Κατά τη διάρκεια της τελευταίας δεκαετίας οι τεχνολογίες πληροφοριών μεταμόρφωσαν τον κόσμο που μας περιβάλλει. Συγκεντρώνοντας τεράστιους όγκους δεδομένων και εκπαιδεύοντας σύστημα τεχνητής νοημοσύνης να τα ερμηνεύουν, αναπτύχθηκαν υπολογιστές που μαθαίνουν να μεταφράζουν, συστήματα αναγνώρισης προσώπου που ξεκλειδώνουν τα έξυπνα κινητά μας αλλά και αλγόριθμοι που εντοπίζουν καρκίνους. Οι δυνατότητες είναι πράγματι ατελείωτες αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι τα εν λόγω συστήματα είναι αλάθητα.
Στο πλαίσιο της ενδελεχούς έρευνας «The Facebook Files» που διεξάγουν δημοσιογράφοι της Wall Street Journal, η αμερικανική εφημερίδα αποκάλυψε την περασμένη Κυριακή ότι σε αντίθεση με ό,τι υποστήριζαν εδώ και καιρό ανώτατα στελέχη του Facebook, τα συστήματα τεχνητής νοημοσύνης που επιστράτευσε ο διαδικτυακός κολοσσός για να απαλλάξει τις πλατφόρμες του από τη ρητορική μίσους και την υποκίνηση βίας, καταφέρνουν να εντοπίσουν ένα ελάχιστο, μονοψήφιο ποσοστό σχετικών αναρτήσεων.
Ομως στην προκειμένη περίπτωση το πρόβλημα ξεπερνά κατά πολύ το Facebook και τις αθέμιτες και αναποτελεσματικές πρακτικές του. Για πρώτη φορά στη Ιστορία, «αποφάσεις ζωτικής σημασίας για την ευημερία των ανθρώπων λαμβάνονται εν μέρει ή εξ ολοκλήρου από μηχανές, όσον αφορά τα πάντα – από την εύρεση εργασίας έως την πιστοληπτική ικανότητα, τις ιατρικές διαδικασίες ή τις καταδίκες σε φυλάκιση», αναφέρουν σε κεντρικό άρθρο τους οι Financial Times.
Σφάλματα και προκαταλήψεις
Ωστόσο «η διαδικασία λήψης αποφάσεων που ακολουθούν οι αλγόριθμοι αποδεικνύεται εντυπωσιακά επιρρεπής σε σφάλματα ή προκαταλήψεις. Οι τεχνολογίες αναγνώρισης προσώπου μπορεί να αντιμετωπίσουν δυσκολίες με πιο σκουρόχρωμες επιδερμίδες. Το τι μαθαίνουν οι μηχανές επηρεάζεται από τις προκαταλήψεις εκείνων που τις προγραμματίζουν, και από τα μερικά σύνολα δεδομένων που τους παρέχονται», υπενθυμίζει η λονδρέζικη εφημερίδα.
Σε αυτό το πλαίσιο αυξήθηκαν, για παράδειγμα, αντί να μειωθούν, οι διακρίσεις. Στις ΗΠΑ οι γυναίκες δεν λαμβάνονται ιδιαίτερα υπόψη, παρότι διαθέτουν τα απαραίτητα προσόντα, για συγκεκριμένα επαγγέλματα (στο κλάδο της πληροφορικής π.χ.) ενώ οι αφροαμερικανοί ασθενείς χάνουν την προτεραιότητα στις λίστες μεταμόσχευσης νεφρού.
Αναγνωρίζοντας, πλέον, το πρόβλημα, κορυφαίοι σύμβουλοι του Λευκού Οίκου προτείνουν τη σύνταξη μίας νέας Διακήρυξης των Δικαιωμάτων των πολιτών για την εποχή της τεχνητής νοημοσύνης, κατά το πρότυπο του Bill of Rights (των πρώτων δέκα τροπολογιών του αμερικανικού συντάγματος) που υιοθετήθηκε το 1791 με στόχο τον έλεγχο της κυβερνητικής εξουσίας και την κατοχύρωση εννοιών όπως η ελευθερία της έκφρασης και το δικαίωμα σε δίκαιη δίκη.
