντικό είναι για την ομαλή πορεία μιας εγκυμοσύνης το αίσθημα ασφάλειας και ένα κλίμα εμπιστοσύνης, αφότου έλεγξαν τα οικονομικά τους, οι δύο νέοι διαπίστωσαν ότι δυστυχώς ήταν κάθε άλλο παρά ασφαλείς για να φέρουν στον κόσμο ένα παιδί και να το μεγαλώσουν. «Και έτσι λάβαμε την πιο δύσκολη απόφαση της ζωής μου: να διακόψω την εγκυμοσύνη», γράφει στο κείμενό της, που εγκαινίασε τη νέα σειρά άρθρων Feminist economics, μέσω της οποίας ο Guardian επιδιώκει να παρουσιάσει τα εμπόδια και τις δυσκολίες που καλούνται να αντιμετωπίσουν οι γυναίκες στο πλαίσιο του αμερικανικού καπιταλισμού.

«Το αντίθετο του κλίματος εμπιστοσύνης είναι το κλίμα αμφιβολίας – ένα περιβάλλον που προάγει την ανησυχία και το φόβο. Οι ΗΠΑ είναι η μοναδική από τις 41 πλουσιότερες χώρες στον κόσμο που δεν προσφέρουν γονική άδεια μετ’ αποδοχών», ενώ στην Εσθονία οι νέοι γονείς δικαιούνται άδεια 80 εβδομάδες με αποδοχές, μας πληροφορεί η Σάλιβαν, επισημαίνοντας επίσης το ακατανόητο, αν όχι εξοργιστικό γεγονός, ότι παρότι σε κάποιες αμερικανικές Πολιτείες και ιδιωτικές εταιρείες προβλέπεται η παροχή γονικής άδειας μετ’ αποδοχών, λόγω των εταιρικών πολιτικών που εφαρμόζονται στις ΗΠΑ, το εν λόγω δικαίωμα απολαμβάνουν κατά κύριο λόγο οι εργαζόμενοι με υψηλότερα εισοδήματα.

Η Σάλιβαν επέλεξε τελικά να διακόψει την εγκυμοσύνη της, όχι μόνον επειδή δεν δικαιούταν, ούτε ή ίδια ούτε ο σύζυγός της, άδεια μετ’αποδοχών, αλλά και γιατί στις ΗΠΑ του 21ου αιώνα οι περισσότεροι Αμερικανοί καλούνται να επιβιώσουν και να μεγαλώσουν, όσοι το αποτολμούν, τα παιδιά τους δίχως κανένα δίχτυ ασφαλείας, όπως η καθολική μέριμνα παιδιού, η καθολική υγειονομική περίθαλψη και το ελάχιστο εγγυημένο εισόδημα.

«Εως την εγκυμοσύνη μου, νόμιζα ότι αρχή της οικογένειας είναι η αγάπη, μια δύναμη που ποτέ δεν θεώρησα πως είναι συνώνυμο των χρημάτων», καταλήγει η νεαρή Αμερικανίδα. «Το να διαχειριστώ αυτήν την πρωτόγνωρη απογοήτευση, απαίτησε σκέψη. Ενιωσα ευγνωμοσύνη που έμαθα ότι ήμουν βιολογικά ικανή να γίνω μητέρα. Αλλά η διαπίστωση ότι η μητρότητα στην Αμερική ουσιαστικά δεν αποτελεί δικαίωμα, αλλά προνόμιο, άλλαξε την αντίληψή μου με τρόπο που ακόμα δυσκολεύομαι να κατανοήσω».