Ο «Ταξιτζής» Ρόμπερτ ντε Νίρο στο τιμόνι και ο σκηνοθέτης Μάρτιν Σκορσέζε στο πίσω κάθισμα | Steve Shapiro/«Taxi Driver»/ Taschen
Θέματα

Τα μυστικά πίσω από τον πιο περιζήτητο «Ταξιτζή»

Το αριστούργημα του Μάρτιν Σκορσέζε με τον Ρόμπερτ ντε Νίρο σε έναν από τους πιο εμβληματικούς ρόλους της καριέρας του, απαιτούσε τεράστια αφοσίωση και βιωματικές πρόβες, που πολύ συχνά, μπλέκονταν με την ίδια τη ζωή. Η ταινία μετρά πλέον 43 χρόνια ζωής - και τι ζωής!
Protagon Team

Ηταν 8 Φεβρουαρίου του 1976 όταν βγήκε στις κινηματογραφικές αίθουσες, χωρίς πολλές φανφάρες και με χαμηλό μπάτζετ, μία ταινία που έμελλε να γίνει από τις πιο εμβληματικές στην ιστορία του Χόλιγουντ. Εφερε εκατομμύρια δολάρια στα ταμεία και ο πρωταγωνιστής της, Ρόμπερτ ντε Νίρο, έπεισε τους πάντες ότι μπορεί να τσαλακωθεί και να μεταμορφωθεί σε οποιονδήποτε χαρακτήρα και… παλιοχαρακτήρα, διέταζε το όραμα ενός σκηνοθέτη όπως ο Μάρτιν Σκορσέζε.

Οπως αναφέρει το αφιέρωμα της ιταλικής εφημερίδας Corriere della Sera, ο Ντε Νίρο έκανε έναν μήνα προετοιμασίας προκειμένου να μπει στο πετσί του ρόλου. «Ο ταξιτζής» είναι από τους δημοφιλέστερους κινηματογραφικούς αντι-ήρωες, που σκιαγραφεί την καθημερινότητα ενός ασταθή τύπου, που δουλεύει νυχτερινή βάρδια και είναι έτοιμος να τα βάλει με όλους και όλα.

Ο ηθοποιός πήρε μια γερή δόση της σκληρής πλευράς της Νέας Υόρκης, καθώς εργάστηκε ως πραγματικός ταξιτζής για δώδεκα ώρες την ημέρα επί έναν μήνα. Κατάλαβε λοιπόν από πρώτο χέρι, πόσο εύκολο είναι να μετατραπείς σε ένα αγρίμι της ασφάλτου, ακόμη και αν δεν είχες το δύσκολο παρελθόν του χαρακτήρα που υποδύεσαι, «Τράβις Μπέικερ».

Η θρυλική ατάκα που μετατράπηκε σε σλόγκαν «You talkin’ to me?» (Σ’ εμένα μιλάς;) ήταν εκτός σεναρίου και καρπός αυτοσχεδιασμού του ίδιου του πρωταγωνιστή. Ο Σκορσέζε είχε δώσει τη σκηνοθετική οδηγία «μιλάς στον εαυτό σου καθώς κοιτάζεσαι στον καθρέφτη». Και κάπως έτσι, γεννήθηκε η κόντρα του «Ταξιτζή» με το θυμωμένο του είδωλο.

Ο Σκορσέζε δίνει σκηνοθετικές οδηγίες στον Ντε Νίρο και η δεκατριάχρονη Τζόντι Φόστερ κάνει διάλειμμα, κοιτώντας τον φακό

Οπως είχε πει ο σεναριογράφος της ταινίας, Πολ Σρέιντερ: «Στην πραγματικότητα, είναι ένα παιδάκι μπροστά σε έναν καθρέφτη, που κάνει πλάκα με το πιστόλι του».

Οσο για την δεκατριάχρονη τότε Τζόντι Φόστερ, έχει δηλώσει πολλές φορές πόσο προστατευτικός ήταν μαζί της ο Ντε Νίρο και πόσο τη βοήθησε στο να υποδυθεί μία ανήλικη πόρνη.

