Θερινή ή χειμερινή ώρα; Επιλέγω την καλοκαιρινή, επειδή το πρωί ξυπνάω μετά τις 8.00 και τελειώνω αργά το απόγευμα από τη δουλειά μου. Επίσης δεν είμαι νυχτερινός τύπος, οπότε όσο περισσότερο παρατείνεται η διάρκεια της ημέρας τόσο καλύτερα αισθάνομαι. Τι θα ήταν όμως καλύτερο για τον διπλανό μου; Τις (τους) συναδέλφους μου που έχουν παιδιά;
Οπως εξηγούν στο Protagon τρεις έγκριτοι επιστήμονες, το σημαντικό είναι να σταματήσει να αλλάζει η ώρα κάθε έξι μήνες. Αν η Ελλάδα θα επιλέξει χειμερινή ή θερινή ώρα, δεν έχει απολύτως καμία σημασία.
Μετά την απόφαση της Επιτροπής Μεταφορών του Ευρωκοινοβουλίου αλλά και της Ευρωβουλής ως σώμα (εδώ) για σταθεροποίηση της ώρας σε ολόκληρη την ΕΕ, κάθε χώρα πρέπει να αναζητήσει τα υπέρ και τα κατά. Να αποφασίσει, ίσως κάνοντας ηλεκτρονικό «δημοψήφισμα», αν θα διατηρήσει τη χειμερινή ή τη θερινή ώρα.
Στη δημόσια διαβούλευση που έγινε από την Επιτροπή Ευρωπαϊκών υποθέσεων, η συντριπτική πλειοψηφία ζήτησε την κατάργηση της αλλαγής στην ώρα (83,71%). Και οι περισσότεροι από τους συμμετέχοντες (59,17%), επιλέγουν την θερινή ώρα ως την πιο κατάλληλη. Πλέον, τα κράτη-μέλη της ΕΕ έχουν περιθώριο μέχρι τον Απρίλιο του 2021 να αποφασίσουν ποια ώρα θα κρατήσουν, και ακόμα ένα χρόνο για να εφαρμόσουν την απόφασή τους. Ωστόσο θα πρέπει να γίνουν σοβαρές προσαρμογές και αλλαγές- από τα ωράρια στα σχολεία έως και τις εργάσιμες ώρες του Δημοσίου.
Δεν ξημερώνει την ίδια ώρα σε όλη την Ελλάδα
Το πρώτο που θα πρέπει να ληφθεί σοβαρά υπόψη για την απόφαση επιλογής ώρας είναι ότι στην Ελλάδα δεν είναι όλες οι ώρες ίδιες.
«Στο Καστελόριζο, για παράδειγμα, ξημερώνει μισή ώρα νωρίτερα από την Κέρκυρα» μας εξηγεί ο Κωνσταντίνος Λαγουβάρδος, μετεωρολόγος, διευθυντής ερευνών στο Εθνικό Αστεροσκοπείο Αθηνών. Το γεωγραφικό μήκος είναι κάτι που θα επηρεάσει αρκετές χώρες. Η Γαλλία, για παράδειγμα, που έχει μεγαλύτερο γεωγραφικό πλάτος από την Ελλάδα, έχει ακόμα πιο σημαντική απόκλιση μεταξύ διαφορετικών πόλεων στις ώρες ανατολής και δύσης. Στο Στρασβούργο, δηλαδή, νυχτώνει μία ώρα νωρίτερα από τη Βρέστη. Φανταστείτε ότι εργαζόμενοι ή μαθητές ανάλογα με το πού διαμένουν θα πρέπει να ξυπνάνε αξημέρωτα για να πηγαίνουν στη δουλειά ή στο σχολείο τους. Η διάρκεια του φωτός την ημέρα είναι ακόμη πιο σοβαρό πρόβλημα για τις χώρες της Βόρειας Ευρώπης, καθώς τους χειμερινούς μήνες είναι ελάχιστη. Αρα, γεωγραφικά κριτήρια που δεν μας απασχολούν ιδιαίτερα, ίσως είναι το «κλειδί» για την πιο σωστή απόφαση που θα λάβει η κάθε χώρα.
