Το 1905, όταν η φυματίωση μάστιζε τις ΗΠΑ και είχε προκαλέσει έντονα τον τρόμο του θανάτου στους Αμερικανούς, ένας επιστήμονας απευθύνθηκε στην Αμερικανική Ιατρική Ακαδημία, ζητώντας αλλαγές στη δομή των σχολείων, προκειμένου να προστατευθούν τα παιδιά.
O ίδιος είχε εκφράσει τις ανησυχίες του για τα παράθυρα στις αίθουσες διδασκαλίας, καθώς άνοιγαν μόνο μέχρι τη μέση και ως εκ τούτου δεν υπήρχε καλός αερισμός στους χώρους.
Τα βασικά αιτήματά του προς τους αρμόδιους φορείς για την προστασία των παιδιών ήταν τα παράθυρα να αντικατασταθούν με γαλλικού τύπου πλήρως ανοιγόμενα, κάθε σχολείο να διαθέτει μία μεγάλη παιδική χαρά, οι σχολικές αίθουσες να απολυμαίνονται και το πρόγραμμα σπουδών να περιλαμβάνει όσο το δυνατόν περισσότερες ώρες διδασκαλίας σε εξωτερικούς χώρους.
Ο ειδικός ήταν ο Ζ. Αντόλφους Κνοπφ, ένας γιατρός με καταγωγή από τη Γερμανία, ειδικός στη φυματίωση και ιδρυτής της Εθνικής Ενωσης Φυματίωσης των ΗΠΑ, η οποία αργότερα μετατράπηκε σε Αμερικανική Πνευμονολογική Εταιρεία.
Αφού είχαν περάσει δέκα χρόνια και είχαν γίνει γνωστές αρκετές λεπτομέρειες για τη φυματίωση, ο Κνοπφ και άλλοι ειδικοί, δεν σταμάτησαν να υποστηρίζουν την υπαίθρια εκπαίδευση σε όλες τις βαθμίδες, ως βασικό μέτρο προστασίας των παιδιών και γενικότερα της κοινωνίας.
Σήμερα, η αγωνία γονιών και εκπαιδευτικών για τα σχολεία είναι μεγάλη και όπως γράφει το Smithsonian Μagazine, αρκετοί είναι αυτοί που διερωτώνται γιατί τα μαθήματα δεν γίνονται σε εξωτερικούς χώρους. Τουλάχιστον όπου το επιτρέπουν οι καιρικές συνθήκες.
Στις αρχές του 20ου αιώνα, όταν η φυματίωση σκότωνε έναν στους επτά ανθρώπους στην Ευρώπη και τις ΗΠΑ, τα υπαίθρια σχολεία πολλαπλασιάστηκαν. Η αρχή έγινε στη Γερμανία και μετά «εξαπλώθηκαν» σε όλο τον υπόλοιπο κόσμο.
«Τότε, όπως και σήμερα, υπήρχαν αρκετές και διαφορετικές κατευθυντήριες οδηγίες για τους κανόνες κοινωνικής απόστασης, καθώς και συμβουλές για το πώς θα πρέπει να συμπεριφέρεται ο καθένας, ώστε να μην συνιστά απειλή μετάδοσης», εξηγεί ο Πολ Βέιντλινγκ, καθηγητής Ιστορίας της Ιατρικής στο Πανεπιστήμιο Oxford Brookes της Αγγλίας.
Ακόμη και πινακίδες «απαγορεύεται το πτύειν» υπήρχαν σε δημόσιους χώρους, προκειμένου να αποτρέψουν τους πολίτες να φτύνουν, κάτι που θα μπορούσε να μολύνει αρκετούς από τους γύρω τους.
Τα υπαίθρια σχολεία κατασκευάστηκαν αρκετά εύκολα και γρήγορα, ακόμη και για την εποχή εκείνη. Μερικά τραπέζια, παγκάκια αντί για θρανία, υπόστεγα και τέντες για σκιά και λυόμενα γκαράζ που χρησιμοποιούνταν ως αποθηκευτικοί χώροι.
Πολλά υπαίθρια σχολεία σε διάφορες χώρες της Ευρώπης είχαν ξεκινήσει ως πειραματικά, όμως η ζήτηση από τους γονείς, γρήγορα τα μετέτρεψε σε βασικούς χώρους εκπαίδευσης. Μέχρι το 1908, τέτοιου τύπου σχολεία λειτουργούσαν σε Βρετανία, Γαλλία, Βέλγιο, Ελβετία, Ισπανία και Ιταλία.
Την ίδια χρονιά άνοιξαν και τα πρώτα υπαίθρια σχολεία στις ΗΠΑ. Σε περιοχές μάλιστα που ο χειμώνας ήταν βαρύς, το μάθημα γινόταν σε σχολικές αίθουσες όπου είχαν γκρεμίσει έναν τοίχο και είχαν φτιάξει παράθυρα τα οποία παρέμεναν πάντα ανοιχτά. Μάλιστα, σε κάποια σχολεία οι μαθητές αντιμετώπιζαν το κρύο με γάντια, σκούφους και ήταν τυλιγμένοι σε μάλλινες κουβέρτες.
Μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο τα αντιβιοτικά νίκησαν τη φυματίωση και τα υπαίθρια σχολεία δεν είχαν κανένα λόγο ύπαρξης. Σήμερα όμως, η ιστορία τους έρχεται να μας υπενθυμίσει ότι κάποτε, που δεν υπήρχε το Διαδίκτυο, υπήρξε μία επιτυχημένη στρατηγική για να σωθούν εκατομμύρια ζωές. Και σε τόπους όπως ο δικός μας, ενδεχομένως να υπάρχει ακόμη «χώρος» για την εφαρμογή αυτής της εξαιρετικής ιδέας.