Αεροφωτογραφία του Ανακτόρου στο Κτήμα Τατοΐου, όπου μετρήθηκαν συνολικά 17.000 αντικείμενα. Αριστερά, τα μαγειρεία. Από το έργο «Το Χρονικό του Τατοΐου» του ιστορικού Κώστα Σταματόπουλου | (Εκδ. Καπόν)
Θέματα

Τατόι, ο θησαυρός που μας θύμισε ο Μητσοτάκης

Θαυμαστά, περιβαλλοντικά «διαμάντια» πρόσφορα σε αξιοποίηση, κάπου 30 κτίσματα και πολλά άλλα «στεγάζει» το Κτήμα Τατοΐου, για το οποίο ο Πρωθυπουργός ανακοίνωσε στη Βουλή ότι θα αξιοποιηθεί. Πρόκειται για ένα ειδυλλιακό αλλά «ανεπεξέργαστο» κομμάτι γης λίγα μόλις χιλιόμετρα μακριά από την Αθήνα
Παύλος Ηλ. Αγιαννίδης

Αλήθεια, υπάρχουν πολλοί τόποι, όχι μόνον στην Ελλάδα αλλά και αλλού, που να φιλοξενούν ένα μοναδικό – υπόγειο – βουτυροκομείο που έβγαζε ονομαστό βούτυρο, ένα «αλπικό» ξενοδοχείο, δύο τεχνητές λίμνες, 15 τοξωτά λίθινα γεφύρια, τρεις πολυτελείς Ρολς Ρόις και χρυσοποίκιλτες άμαξες, αγέλες ελαφιών, αγριογούρουνων και λύκων, μοναδικά κυπαρίσσια… πυρασφαλείας, σπάνιες χελώνες και κρόκους, τον τάφο της «Μητέρας της Ψυχανάλυσης» και των καζίνο του Μόντε Κάρλο σε μια καταπράσινη έκταση 60.000 στρεμμάτων παρά τις πέντε καταστροφικές πυρκαγιές;

Η απάντηση είναι μία. Και για την Ελλάδα και διεθνώς: Το Κτήμα Τατοΐου. Το οποίο ανήκει εξ ολοκλήρου, από το 2000 (με απόφαση του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου περί αποζημίωσης της άλλοτε βασιλικής οικογένειας Γλύξμπουργκ), στο Ελληνικό Δημόσιο. Και παρόλα αυτά μένει να ρημάζει, αναξιοποίητο.

Εντυπωσιακή άποψη του ξενοδοχείου «Το Τατόιον» (© Βασίλης Κουτσαβλής)

Είναι το πολιτικό ταμπού ή το «ιδεολογικό πρόσημο», όπως το χαρακτηρίζει ο πρόεδρος του δ.σ. του Συλλόγου Φίλων Κτήματος Τατοΐου Βασίλης Κουτσαβλής – που έχει βάλει τα πράγματα σε αυτή τη ρότα για χρόνια. Από το 1980 που ουσιαστικά εγκαταλείφθηκε στη μοίρα του το τεράστιο άλλοτε Βασιλικό Κτήμα και, παρά τις μελέτες και προτάσεις, δεν έχει αξιοποιηθεί όπως θα του έπρεπε.

Οι πρώτες προγραμματικές δηλώσεις της κυβέρνησης, δια στόματος Κυριάκου Μητσοτάκη, θέλουν πλέον την αξιοποίησή του, με ξενοδοχειακή μονάδα, αγροδιατροφικές μονάδες και περιπατητικές και άλλες διαδρομές, ανοιχτές στο κοινό. Σε έναν τόπο που έχει χαρακτηρισθεί ως νεότερο μνημείο και αρχαιολογικός (λόγω της αρχαίας Δεκελείας) και ανήκει στο προστατευόμενο περιβαλλοντικό σύνολο Natura 2000 του Εθνικού Δρυμού Πάρνηθας.

