Το ξενοδοχείο «Jama» της Σλοβενίας είναι χτισμένο δίπλα σε ένα από τα κύρια αξιοθέατα της χώρας, το τεράστιο και εντυπωσιακό σπήλαιο Ποστόινα (Postojna).
Εκεί βρέθηκε για ένα ρεπορτάζ ο Γιάννης Μαλαθρώνας, πάλαι ποτέ μουσικός συντάκτης ελληνικών περιοδικών και, πλέον, ταξιδιωτικός συντάκτης της βρετανικής Telegraph.
Στο λόμπι τον υποδέχεται ο «Φρανκ», ένας σλοβένος μεσήλικας που αρνείται να του πει το πραγματικό του όνομα και είναι ντυμένος με ρούχα που θυμίζουν πράκτορα της γερμανικής Στάζι.
Ο Φρανκ τού λέει ότι το ξενοδοχείο άνοιξε το 1971, μεσούντος του Ψυχρού Πολέμου, προκειμένου να εξαργυρώσει τη δημοτικότητα των διπλανών σπηλαίων. Η Σλοβενία ήταν τότε κομμάτι της (κομμουνιστικής) Γιουγκοσλαβίας του Τίτο.
«[Το ξενοδοχείο] Προσέλκυσε ξένους σελέμπριτι, πρεσβευτές και αρχηγούς κρατών. Εκλεισε το 2009 και το 2016 οι νέοι ιδιοκτήτες ξεκίνησαν ένα πλήρες πρόγραμμα ανακαίνισης. Τότε ανακάλυψαν διάφορες ασυμφωνίες με τα σχεδιαγράμματα και τις κατόψεις του κτίσματος: βρήκαν ένα σφραγισμένο υπόγειο, πόρτες που άνοιγαν χωρίς κλειδιά, διπλούς τοίχους και πολλά άλλα», τονίζει ο «Φρανκ».
Τι είχε συμβεί;
Οπως προέκυψε, το ξενοδοχείο είχε μια παράλληλη, προς αυτό, πραγματικότητα: ένα ειδικά κατασκευασμένο δωμάτιο από το οποίο γίνονταν υποκλοπές στους επισκέπτες του.
Μετά τη δημοσίευση της ανακάλυψης, το 2017, πολλοί άνθρωποι που εμπλέκονταν τότε στο ξενοδοχείο βγήκαν μπροστά και μίλησαν για τις «μυστικές» λειτουργίες του Jama.
Ο δημοσιογράφος οδηγείται πίσω από τη ρεσεψιόν σε έναν διάδρομο με τέσσερις ίδιες πόρτες.
«Εδώ συναντιόνταν οι αξιωματικοί των μυστικών υπηρεσιών», λέει ο Φρανκ ξεκλειδώνοντας το δωμάτιο 1117 και μπαίνοντας σε έναν χώρο χωρίς κανένα παράθυρο που λειτουργεί ως στούντιο εμφάνισης φωτογραφιών.
Ο δημοσιογράφος κάθεται σε ένα σκαμνί και βάζει ακουστικά, τοποθετώντας ταυτόχρονα το βύσμα σε διαφορετική υποδοχή, ακούγοντας κάθε φορά μια μυστική συνομιλία από τη δεκαετία του ’70, λόγου χάρη κάποιους ισραηλινούς πράκτορες στο εστιατόριο του ξενοδοχείου να παραγγέλνουν μεταλλικό νερό, σαλάτα, πατάτες και σούπα λάχανο.
Ενας άλλος μιλάει για τη Συρία: «Ο (πρώην ισραηλινός πρωθυπουργός Μεναχέμ) Μπέγκιν έδωσε πίσω τη Χερσόνησο του Σινά. Ποιος φανταζόταν ότι θα το έκανε αυτό;».
Υπάρχει επίσης η ηχογράφηση μιας υπηρέτριας που προσπάθησε να καθαρίσει δωμάτιο του ξενοδοχείου σε μια προφανώς λάθος στιγμή και ανοίγοντας το παράθυρο δημιούργησε ένα ρεύμα που έκανε διάφορα έγγραφα να στροβιλίζονται στον αέρα.
Χρησιμοποιώντας έναν κωδικό πρόσβασης, οι δύο άνδρες περνάνε μέσα από μια κρυφή πόρτα.
Κατεβαίνουν μια σκάλα που οδηγεί στο υπόγειο.
«Αυτά είναι τα δωμάτια παρακολούθησης», λέει ο Φρανκ.
Μπαίνουν σε ένα δωμάτιο με έπιπλα της δεκαετίας του ’70, που καλύπτονται από σκόνη δεκαετιών, ενώ στο τέλος του δωματίου υπάρχει μια πόρτα διαφυγής που οδηγεί στο ίδιο το σπήλαιο.
Στη συνέχεια υπάρχει η αίθουσα αρχειοθέτησης όπου βρέθηκαν ημερολόγια από το 1990 και το 1991.
Και κατόπιν η αίθουσα των τηλεπικοινωνιών εξοπλισμένη με μαγνητόφωνα, καλώδια που επεκτείνονται παντού και ένα κόκκινο τηλέφωνο έκτακτης ανάγκης.
Ποιος ήταν στην άλλη άκρη του; Άγνωστο.
Κατά την έξοδο, ο δημοσιογράφος περνάει μπροστά από έναν υπολογιστή.
Ο Φρανκ χτυπάει κάποια πλήκτρα στο πληκτρολόγιο και οι φωτογραφίες του δημοσιογράφου γεμίζουν την οθόνη: όλη η επίσκεψή του είχε καταγραφεί από κρυφές κάμερες τοποθετημένες σε στρατηγικά σημεία.
«Φτάνοντας ξανά πίσω στη ρεσεψιόν, ενεργοποιώ πάλι το κινητό μου. Το Wi-Fi του ξενοδοχείου είναι ανοιχτό, χωρίς κωδικό πρόσβασης. Ενεργοποιώ το VPN μου. Γιατί πρέπει να είμαστε προσεκτικοί», καταλήγει με νόημα ο ρεπόρτερ.