«Το σημαντικό για την Ελλάδα είναι η διαφορά που υπάρχει στην ανατολή και στη δύση του ήλιου σε διάφορες περιοχές της χώρας. Είναι διαφορετικό το φως που έχει η ανατολική χώρα και ενδεχομένως διευκολύνει τους ανθρώπους που ξυπνούν νωρίς. Αν μείνουμε στη χειμερινή ώρα, αρκετοί θα ξυπνάνε με φως, κάτι που είναι πολύ σημαντικό. Αν πάλι μείνουμε μόνιμα στη θερινή ώρα, τα απογεύματα του χειμώνα θα νυχτώνει στις 5. Αυτό σημαίνει ότι οι αλλαγές αυτές εξυπηρετούν κάποιους τους έξι μήνες και κάποιους άλλους του υπολοίπους έξι. Για εμένα είναι καλύτερη η θερινή ώρα. Ομως στις 7 το απόγευμα είμαστε όλοι στις επάλξεις, αλλά δεν ρωτήσαμε και αυτούς που ξυπνάνε στις 7 το πρωί και θα είναι ακόμα σκοτεινά» σχολιάζει ο κ. Λαγουβάρδος.
Στις χώρες που βρίσκονται πιο κοντά στον Ισημερινό, έχουν δηλαδή μικρότερο γεωγραφικό πλάτος, στις οποίες συγκαταλέγεται και η δική μας, η βαθμιαία μεταβολή της ώρας της ανατολής και της δύσης του ήλιου συμβαίνει πολύ ήπια και η συνολική απόκλιση δεν είναι μεγάλη. Ετσι, η προσαρμογή των ανθρώπων σε αυτήν εξελίσσεται σταδιακά και όταν γίνεται η επίσημη αλλαγή της ώρας, η προσαρμογή είναι σχετικά εύκολη.
Σε κάθε περίπτωση, για την υγεία η μόνιμη ώρα θα είναι ό,τι καλύτερο, σχολιάζει ο Γιώργος Μαστοράκος, καθηγητής ενδοκρινολογίας στο Πανεπιστήμιο Αθηνών και γιατρός στο Αρεταίειο Νοσοκομείο. Και αυτό διότι κάθε φορά που αλλάζει η ώρα, το σώμα μας βιώνει μικρές ή μεγάλες ορμονικές αλλαγές.
«Από ορμονικής πλευράς, το πότε νυχτώνει δεν έχει μεγάλη σημασία. Το κύριο σημείο της ρύθμισης των ορμονών είναι στις 8 το πρωί. Πρόκειται για τη στιγμή που οι περισσότερες ορμόνες των επινεφριδίων, όπως η κορτιζόλη (ορμόνη του στρες), εκκρίνονται και ρυθμίζουν λειτουργίες του οργανισμού. Από πλευράς όμως ψυχολογικής, είναι αλήθεια ότι η μείωση της ποσότητας της ημέρας και η αύξηση της νύχτας σχετίζεται με την εκδήλωση διαφόρων μορφών κατάθλιψης και ιδιαίτερα της λεγόμενης άτυπης κατάθλιψης (διαταραχές διάθεσης), που είναι πιο συχνή από το φθινόπωρο μέχρι και την άνοιξη» εξηγεί ο ίδιος. Ωστόσο, επειδή ο δυτικός πολιτισμός στις αστικές περιοχές έχει «διαταραγμένα» ωράρια, η επαφή του ανθρώπου με τα όρια από τα φυσικά ωράρια, δεν έχει πλέον καμία σημασία. «Δηλαδή το σημαντικότερο είναι να μην γίνονται αυτές οι αλλαγές και επιπλέον καλό θα είναι να εκμεταλλευόμαστε το φως».