Η αξιοποίηση, υπέρ της οποίας πάσχιζε χρόνια ο Σύλλογος Φίλων Τατοΐου, των 150 τακτικών μελών και των 2.500 φίλων (ακόμη και στις εφοπλιστικές οικογένειες του Λονδίνου), σημαίνει καταρχάς ότι θα πρέπει να ξεμπερδευτεί το κουβάρι των αρμοδιοτήτων. Καθώς το Τατόι ανήκει ουσιαστικά στην αρμοδιότητα τεσσάρων υπουργείων: Οικονομίας, Πολιτισμού, Περιβάλλοντος και Γεωργίας (λόγω των εύφορων γαιών και της κτηνοτροφίας, που παρήγαν στα χρόνια της ακμής του περίφημα και ειδικά τοπικά προϊόντα, όπως το ονομαστό «Δεκελεικό βούτυρο»). Αλλά και επτά κρατικών φορέων, από τον Φορέα Διαχείρισης Εθνικού Δρυμού Πάρνηθας μέχρι το Δασαρχείο. Και τον Δήμο Διονύσου, στην δικαιοδοσία του οποίου έχει περάσει από την άλλοτε Κοινότητα Κρυονερίου, όπου ανήκε. Με αποτέλεσμα, πέρα από τους επτά φορείς να γίνεται το Τατόι διελκυστίνδα και μεταξύ του Δήμου Διονύσου και του μεγάλου Δήμου Αχαρνών, που το διεκδικεί. Κάτι που σοβεί από το 2012, όταν έγιναν οι πρώτες μελέτες για την μετατροπή του Κτήματος, με τα 30 συνολικά κτίσματα – με προεξάρχον το ανάκτορο – σε «σύγχρονο και βιώσιμο Μητροπολιτικό Πάρκο».

Μία ακόμη άποψη κτιρίων που περιβάλλουν «Το Τατόιον», το ξενοδοχείο του Κτήματος

Κατά τα πρότυπα ανάλογων κτημάτων, βασιλικών και μη, σε πολλές άλλες χώρες, με ξενοδοχειακές μονάδες, μονοπάτια και περιπατητικές ή ποδηλατικές διαδρομές, πρότυπες γεωργικές και οινικές μονάδες μικρής «ετικέτας» ή βιολογικής καλλιέργειας. Με έλεγχο από το Δημόσιο. Με έσοδα για το ίδιο το Μητροπολιτικό Πάρκο. Και όχι ανεξέλεγκτα και με μηδενικά έσοδα, όπως το θέτει γλαφυρά ο κ. Κουτσαβλής. Εκεί, όπου εδώ και περίπου μια δεκαετία «φωτογραφίζονται νύφες και γαμπροί δίχως άδεια από κανέναν και δίχως έσοδα για το Κτήμα που ανήκει στο Ελληνικό Δημόσιο». Ή ξεφυτρώνουν, επίσης ανεξέλεγκτα, γύρω, από «μίνι σχολές ιππασίας» μέχρι «κτήματα γαμήλιων δεξιώσεων». Και γίνεται ανεξέλεγκτα – ίσως και καταστροφικά – υλοτόμηση θάμνων τα Χριστούγεννα. Ενώ η συντονισμένη και οργανωμένη εκμετάλλευση, θα μπορούσε να προσφέρει, με την συστηματική και χρήσιμη «αποξύλωση» στο δάσος, καυσόξυλα για κοινωνικά ευαίσθητες ομάδες.

Στην φθορά του χρόνου έχει αφεθεί το Ανάκτορο

Πόσο γρήγορα και με ποιο κόστος εκτιμάται ότι μπορεί να «ανορθωθεί» και να λειτουργήσει το Κτήμα Τατοΐου, τώρα που υπάρχει η πολιτική βούληση να αξιοποιηθεί; Ο κ. Κουτσαβλής δίνει έναν ορίζοντα 4-5 ετών για την λειτουργία και ένα κόστος της τάξης των 90-110 εκατ. ευρώ, το οποίο συγκρίνει ως το 1/6 από το ποσό που δαπανήθηκε για το Κέντρο Πολιτισμού Ίδρυμα Σταύρος Νιάρχος στο Φάληρο. Προτεραιότητα, όπως επισημαίνει στο Protagon.gr, η διάνοιξη των ζωνών πυρασφαλείας, που έχουν κλείσει στα χρόνια της… εγκατάλειψης.

