Πολύ λιγότερο αποτελεσματικό είναι το εμβόλιο της Pfizer σε παιδιά από πέντε έως 11 ετών, από ό,τι είναι σε παιδιά από 12 έως 18 ετών και στους ενήλικες, σύμφωνα με μια νέα μεγάλη αμερικανική επιστημονική μελέτη που επικαλούνται οι New York Times.
Το εν λόγω εμβόλιο είναι μέχρι στιγμής το μοναδικό εγκεκριμένο από την αμερικανική Υπηρεσία Τροφίμων και Φαρμάκων (FDA) για τα παιδιά 5-11 ετών. Η Ευρωπαϊκή Υπηρεσία Φαρμάκων στις 24 Φεβρουαρίου ενέκρινε και το εμβόλιο της Moderna για παιδιά από έξι έως 11 ετών.
Σύμφωνα με τα νεότερα δεδομένα, το εμβόλιο της Pfizer προστατεύει τα παιδιά αυτής της ηλικίας από σοβαρή λοίμωξη Covid-19, αλλά δεν παρέχει σχεδόν καμία προστασία κατά της πιθανότητας μετάδοσης, ακόμη και έναν μήνα μετά τον πλήρη εμβολιασμό τους.
Η νέα έρευνα, που πραγματοποιήθηκε εν μέσω εξάπλωσης της παραλλαγής Ομικρον στις ΗΠΑ (Δεκέμβριος 2021 και Ιανουάριος 2022) και προδημοσίευση της οποίας αναρτήθηκε στο medRxiv, διαπίστωσε ότι οι εμβολιασμοί ελάχιστα ανακόπτουν τη μετάδοση του κορονοϊού στους σχολικούς χώρους. Αυτό προέκυψε από τη σύγκριση των δεδομένων ανάμεσα σε 852.384 πλήρως εμβολιασμένα παιδιά 12 έως και 17 ετών και από 365.502 παιδιά ηλικίας 5 έως 11 ετών.
Η αποτελεσματικότητα έναντι του κινδύνου νοσηλείας μειώθηκε από 85% στο 73% στους εφήβους, ενώ στα μικρά παιδιά από το 100% στο 48%. Η αποτελεσματικότητα κατά του κινδύνου λοίμωξης μειώθηκε στα μεγάλα παιδιά από 66% στο 51% και στα μικρά παιδιά από 68% μόλις στο 12%. Μεγάλη διαφορά παρατηρήθηκε ανάμεσα στην ηλικία των 12 ετών (αποτελεσματικότητα 67%) έναντι εκείνης στην ηλικία των 11 ετών (μόνο 11%).
Η μεγάλη μείωση στην αποτελεσματικότητα πιθανώς οφείλεται, σύμφωνα με τους ερευνητές και τις αμερικανικές υγειονομικές Αρχές, στο ότι στις συγκεκριμένες ηλικίες, χορηγείται μόνο το ένα τρίτο της δόσης, σε σύγκριση με τα εμβόλια που λαμβάνουν οι μεγαλύτερες ηλικίες. Είχε προηγηθεί πρόσφατη δημοσιοποίηση των αποτελεσμάτων κλινικής δοκιμής η οποία κατέδειξε επίσης χαμηλή αποτελεσματικότητα του εμβολίου σε παιδιά δύο έως τεσσάρων ετών, τα οποία είχαν πάρει ακόμη μικρότερη δόση.
«Η διαφορά ανάμεσα στις δύο ηλικιακές ομάδες είναι εντυπωσιακή», δήλωσε ο δρ Φλόριαν Κράμερ, ανοσολόγος στην Ιατρικής Σχολής του Noσοκομείου Mount Sinai, στη Νέα Υόρκη. Αυτή η διαφορά πιθανώς οφείλεται στο γεγονός ότι τα 12χρονα παιδιά πήραν δόση 30 μικρογραμμαρίων του εμβολίου, ενώ τα 11χρονα μόνο 10 μικρογραμμαρίων.
Ειδικοί στις ΗΠΑ εξέφρασαν την ανησυχία ότι τα νέα δεδομένα θα κάνουν ακόμη πιο διστακτικούς ορισμένους γονείς να εμβολιάσουν τα παιδιά τους για τον κορονοϊό. «Είναι απογοητευτικό, αλλά όχι τελείως απρόσμενο, δεδομένου ότι πρόκειται για ένα εμβόλιο που αναπτύχθηκε ως απάντηση σε μια προηγούμενη μετάλλαξη (Δέλτα). Φαίνεται πάντως πολύ απογοητευτικό να βλέπει κανείς μια τόσο γρήγορη μείωση της αποτελεσματικότητας κατά της Ομικρον», δήλωσε ο Ελι Ρόζενμπεργκ, αναπληρωτής επικεφαλής ερευνητής του Τμήματος Υγείας της πολιτείας της Νέας Υόρκης.
«Να εστιάσουμε στο ντόνατ, όχι στην τρύπα του»
Πάντως οι ειδικοί συνεχίζουν να συνιστούν το εμβόλιο για τα παιδιά, καθώς δεν παύει να θωρακίζει τον οργανισμό κατά της βαριάς νόσησης από λοίμωξη Covid-19. «Πρέπει να δώσουμε σαφώς έμφαση στο ίδιο το ντόνατ και όχι στην τρύπα του», ανέφερε η ειδική στα παιδικά εμβόλια δρ Κάθριν Eντουαρντς από το Πανεπιστήμιο Βάντερμπιλτ του Τενεσί.
Τα ευρήματα, σύμφωνα με τον δρα Ρόζενμπεργκ, εγείρουν τα ερωτήματα για το ποια είναι η σωστή δόση του εμβολίου στα μικρά παιδιά, πόσες δόσεις πρέπει να χορηγούνται και πότε.
Μέχρι τώρα στις ΗΠΑ, μόνο ένα στα τέσσερα παιδιά από πέντε μέχρι 11 ετών έχει κάνει δύο δόσεις του εμβολίου για τον κορονοϊό (το CDC δεν έχει συστήσει ακόμη τρίτη ενισχυτική δόση για αυτή την ηλικιακή ομάδα), ενώ η FDA δεν έχει ακόμη εγκρίνει το εμβόλιο για τα παιδιά κάτω των πέντε ετών.
Οι Pfizer και ΒioNTech συνεχίζουν να δοκιμάζουν την τρίτη δόση τόσο σε παιδιά από πέντε έως 11 ετών, όσο και κάτω των πέντε ετών, με τα αποτελέσματα να αναμένονται μέσα σε μερικές εβδομάδες.