Ο Πολ Σρέιντερ οδηγήθηκε στη συγγραφή του σεναρίου μέσα από την προσωπική του περιπέτεια. Βρισκόταν στην πιο μαύρη περίοδο της ζωής του. Ηταν φρεσκοχωρισμένος και επί έναν μήνα κοιμόταν μέσα στο αυτοκίνητό του, με μοναδική του συντροφιά το αλκοόλ και τις πορνοταινίες που έβλεπε στο σινεμά. Είχε χαθεί από φίλους και γνωστούς, δεν μιλούσε με κανέναν. Εχοντας λοιπόν βιώσει το συγκεκριμένο ζοφερό υπόβαθρο, αποφάσισε να μετατρέψει την απόγνωσή του σε τέχνη και ξεκίνησε να γράφει κάτι, που κατέληξε να είναι το σενάριο του «Ταξιτζή».

O Ρόμπερτ ντε Νίρο σε ένα στιγμιότυπο από την ταινία (© 1976 – Columbia/TriStar)

Ο Σρέιντερ έχει χαρακτηρίσει το σενάριό του ως εξής: «Είναι μία ιστορία που εξετάζει τη μοναξιά ως παθολογία. Ο “Ταξιτζής” χρησιμοποιεί τη μοναξιά του σαν μηχανισμό αυτοάμυνας, καταλήγοντας να γίνεται όλο και πιο μόνος, μέχρι που αυτή η “αρρώστια” μετατρέπεται σε κακία και σε βία».

Πηγές έμπνευσής του, ήταν το βιβλίο «Η ναυτία» του υπαρξιστή φιλοσόφου Ζαν-Πολ Σαρτρ, «Ο ξένος» του Αλμπέρ Καμύ και οι «Αναμνήσεις από το υπόγειο» του Φιοντόρ Ντοστογιέφσκι. Βασικό σκεπτικό του, ήταν να περάσει στοιχεία από τα υπαρξιακά αδιέξοδα των ευρωπαίων ηρώων σε έναν αμερικανό αντι-ήρωα, που μην έχοντας το πολιτιστικό υπόβαθρο να βγει από αυτά, βουλιάζει ολοένα και πιο βαθιά μέσα τους.

Οσο για τον σκηνοθέτη της ταινίας, έχει δώσει μία ενδιαφέρουσα περιγραφή για το δημιούργημά του: «Ενα μεγάλο κομμάτι του “Ταξιτζή” γεννήθηκε με την αίσθηση ότι πρόκειται για μία ονειρική κατάσταση, γεμάτη ψευδαισθήσεις, από εκείνες που δημιουργούν οι ναρκωτικές ουσίες. Το σοκ να βγει αυτή η ταινία στο φως της ημέρας, ή έστω σε μία αίθουσα γεμάτη με κόσμο, αρχικά με τρομοκρατούσε. Είναι σα να γύρισα την ταινία σε μόνιμη κατάσταση υπνηλίας, και όταν τελικά την είδα εντελώς ξύπνιος, είχα μία παράξενη συστολή».

Σκορσέζε και Ντε Νίρο, στους δρόμους της Νέας Υόρκης, πάντα για τα γυρίσματα του «Ταξιτζή»

Το 2016, με αφορμή τη συμπλήρωση σαράντα ετών από την πρεμιέρα της, ο διευθυντής φωτογραφίας της ταινίας, Μάικλ Τσάπμαν, είχε πει σχετικά: «Το στιλ της ταινίας είναι σε μεγάλο βαθμό εμπνευσμένο από τη ματιά του γάλλου σκηνοθέτη Ζαν-Λυκ Γκοντάρ. Μεγάλο μέρος των αισθητικών επιλογών, οφείλεται στο ότι δεν είχαμε ούτε πολύ χρόνο, ούτε πολλά χρήματα».

Οπως όμως αποδείχτηκε, το να κινηματογραφείς τη Νέα Υόρκη τη νύχτα με μοναδικό φωτισμό τα φώτα της ίδιας της πόλης, μετατρέπει το χαμηλό μπάτζετ σε ευχή, και όχι σε κατάρα.

* Δύο εξαιρετικά λευκώματα με εικόνες του θρυλικού φωτογράφου Στιβ Σαπίρο από τα γυρίσματα τις ταινίας κυκλοφορούν από τις εκδόσεις Τaschen