Ποιος είναι ο εχθρός μας, σήμερα; Το κράτος, τα κόμματα, ο φασισμός που σήκωσε κεφάλι, οι άλλοι, ο ίδιος μας ο εαυτός; Να πολλές ερωτήσεις μαζί, που δεν παίρνουν μια απάντηση, που κάποιοι βασανίζονται και κάποιοι άλλους σίγουροι παίρνουν θέση, αφού δεν επιτρέπει η εποχή αμφιταλαντεύσεις και «ναι-μεν-αλλά» καταστάσεις.
Σινεμά ο Παράδεισος ή η Κόλαση: Στο ελληνικό σινεμά, συμβαίνουν τελευταία ενδιαφέροντα αλλά συζητήσιμα πράγματα. Από τη μια έχουμε βγει προς τα έξω, με φιλοδοξίες που δικαιώνονται -βραβεία, διακρίσεις- από την άλλη στο εσωτερικό οι ταινίες που έκαναν εισιτήρια μέχρι σήμερα ήταν «ελαφρές», γιατί προτιμούμε να δούμε μια ταινία για τη βία κάπου αλλού, μακριά, αλλά όχι μια ταινία για τη βία που ζούμε όλοι μας σήμερα.
Η βία της οικογένειας: Ένα μεγάλο θέμα, που για να ερευνηθεί σε βάθος θα έπρεπε να γίνει… ψυχαναλυτικό συνέδριο. Οι κινηματογραφιστές, όμως, δεν είναι ούτε κοινωνιολόγοι, ούτε γιατροί. Άλλος είναι ο ρόλος τους, πολλές φορές αλληγορικός, υπερβολικός ή ρεαλιστικός, με στόχο να κρατήσουν τον θεατή στην καρέκλα του και αν είναι δυνατόν να του δώσουν και «δουλειά για το σπίτι»- αυτό συνδυασμένο με την απόλαυση που λέγεται καλό σινεμά, όποιο κι αν είναι το θέμα του.
Το weird wave, όπως ονομάσθηκε, του ελληνικού σινεμά (Κυνόδοντας, Miss Violency…) είναι ταινίες που διακρίθηκαν σε Διεθνή Φεστιβάλ, που έφεραν νέους κινηματογραφιστές στο προσκήνιο και που εντυπωσίασαν. Έχω δει μόνον τον Κυνόδοντα και θα δω κάποια στιγμή και την επίσης βραβευμένη ταινία του Αβρανά. Όμως, και στις δύο περιπτώσεις και με πολλές ομοιότητες της δεύτερης με την πρώτη στο θέμα, η σημερινή ελληνική οικογένεια παρουσιάζεται πολύ νοσηρή, έστω και στα πλαίσια μιας αλληγορίας.
Ο Εχθρός Μου: βρήκα την ταινία του Γιώργου Τσεμπερόπουλου, πολύ πιο κοντά στην αλήθεια της σημερινής οικογένειας πολλών 50άρηδων, που έχουν προβληματιστεί στη ζωή τους και για την ύπαρξή τους, και για την πολιτική κατάσταση, και για τον ρόλο της οικογένειας. Που είναι με τα παιδιά τους φίλοι, που περνάνε δύσκολες στιγμές για να ισορροπήσουν τον ρόλο του γονιού με αυτόν του φίλου. Και που στη σημερινή κατάσταση που ζούμε, νιώθουν εξαιρετικά αμήχανοι να υποστηρίξουν τις ανθρωπιστικές τους αξίες σ΄ αυτό το ορμητικό κύμα βίας που σαρώνει τις ζωές μας και στο αίσθημα ότι δεν μπορείς να προστατεύσεις τα πιο αγαπημένα σου πρόσωπα, τα παιδιά.
Νέο ή παλιό; Το δίλημμα είναι ψεύτικο. Ένα έργο ή έχει κάτι να πει ή όχι και -κυρίως- έχει σημασία πώς το λέει. Δεν φέρνει πάνω του την ηλικία του δημιουργού, αλλά την καλλιτεχνική του γραφή και ιδιοσυγκρασία. Ο Γιώργος Τσεμπερόπουλος μιλάει, όσες φορές τον έχω ακούσει, με περηφάνια και καλά λόγια για τους νεότερους σκηνοθέτες. Το come back του, μετά από πολλά χρόνια, με τον «Εχθρό Μου», μιλάει για τα ζόρικα διλήμματα των ημερών, μέσα από μια ιστορία που συμβαίνει κάθε μέρα δίπλα μας, με πρωταγωνιστή έναν ήρεμο και γλυκό Μανώλη Μαυροματάκη που βιώνει την πιο δύσκολη μετάλλαξη εσωτερικά, με τον Γιώργο Γάλλο να αποδίδει επίσης εξαιρετικά τον ρόλο ενός ημίτρελου φασίστα και όλο το τιμ να υπηρετεί μια ιστορία με αρχή, κορύφωση και ένα φινάλε, που δεν είναι πιθανώς αναμενόμενο και που ο καθένας θα δώσει τη δική του ερμηνεία. Οι κριτικοί μιλούν για μια από τις καλύτερες ταινίες, εγώ που δεν είμαι ειδική θα έλεγα ότι είμαι μια ταινία που νιώθεις ότι σε αφορά, που μπαίνεις στο τριπ του ήρωα μέχρι το τέλος, και που μόλις βγεις από την αίθουσα ψάχνεις ένα μπαρ για να πας με τους φίλους να το συζητήσεις.