«Τεχνολογίες που βλάπτουν»
«Στον 21ο αιώνα χρειαζόμαστε μια διακήρυξη δικαιωμάτων για την προστασία από τις ισχυρές τεχνολογίες που αναπτύξαμε… είναι απαράδεκτο να δημιουργούμε συστήματα τεχνητής νοημοσύνης που βλάπτουν πολλούς ανθρώπους, όπως είναι απαράδεκτο να παρασκευάζουμε φάρμακα και να παράγουμε άλλα προϊόντα – είτε αυτοκίνητα, παιχνίδια ή ιατρικά μηχανήματα – που μπορούν να βλάψουν πολλούς ανθρώπους», αναφέρουν σε κείμενό τους στο Wired, ο Ερικ Λάντερ, επικεφαλής επιστημονικός σύμβουλος του Τζο Μπάιντεν και η Αλόντρα Νέλσον, αναπληρώτρια διευθύντρια στο τμήμα επιστήμης και κοινωνίας του Γραφείου Επιστήμης και Τεχνολογίας του Λευκού Οίκου.
Στο πλαίσιο μιας τέτοιας διακήρυξης θα μπορούσε να διασφαλίζεται το δικαίωμα των πολιτών να γνωρίζουν εάν και μέσω ποιας διαδικασίας συστήματα τεχνητής νοημοσύνης λαμβάνουν αποφάσεις που τους αφορούν και, κυρίως, να αμφισβητούν αυτές τις αποφάσεις όποτε θεωρούν πως τους αδικούν, καταφεύγοντας στις αρμόδιες αρχές.
Ιδιαίτερα σημαντικό είναι επίσης να διατηρηθεί ένας βαθμός ανθρώπινης ή εταιρικής ευθύνης, με ανθρώπους να υποχρεούνται να λογοδοτούν, όποτε τα συστήματα που εποπτεύουν, υποπίπτουν σε σφάλματα ή δεν λαμβάνουν σωστές αποφάσεις, όπως ακριβώς καλούνται να λογοδοτούν σήμερα, όποτε οι υφιστάμενοί τους διαπράττουν λάθη.
Λαμβάνοντας υπόψη ότι τεχνητή νοημοσύνη προσφέρει σε αυταρχικές κυβερνήσεις νέα εργαλεία επιτήρησης, ελέγχου και καταναγκασμού, σε μια μελλοντική διακήρυξη των δικαιωμάτων των πολιτών στην εποχή της τεχνητής νοημοσύνης θα πρέπει να ορίζεται ξεκάθαρα ποιες τεχνολογίες είναι επιτρεπτές αλλά και να διευκρινίζονται οι κανόνες χρήσης τους.
Η συντακτική ομάδα των Financial Times χαρακτηρίζει την αμερικανική πρωτοβουλία «αξιοθαύμαστη», ωστόσο θεωρεί πως δεν πρέπει να αφορά μόνον τις ΗΠΑ αλλά να καταστεί οικουμενική. Επισημαίνει επίσης ότι όσον αφορά την προστασία των πολιτών στην εποχή της τεχνητής νοημοσύνης, η Ευρώπη προηγείται των Ηνωμένων Πολιτειών. Ο Γενικός Κανονισμός Προστασίας Δεδομένων της ΕΕ προβλέπει ήδη, για παράδειγμα, το δικαίωμα των πολιτών να μην υπόκεινται δίχως την συγκατάθεσή τους σε αποφάσεις που «βασίζονται αποκλειστικά σε αυτοματοποιημένες διαδικασίες», αν και στην πράξη το εν λόγω δικαίωμα δεν αναγνωρίζεται ακόμη ευρέως.
Για να καταστεί οικουμενική η πρωτοβουλία των ΗΠΑ για μια Διακήρυξη των Δικαιωμάτων των πολιτών στην εποχή της τεχνητής νοημοσύνης, η κυβέρνηση Μπάιντεν πρέπει να αποδεχτεί την πρόσκληση της ΕΕ για συνεργασία όσον αφορά τα προβλήματα που προέκυψαν και συνεχίζουν να προκύπτουν στο πλαίσιο της γενίκευσης της χρήσης προηγμένων τεχνολογιών.
Τι θα συμβεί, ωστόσο, εάν κάποιες χώρες, όπως η Κίνα, αρνηθούν να ακολουθήσουν τη Δύση; «Οπως συνέβη κατά τη διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου με την προστασία των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, τώρα θα μπορούσε να καταστεί μια διακήρυξη κατά της παρεμβατικής τεχνητής νοημοσύνης στοιχείο ηθικής διαφοροποίησης και ενδυνάμωσης των δημοκρατιών», σημειώνουν οι Financial Times.