Η συμβολή στην εθνική οικονομία της εξορυκτικής-μεταλλουργικής βιομηχανίας, συνυπολογίζοντας τη συμμετοχή τής τσιμεντοβιομηχανίας και την παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας, ανέρχεται στα 6,2 δισ. ευρώ ή το 3,4% του ΑΕΠ. Απαντήθηκε η ερώτηση και, υπό κανονικές συνθήκες, εδώ θα έπρεπε να τελειώνει το κείμενο.
Ομως, έτσι δεν θα μαθαίνατε ποτέ ότι οι εξορυκτικές επιχειρήσεις παραμένουν ένας από τους μεγαλύτερους εργοδότες της χώρας, με σημαντικό ρόλο για την καταπολέμηση της ανεργίας, ειδικά στην ελληνική περιφέρεια.
Τα παραπάνω τόνισε ο πρόεδρος του Συνδέσμου Μεταλλευτικών Επιχειρήσεων Αθανάσιος Κεφάλας σε γεύμα εργασίας που παρέθεσε την Τρίτη 5 Ιουλίου στους δημοσιογράφους του οικονομικού ρεπορτάζ, επισημαίνοντας ότι με βάση τη σχετική μελέτη που πρόσφατα εκπόνησε το ΙΟΒΕ, οι δραστηριότητες του εξορυκτικού τομέα έχουν πολύ σημαντικό ρόλο στην οικονομία της Αττικής, που αποτελεί τον σημαντικότερο πληθυσμιακό και οικονομικό πόλο της επικράτειας, συνεισφέροντας συνολικά στην ακαθάριστη αξία παραγωγής της περιφέρειας αυτής περίπου 2,1 δισεκατομμύρια ευρώ.
Σημαντική συνεισφορά, πάντα κατά τον κ. Κεφάλα, σημειώνεται επίσης και στην Κεντρική Μακεδονία, ως αποτέλεσμα μεταξύ άλλων και της εκμετάλλευσης των πολυμεταλλικών κοιτασμάτων στην περιοχή της Χαλκιδικής, συνεισφέροντας συνολικά περίπου 1 δισ. ευρώ στην ακαθάριστη αξία παραγωγής της περιφέρειας.
Σε ό,τι αφορά στις επιδράσεις της εξορυκτικής βιομηχανίας σε προστιθέμενη αξία, αξίζει να σημειωθεί ότι στον εξορυκτικό τομέα οφείλεται περίπου το 12% της προστιθέμενης αξίας που δημιουργείται στη Στερεά Ελλάδα (σε απόλυτους όρους περίπου €740 εκατ. προστιθέμενης αξίας). Αντίστοιχα, στον εξορυκτικό τομέα οφείλεται περίπου το 4% της προστιθέμενης αξίας που δημιουργείται στις περιφέρειες της Ανατολικής Μακεδονίας – Θράκης (€300 εκατ.), Δυτικής Μακεδονίας (€130 εκατ.) και Θεσσαλίας (€270 εκατ.) καθώς επίσης και περίπου το 3% της προστιθέμενης αξίας που δημιουργείται στο Νότιο Αιγαίο (€160 εκατ.). Τέλος, σημαντική είναι επίσης η συνεισφορά της εξορυκτικής βιομηχανίας στην προστιθέμενη αξία που παράγεται στην Κεντρική Μακεδονία (περίπου €500 εκατ., ή περίπου 2,2% της προστιθέμενης αξίας της περιφέρειας).
Ο κ. Κεφάλας αναφέρθηκε, χρησιμοποιώντας στοιχεία από την ίδια μελέτη του ΙΟΒΕ, σε σημαντικά στοιχεία για την απασχόληση στον εξορυκτικό τομέα κατά περιφέρεια, πράγμα που δείχνει τον σημαντικό ρόλο στην περιφερειακή ανάπτυξη της χώρας μας.
Ειδικότερα, στις δραστηριότητες της εξορυκτικής βιομηχανίας οφείλεται άμεσα περίπου το 3% της απασχόλησης στη Στερεά Ελλάδα (σε απόλυτους όρους, περίπου 4,4 χιλ. ισοδύναμες θέσεις πλήρους απασχόλησης) και το 1% της απασχόλησης στις περιφέρειες της Δυτικής Μακεδονίας (0,6 χιλ. θέσεις), της Ανατολικής Μακεδονίας και Θράκης (1,4 χιλ. θέσεις) και της Θεσσαλίας (1,6 χιλ. θέσεις). Η συνολική επίδραση του εξορυκτικού τομέα στην απασχόληση στις περιφέρειες αυτές είναι, ωστόσο, πολύ ισχυρότερος. Ενδεικτικά, στην εξορυκτική βιομηχανία οφείλεται συνολικά περίπου το 11% της απασχόλησης στην Στερεά Ελλάδα (περίπου 18,7 χιλ. θέσεις πλήρους απασχόλησης), και περισσότερο από το 3% της απασχόλησης στις περιφέρειες της Δυτικής Μακεδονίας (2,9 χιλ. θέσεις), της Ανατολικής Μακεδονίας και Θράκης (6,5 χιλ. θέσεις) και της Θεσσαλίας (7,3 χιλ. θέσεις). Οι περιφερειακές επιδράσεις της εξορυκτικής βιομηχανίας στην απασχόληση είναι ιδιαίτερα σημαντικές, λαμβανομένου υπόψη του γεγονότος ότι η εξορυκτική δραστηριότητα παρέχει ισχυρή στήριξη στην απασχόληση σε περιοχές της χώρας που έχουν πληγεί οξύτατα από την οικονομική κρίση των τελευταίων ετών.
Στην ομιλία του, ο πρόεδρος του ΣΜΕ υπογράμμισε για μία ακόμη φορά τα προβλήματα και τους ανασταλτικούς παράγοντες που εμποδίζουν την ανάπτυξη του εξορυκτικού κλάδου και αποτελούν τροχοπέδη του και είναι μεταξύ άλλων:
Η δύσκαμπτη αδειοδοτική διαδικασία, τόσο για υφιστάμενες δραστηριότητες, όσο και για νέες επενδύσεις, η γραφειοκρατία, ο αναχρονιστικός λατομικός νόμος, οι κοινωνικές αντιδράσεις λόγω του μεγάλου φόβου για υποβάθμιση του περιβάλλοντος σε συνδυασμό με τη μη ύπαρξη αποτελεσματικών ελέγχων, η έλλειψη σταθερού φορολογικού και εργασιακού νομοθετικού πλαισίου και, πάνω απ’ όλα, η ανασφάλεια δικαίου.
Κλείνοντας, ο κ. Κεφάλας ζήτησε από την πολιτεία την επίσπευση της εφαρμογής των προβλέψεων της Εθνικής Πολιτικής Αξιοποίησης των Ορυκτών Πρώτων Υλών, μέσω της οποίας θα ανοίξει ο δρόμος για νέες επενδύσεις στον κλάδο και για τη βέλτιστη αξιοποίηση των ορυκτών πόρων της χώρας.