Τα θαυμαστά

Για να δούμε μια σειρά μοναδικών και θαυμαστών στοιχείων που συνθέτουν το παζλ του Κτήματος Τατοΐου:

Σκάλες που οδηγούν από το δάσος στο Ανάκτορο
Το κτήριο του βουτυροκομείου
Μικρές χελώνες Testudo hermanni, από τα είδη που χαρακτηρίζουν την μοναδική πανίδα του Τατοΐου
Η πέτρινη μπανιέρα του Γεωργίου Α’ κοσμεί του κήπους του Ανακτόρου
Για την ιστορία

Αν και στο Τατόι έστρεψε τον Γεώργιο Α’, για τα θερινά ανάκτορα του, ο διάσημος γερμανός αρχιτέκτονας Ερνέστος Τσίλερ (που έφερε στην Αθήνα, πέρα από τα σχέδιά του, τον τεχνητό εξαερισμό και την κεντρική θέρμανση), ο ίδιος τελικά σχεδίασε μόνον την πρώτη βασιλική έπαυλη που καταστράφηκε στην μεγάλη πυρκαγιά του Τατοΐου.

Το 1878, η θέση στην οποία κτιζόταν το Ανάκτορο – 15 χιλιόμετρα από το κέντρο της Αθήνας – είχε επιλεγεί και είχε ήδη αρχίσει η διαμόρφωση του κήπου μπροστά του. Ο Γεώργιος Α’ διαφώνησε (αν όχι θύμωσε) με το φαραωνικό νεογοτθικό Ανάκτορο που του πρότεινε ο Τσίλερ. Με τούτα και με κείνα, τα έργα ξεκίνησαν το 1880, σε σχέδια του νεαρού αρχιτέκτονα Σάββα Μπούκη, ο οποίος στάλθηκε στην Αγία Πετρούπολη για να αντιγράψει την έπαυλη Ferme (Αγροικία), έργο του Άνταμ Μανελάους, στο πάρκο του ανακτόρου του Πέτερχοφ, στη νότια ακτή του Φιννικού κόλπου, όπου αρέσκονταν να κατοικεί ο τσάρος Αλέξανδρος Β’.

Στο Τατόι, οι εργασίες ανέγερσης διήρκεσαν από την άνοιξη του 1884 έως τα τέλη του 1886, αλλά τα εγκαίνια έγιναν την Πέμπτη 18 Μαΐου 1889. Οι πυρκαγιές «κατέτρυχαν», κατά κάποιον τρόπο, το Τατόι. Το 1909-10 η βασιλική οικογένεια διαχείμασε εκεί, λόγω των πολιτικών γεγονότων της εποχής και κυρίως λόγω της πυρκαγιάς, που είχε καταστήσει τα χειμερινά Ανάκτορα (τη σημερινή Βουλή) ακατοίκητα, όπως καταγράφει στο δίτομο έργο «Το Χρονικό του Τατοΐου» ο ιστορικός Κώστας Μ. Σταματόπουλος (Εκδόσεις Καπόν). Με την πυρκαγιά της 30ής Ιουνίου 1916 μεταφέρθηκε εκεί ο Κωνσταντίνος και εκεί, το 1920, πέθανε από δάγκωμα πιθήκου ο Αλέξανδρος. Μετά από μία ακόμη πυρκαγιά στο Τατόι, το 1945, το Κτήμα χρησιμοποιήθηκε από τα τέλη του 1948 ως μόνιμη κατοικία για την βασιλική οικογένεια. Εκεί πέθανε ο Παύλος στις 6 Μαρτίου 1964. Δέκα χρόνια μετά, το 1974 με την Μεταπολίτευση, το Κτήμα επέζησε από μία ακόμη πυρκαγιά. Μέχρι το 2007, που «είδε» να καίγεται η Πάρνηθα.