Το πρώτο διεθνές τουρνουά κατάδυσης Authentic Big Blue 2017 έγινε στην Αγία Αννα, όπου είχε γυριστεί και η ταινία «Απέραντο Γαλάζιο» |
Θέματα

Ολη η Αμοργός ένα Απέραντο Γαλάζιο – πώς μία ταινία άλλαξε για πάντα το νησί

Ο αγώνας για την επιβίωση ήταν σκληρός για τους κατοίκους του νησιού, κατόρθωσαν όμως να κάνουν τις δυσκολίες τους πλεονέκτημα και να δημιουργήσουν ένα σπουδαίο τουριστικό-αθλητικό προϊόν γύρω από την ταινία-ύμνο στο Αιγαίο του Λυκ Μπεσόν
Κική Τριανταφύλλη

Μια αγγελία, η οποία ζητούσε δύτη ελεύθερης κατάδυσης για να πάρει μέρος σε ταινία, στάθηκε η αφορμή  να βρεθεί ο Γκρέγκορι Φόρστνερ για πρώτη φορά στην Αμοργό, πριν από 31 χρόνια. Η μητέρα του έστειλε στους παραγωγούς μια φωτογραφία με τον άντρα της και τον γιο τους, την στιγμή που έβγαιναν από το νερό.

Η απάντηση ήρθε αμέσως: οι παραγωγοί ενδιαφέρονταν όχι για τον μεγάλο αλλά για τον μικρό βουτηχτή. Έτσι, ο Γκρέγκορι, που είχε γεννηθεί το 1975 στο Καμερούν από πατέρα Αυστριακό και μητέρα Γαλλίδα, βρέθηκε στην Αμοργό για να υποδυθεί τον Έντζο Μαγιόρκα (Έντζο Μολινάρι στην ταινία Απέραντο Γαλάζιο) σε παιδική ηλικία. Και η εμπειρία του ήταν μοναδική.

Βλέποντας πάλι την ταινία στο καράβι της επιστροφής, ο Γκρέγκορι Φόρστνερ τώρα και τότε ως έφηβος Έντζο (Photo: Mandy Summer / Facebook)

Το δραματικό «Απέραντο Γαλάζιο» υπήρξε σταθμός στην καριέρα των πρωταγωνιστών του, σημάδεψε το αγώνισμα της ελεύθερης κατάδυσης, όμως, άλλαξε κυριολεκτικά και τη ζωή στην Αμοργό. Τρεις δεκαετίες μετά τα γυρίσματα και την προβολή της, η cult ταινία του Λυκ Μπεσόν εξακολουθεί να έχει διεθνή απήχηση, φέτος μάλιστα γυρίστηκαν όχι ένα αλλά δύο ντοκιμαντέρ σχετικά με το «Απέραντο Γαλάζιο» και η Αμοργός έχει την τιμητική της.

Ταξιδιώτες από όλο τον κόσμο και κυρίως από τη Γαλλία έρχονται και ξανάρχονται όλα αυτά τα χρόνια για να απολαύσουν την αυθεντική ομορφιά της και τα υπέροχα μπλε νερά της, να ξαναδούν την ταινία, που παίζεται καθημερινά στο μπαρ «Big Blue» στα Κατάπολα, να μείνουν στην πανσιόν «Big Blue». Γιατί όλα στην Αμοργό χτυπούν πια στον ρυθμό του «Big Blue». Και δικαίως. Γιατί το αυθεντικό απέραντο γαλάζιο είναι ο υπέροχος μύθος της Αμοργού και πρέπει να τον πούμε.

Το σημαντικότερο γεγονός της φετινής χρονιάς, μάλιστα, είναι η διοργάνωση -για πρώτη φορά φέτος τον Σεπτέμβριο- του Authentic Big Blue 2017. Το 1ο διεθνές Τουρνουά Ελεύθερης Κατάδυσης της Αμοργού έφερε στην Αμοργό δύο από τους πρωταγωνιστές της ταινίας «Απέραντο Γαλάζιο», τον Ζαν-Μαρκ Μπαρ και τον Γκρέγκορι Φόρστνερ, που βούτηξαν και πάλι στο Big Blue έπειτα από τριάντα χρόνια μαζί με δεκάδες κορυφαίους αθλητές ελεύθερης κατάδυσης από όλο τον κόσμο.

Ο παγκόσμιος πρωταθλητής ελεύθερης κατάδυσης Μιγουέλ Λοσάνο επιστρέφοντας αργά από τα 100 μ. στο Authentic Big Blue 2017 [Photo © petros chytiris]

Η ταινία βασίστηκε στη ζωή του Ζακ Μαγιόλ (θρυλικός γάλλος δύτης που γεννήθηκε το 1927 στην Σαγκάη) και στο βιβλίο του «Homo Delphinus: The Dolphin Within Man». Η πλοκή της αρχίζει στην Αμοργό της δεκαετίας του 1960, όπου ζουν τα δύο αγόρια, ο Ζακ Μαγιόλ και ο Έντζο Μολινάρι. Αρκετά χρόνια αργότερα έχουν, πλέον, εξελιχθεί σε διάσημους αθλητές της ελεύθερης κατάδυσης, που μπορούν να κρατούν την αναπνοή τους για πολλή ώρα μέσα στο νερό και σε μεγάλο βάθος. Τον ενήλικο Ζακ υποδύεται ο Ζαν Μαρκ Μπαρ και τον Εντζο, ο Ζαν Ρενό.