Δεν υπάρχει σωστή ή λάθος ώρα
Την ίδια άποψη με τους έλληνες ειδικούς εκφράζει και ο χρονοβιολόγος Πολ Κέλι, ερευνητής στο Τμήμα για τον Υπνο, τους Κιρκαδικούς Ρυθμούς και τη Νευροεπιστήμη της Μνήμης στο Ανοιχτό Πανεπιστήμιο της Βρετανίας.
«Το θέμα είναι να μην έχουμε αλλαγές στην ώρα. Από εκεί και πέρα είτε θερινή είτε χειμερινή, έχει να κάνει με τον τύπο του ανθρώπου και τις συνήθειές του». Η αρχή του μεγαλύτερου επιστήμονα στον τομέα της ώρας και της σωστής λειτουργίας του οργανισμού, και το συμπέρασμα ύστερα από χρόνια ερευνών, είναι ότι οι άνθρωποι θα πρέπει να ξυπνάνε χωρίς ξυπνητήρι για να είναι καλά στην υγεία τους. «Οι ανάγκες για ύπνο αλλάζουν σημαντικά με βάση την ηλικία μας» εξηγεί. «Είναι πολύ διαφορετικές για ένα βρέφος που χρειάζεται να κοιμάται 12-14 ώρες μέσα στην ημέρα, από έναν ηλικιωμένο που ξυπνά τα χαράματα, καθώς δεν χρειάζεται άλλον ύπνο». Τα πώς και τα πότε του ύπνου όμως αποτελούν πέρα και πάνω από όλα «προσωπική υπόθεση», καθώς υπάρχει και ο χρονότυπος του κάθε ανθρώπου, το αν είναι πρωινός ή βραδινός τύπος και αυτό πρέπει να λαμβάνεται σοβαρά υπόψη.
Πού επηρεάζει η αλλαγή της ώρας
Είναι γνωστό ότι τόσο ο ύπνος όσο και μια σειρά από άλλες βιολογικές παραμέτρους (π.χ. αυξομείωση της κορτιζόλης, μελατονίνης κ.ά. ενδογενών ουσιών), οι λεγόμενοι Κιρκάδιοι Ρυθμοί, καθορίζονται από τον κύκλο μέρα-νύχτα, φως-σκοτάδι. Η εναλλαγή αυτή του φωτός με το σκοτάδι και η ηλιοφάνεια, επίσης έχει τεκμηριωθεί επιστημονικά ότι σχετίζονται και με την ψυχική κατάσταση του ανθρώπου, τη διάθεση, την απόδοση και τη λειτουργικότητά του.
Στο ημερήσιο πρόγραμμα
Ερευνα που έγινε το 2009 και δημοσιεύθηκε στο επιστημονικό περιοδικό «Sleep Medicine» εξέτασε πώς η αλλαγή της ώρας επηρεάζει τους εφήβους. Σύμφωνα με τα αποτελέσματα, τα παιδιά νύσταζαν περισσότερο μέσα στην ημέρα ακόμη και τρεις εβδομάδες μετά την αλλαγή. Οι μελετητές απέδιδαν το αποτέλεσμα στην προσπάθεια του ανθρώπινου οργανισμού να προσαρμοστεί στο νέο ημερήσιο πρόγραμμα.
Στην καρδιά
Ερευνητές στο Τμήμα Καρδιαγγειακών Νοσημάτων του Πανεπιστημίου της Αλαμπάμα μελέτησαν και τη σχέση που μπορεί να έχει η θερινή ώρα με την υγεία. Είναι ενδεικτικό ότι βάσει μιας σειράς ερευνών κυρίως την επόμενη ημέρα της αλλαγής της ώρας, τη Δευτέρα, παρατηρείται αύξηση του κινδύνου για καρδιακά επεισόδια κατά 5%-10%. Οι καρδιολόγοι υποστηρίζουν ότι αυτό μπορεί να συμβαίνει καθώς τα «ρολόγια» του οργανισμού μας είναι ρυθμισμένα να κάνουν συγκεκριμένες εργασίες σε συγκεκριμένη ώρα. Οταν εμείς βάζουμε μία ώρα μπροστά τους δείκτες, το βιολογικό μας ρολόι θα προσαρμοστεί σταδιακά, μέχρι όμως να γίνει αυτό ο οργανισμός περνά από μια στρεσογόνο κατάσταση.