Τα πρόσωπα είναι υπαρκτά. Ο Ζακ Μαγιόλ, μάλιστα, συνεργάστηκε στη συγγραφή του σεναρίου, ήταν και σύμβουλος στα γυρίσματα. Ο Ζακ ασχολείται με τις επιστημονικές μετρήσεις καταδύσεων και με το κολύμπι με δελφίνια, ενώ ο Εντζο έχει εξελιχθεί σε παγκόσμιο πρωταθλητή ελεύθερης κατάδυσης. Είναι ένας άνθρωπος με θράσος και ισχυρή προσωπικότητα.

Και επιθυμεί να ξαναβρεθεί με τον Ζακ. Θέλει να τον πείσει να διαγωνιστούν και πάλι μεταξύ τους για το ποιος είναι ο καλύτερος στις καταδύσεις από τους δύο. Σε αυτήν, άλλωστε, την αντιπαλότητα και το πείσμα τους να σπάνε τα όρια του αθλήματος και να τα ωθούν ακόμα πιο βαθιά, βασίστηκε στην ουσία το σενάριο του «Απέραντου Γαλάζιου».

Ο θρυλικός Ζακ Μαγιόλ και ο Ζαν Μαρκ Μπαρ που τον υποδύθηκε στην ταινία Απέραντο Γαλάζιο

Ο ιταλός δύτης Έντζο Μαγιόρκα (πέθανε πέρσι σε ηλικία 85 ετών στη Σικελία) ήταν ο πρώτος αθλητής, που πραγματοποίησε ελεύθερη κατάδυση κάτω από τα 50 μέτρα και έκτοτε δεν έπαψε να σπάει τα ρεκόρ. Έκανε το τελευταίο του ρεκόρ το 1988, σε ηλικία 57 ετών, φθάνοντας σε βάθος 101 μέτρων.

Πρότυπό του υπήρξε ο Στάθης Χατζής, που είχε σπάσει πρώτος το ρεκόρ της ελεύθερης κατάδυσης στην Κάρπαθο το 1913. Ο θρυλικός σφουγγαράς είχε βουτήξει σε βάθος μεγαλύτερο από 60 μέτρα για να πιάσει την άγκυρα ενός ιταλικού πλοίου και να το βοηθήσει να ξεκολλήσει. Σύσσωμος, τότε, ο τύπος της εποχής είχε αναφερθεί στο κατόρθωμά του.

Για πολλά χρόνια ο (ακροδεξιός βουλευτής) Μαγιόρκα αντιδρούσε. Δεν του άρεσε ο τρόπος που τον παρουσίαζε η ταινία, είχε πετύχει, μάλιστα, την απαγόρευση της προβολής της στην Ιταλία. Μετά τον θάνατο του φίλου του, όμως, (ο Ζακ Μαγιόλ αυτοκτόνησε το 2001) η αντίστασή του εκάμφθη και αφού έγιναν κάποιες περικοπές δέχτηκε να προβληθεί το «Απέραντο Γαλάζιο» στην χώρα του.

Η Παναγία η Χοζοβιώτισσα, το μοναστήρι – σύμβολο της Αμοργού [Κική Τριανταφύλλη]

Στην ταινία, όμως, η μεγάλη πρωταγωνίστρια είναι η θάλασσα της Αμοργού αλλά και το εκπληκτικά σκληρό τοπίο γύρω από το μοναστήρι της Χοζοβιώτισσας, ένα τοπίο που πραγματικά σου κόβει την ανάσα, σε μαγεύει και κάποτε σε αποσυντονίζει.

«Ένιωσα τόσα πολλά συναισθήματα που δεν έχω αντιμετωπίσει ποτέ άλλοτε στην ελεύθερη κατάδυση. Ήταν μια πολύ δύσκολη θάλασσα για μένα, και μου έδειξε ότι χρειάζομαι επαναφορά (reset) και ανανέωση (renew)», έγραψε σε μια ανάρτησή της στο Facebook, η Μάντι Σάμερ, που κατετάγη τρίτη σε δύο από τα αγωνίσματα του τουρνουά. «Και ανυπομονώ να επανέλθω σε αυτή την εκπληκτική διοργάνωση του χρόνου», μας είπε η αμερικανίδα αθλήτρια από την Χαβάη.