Στο μεταξύ, ο αναπληρωτής καθηγητής Επιδημιολογίας και Δημόσιας Υγείας στο Πανεπιστήμιο Γέιλ Γιονγκ Ζου μελέτησε τη σχέση που έχουν οι καρδιακοί ρυθμοί με τον καρκίνο και κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η αλλαγή μίας ώρας μπορεί να αυξήσει τις πιθανότητες εμφάνισης καρκίνου -σε όσους είναι ήδη επιρρεπείς σε παθήσεις, όπως τα καρδιακά νοσήματα ή η κατάθλιψη- όταν αλλάζει το πρόγραμμα εργασίας ή ύπνου.
Στην άσκηση
Μία ώρα μπορεί να αλλάξει την καθημερινότητά μας; Οι επιστήμονες απαντούν θετικά. Σύμφωνα με έρευνα που πραγματοποιήθηκε το 2010 και δημοσιεύθηκε στην Εκθεση Δημόσιας Υγείας της Αυστραλίας και Νέας Ζηλανδίας, πολλοί ήταν εκείνοι οι οποίοι εκμεταλλευόμενοι τη μία ώρα ημέρας παραπάνω ξεκίνησαν τη γυμναστική. Σχεδόν ένας στους δύο ερωτηθέντες απάντησε ότι αντί της πρωινής γυμναστικής επιλέγει την απογευματινή, κυρίως σε εξωτερικούς χώρους.
Στην εργασία
Η αλλαγή της ώρας όμως κάνει τους εργαζομένους περισσότερο… λουφαδόρους. Ερευνα που δημοσιεύθηκε σε επιστημονικό περιοδικό Journal of Applied Psychology έδειξε ότι οι εργαζόμενοι τις επόμενες κιόλας ημέρες μετά την αλλαγή της ώρας σερφάρουν όλο και περισσότερο στο Διαδίκτυο από το γραφείο.
Γιατί σταματάει να αλλάζει η ώρα
Ο θεσμός της θερινής ώρας καθιερώθηκε στην Ελλάδα στις αρχές της δεκαετίας του 1970 όταν τα οξυμένα ενεργειακά προβλήματα μας ανάγκασαν να βρούμε τρόπους εξοικονόμησης της ενέργειας. Σύμφωνα δηλαδή με τον θεσμό αυτόν, την τελευταία Κυριακή του Μαρτίου προσθέτουμε μία πλασματική ώρα στις κανονικές ώρες κάθε ωριαίας ατράκτου, την οποία αφαιρούμε και πάλι την τελευταία Κυριακή του Οκτωβρίου. Με αυτόν τον τρόπο όταν έχουμε θερινή ώρα ο Ηλιος δύει μία ώρα αργότερα (σύμφωνα με τα διορθωμένα ρολόγια μας), οπότε ελαττώνεται και ο χρόνος που περνάει ανάμεσα στη δύση του Ηλίου και της ώρας που πάμε για ύπνο. Αυτό σημαίνει ότι καταναλώνουμε λιγότερο ηλεκτρικό ρεύμα για τις διάφορες δραστηριότητές μας απ’ ό,τι αν αφήναμε την ώρα όπως έχει. Ωστόσο, οι αλλαγές αυτές δεν έχουν κανένα νόημα πλέον, ενώ έχουν κόστος για την υγεία, όπως φάνηκε μετά από χρόνια παρατηρήσεων και ερευνών. Ετσι, αποφασίστηκε η διακοπή τους.