Μια μεγάλη μακρόστενη λωρίδα γης με βουνά, κοφτερές πέτρες και βράχια είναι η Αμοργός, παράδεισος για τα κατσίκια αλλά όχι και για τους ανθρώπους. Τουλάχιστον στο παρελθόν. Μέχρι το 1991 που έγινε η διάνοιξη, δρόμος αμαξιτός δεν υπήρχε που να συνδέει την Πάνω Μεριά με τη Μέσα Μεριά και την Κάτω Μεριά.

Δεκαετία 1960, Αμοργός. Ο Νίκος Βασσάλος (τρίτος από αριστερά) και οι φίλοι του μόλις έχουν επιστρέψει στη Λαγκάδα από το σχολείο τους στη Χώρα, μετά από πεζοπορία τεσσάρων ωρών στη Μεγάλη Στράτα [αρχείο Νίκου Βασσάλου]

Τη Μεγάλη Στράτα, που σήμερα είναι ένα περίφημο περιπατητικό μονοπάτι, έπαιρναν οι Αμοργιανοί για να πάνε από το ένα μέρος του νησιού στο άλλο. Τη δεκαετία του΄60, λοιπόν, που ο Εντζο και ο Ζακ υποτίθεται ότι μεγαλώνουν στην Αμοργό, ένας άλλος (πραγματικός) έφηβος ξεκινάει κάθε Δευτέρα τα χαράματα μαζί με τους φίλους του από τη Λαγκάδα για να πάνε στο σχολείο της Χώρας. Γυμνάσιο δεν υπήρχε στο χωριό τους, αναγκαστικά, λοιπόν, έμεναν στο οικοτροφείο της εκκλησίας, από τη Δευτέρα μέχρι την Παρασκευή. Δύσκολη ήταν η διαδρομή ανάμεσα στα βράχια, μέσα στο κρύο και το σκοτάδι.

Στον Ασφονδυλίτη σταμάταγαν για λίγο, για να ξεκουραστούν και για να πιουν μερικές σταγόνες νερό. Εδεναν τις ζώνες τους τη μία με την άλλη και κατέβαιναν στο πηγάδι, έπιναν το νερό με ένα φύλλο συκιάς για ποτήρι. Αλλά και στο οικοτροφείο τα πράγματα ήταν δύσκολα, αφού εφαρμοζόταν το βικτωριανό σύστημα διαπαιδαγώγησης.

Να μιλήσουν στους γονείς τους για ό,τι δεν τους άρεσε, δεν γινόταν. «Πρέπει να μάθεις γράμματα παιδί μου», θα ήταν η απάντηση, και άλλος τρόπος δεν υπήρχε από το να υπομείνουν τις δυσκολίες.

Ο Νίκος Βασσάλος μπροστά στην ταβέρνα του, στη Λαγκάδα [Κική Τριανταφύλλη]

«Κλαίω κάθε φορά που διηγούμαι αυτή την ιστορία», μου είπε ο Νίκος Βασσάλος, «μόνο σήμερα δεν έκλαψα». Δεν χρειαζόταν. Έκλαιγα εγώ γι’ αυτόν όσο άκουγα την διήγησή του. Μετά το σχολείο τα παιδιά έριχναν μαύρη πέτρα πίσω τους. Κυριολεκτικά. Έβαφαν πέτρες μαύρες και τις πέταγαν όσο πιο μακριά μπορούσαν. Και οι περισσότεροι έφευγαν από το νησί, πήγαιναν σε άλλους τόπους μετανάστες. Για να μην ξαναζήσουν τέτοιες μέρες.

Τρεις φορές στην εφηβεία του, ο Νίκος προσπάθησε να το σκάσει κρυφά από το νησί. Κρυβόταν για μέρες στα Κατάπολα ανάμεσα στις βάρκες περιμένοντας το καράβι, αλλά δεν τα κατάφερε. Τον έβρισκαν και τον έφερναν πίσω. Αυτό που έγινε, όμως, στη συνέχεια δεν ήταν κι άσχημο. Ίσα ίσα. Έφτιαξε το ξενοδοχείο «Pangali» και την «Ταβέρνα του Νίκου» στη Λαγκάδα, όπου μαγειρεύει τα βιολογικά προϊόντα που παράγει στο κτήμα του.

Συνεχίζοντας εξάλλου την οικογενειακή παράδοση,  ο Νίκος Βασσάλος διατηρεί και τον φούρνο των γονιών του, που σήμερα, από το υπόγειο  – “μουσείο” της ταβέρνας, έχει μεταφερθεί στο πλαϊνό  κτίριο. Απέναντι βρίσκεται και το κατάστημα με τα βιολογικά λαχανικά του. Σημειώστε ότι το Ίαμα στην απέναντι γωνία είναι το κατάστημα με τα βότανα και τα αιθέρια έλαια που παράγει στο αποστακτήριό του λίγο πιο πάνω, ο Βαγγέλης Βασσάλος, ο μεσαίος από τους τρεις αδελφούς. Και ο Γιώργος Βασσάλος, ο πιο μεγάλος, παράγει φίνο μέλι.

Διαβάστε την συνέχεια εδώ:

Από το «Απέραντο Γαλάζιο» στο Authentic Big Blue 2017→