Αεροπλάνα της Lufthansa σταθμευμένα στη Φρανκφούρτη τον Απρίλιο του 2020 – η εταιρεία είχε δηλώσει τότε ότι θα αντιμετωπίσει την πανδημία με απολύσεις και προσωρινό παροπλισμό αεροσκαφών | EPA/ARMANDO BABANI
Θέματα

Πτήσεις-φαντάσματα στους ευρωπαϊκούς ουρανούς

Τα αεροπλάνα πετούν σχεδόν άδεια στην ΕΕ, αλλά αδυνατούν να περιορίσουν τις άνευ λόγου πτήσεις εξαιτίας του (υψηλού) ποσοστού που πρέπει να καλύψουν ώστε να διατηρήσουν δικαιώματα «ελλιμενισμού» στα αεροδρόμια. Το περιβαλλοντικό κόστος, ο εμπορικός ανταγωνισμός, η πιθανολογούμενη παρέμβαση
Protagon Team

Οτι οι άνθρωποι δεν ταξιδεύουμε πια, κυρίως με αεροπλάνα, είναι γεγονός αδιαμφισβήτητο – οι αντικορονοϊκοί περιορισμοί στη μετακίνηση είναι πολλοί, η ανησυχία μήπως αρπάξουμε την ίωση διάχυτη και τα λεφτά που μπορούμε να διαθέσουμε για τέτοιες υπηρεσίες ελάχιστα, καθώς προέχει η εξυπηρέτηση των ανελαστικών και… ζεματιστών τρεχουσών δαπανών κάθε νοικοκυριού (λογαριασμοί δικτύων, κοινόχρηστα, κ.λπ.). Ετσι τα πολιτικά αεροσκάφη πετούν άδεια.

Ο ευρωπαϊκός Τύπος έθιξε το ζήτημα γράφοντας για «πτήσεις-φαντάσματα» στους ευρωπαϊκούς ουρανούς. Το θέμα έχει πολλές και ενδιαφέρουσες παραμέτρους, οι οποίες σχετίζονται με ποικίλους τομείς: ξεκινούν από το καθεστώς λειτουργίας των αερολιμένων και φθάνουν μέχρι τη μόλυνση του περιβάλλοντος από τους ρύπους των αεροπλάνων.

Μπορεί, λοιπόν, με τον «πράσινο» προγραμματισμό της οικονομίας λόγω «κλιματικής κρίσης» να εξοβελίστηκαν οι παραδοσιακές ενεργειακές πηγές, να έκλεισαν λιγνιτωρυχεία και να χάθηκαν δουλειές, μπορεί να αυξήθηκε η ενεργειακή εξάρτηση από τρίτους (και κατά τα λοιπά εχθρούς, όπως η Ρωσία), μπορεί να πήραν φωτιά οι λογαριασμοί του φυσικού αερίου και του ηλεκτρικού ρεύματος μέσα στο καταχείμωνο, ωστόσο τα αεροπλάνα εξακολουθούν να πετούν αν και δεν έχουν επιβάτες και συνεπώς να μολύνουν άνευ λόγου. Τι εξηγεί αυτήν την κατάσταση;

Οι αεροπορικές εταιρείες είναι αναγκασμένες να πετούν έστω και με άδεια αεροσκάφη ώστε να διατηρήσουν το λεγόμενο «δικαίωμα χρήσης αεροδρομίου». Αυτή τη στιγμή οι ευρωπαϊκοί κανόνες απαιτούν να πραγματοποιείται τουλάχιστον το 50% των αεροπορικών συνδέσεων κάθε δρομολογίου. Διαφορετικά, οι εταιρείες κινδυνεύουν να χάσουν τα κεκτημένα που τους έχουν εκχωρηθεί, δηλαδή το θεμελιώδες δικαίωμα να χρησιμοποιούν τα αεροδρόμια συγκεκριμένες ώρες σε συγκεκριμένες ημέρες.

Μάλιστα η κατάσταση επιβαρύνεται και άλλο, αφού από τον προσεχή Μάρτιο το ποσοστό των πτήσεων θα ανέλθει στο 64%, δηλαδή οι πτήσεις των (πιθανώς και τότε άδειων) αεροπλάνων θα πυκνώσουν.

Η πανδημία έχει περάσει στη φάση τής ευκόλως μεταδιδόμενης παραλλαγής Ομικρον και οι αεροπορικές εταιρείες θα ήθελαν να περικόψουν τις πτήσεις τους, όμως δεν μπορούν να το κάνουν. Ενα παράδειγμα έδωσε η ισπανική El País: υπολόγιζε ότι η γερμανική Lufthansa θα ήθελε να περικόψει 33.000 πτήσεις μεταξύ Ιανουαρίου και Μαρτίου, ωστόσο θα αναγκαστεί να πραγματοποιήσει 18.000 περιττές πτήσεις προκειμένου να διατηρήσει τα προαναφερθέντα δικαιώματα (στο ιδιόλεκτο του κλάδου αυτά ονομάζονται «slots»).

Επίσης, σύμφωνα με τους βρετανικούς Financial Times, ακόμη και η Brussels Airlines (του ομίλου της Lufhtansa) αναγκάζεται να διατηρήσει 3.000 πτήσεις την άνοιξη, παρ’ όλο που έχει ελάχιστους επιβάτες. Η πολυπλοκότητα του θέματος όσον αφορά τις συνέπειες των άνευ λόγου πτήσεων δεν διέλαθε της προσοχής ακόμη και της Γκρέτα Τούνμπεργκ, η οποία επικέντρωσε στο οικολογικό ζήτημα, βέβαια. Η παρέμβασή της έγινε μέσω Twitter.

Οι αεροπορικές εταιρείες ζητούν από την Κομισιόν μεγαλύτερη ευελιξία και ασκούν πιέσεις. Μέχρι το 2019, οι αεροπορικές εταιρείες έπρεπε να πραγματοποιούν το 80% των πτήσεών τους. Στη συνέχεια, με την εξάπλωση της πανδημίας, οι Βρυξέλλες καθόρισαν το επίπεδο του 50%. Οπως είπαμε, από τον Μάρτιο θα πάει στο 64% καθώς πιθανολογείται ανάκαμψη της ζήτησης στις αεροπορικές μεταφορές. Μόνο έτσι οι εταιρείες θα διατηρήσουν όλα τους τα «slots». Αλλιώς τους τα παίρνουν άλλες εταιρείες, έστω και προσωρινώς.

Ποιες είναι αυτές οι άλλες που παραφυλάνε για να αρπάξουν τα δικαιώματα των ανταγωνιστριών τους; Μα, οι λεγόμενες «χαμηλού κόστους», οι οποίες εδώ και χρόνια απαιτούν από τους ιστορικούς αερομεταφορείς να εγκαταλείψουν τα «slots» που κατείχαν επί δεκαετίες. Η δυσκολία των παλιών εταιρειών να διατηρήσουν τα «slots» μέσα στην πανδημία ανοίγει την όρεξη στις «χαμηλού κόστους», ιδίως όσον αφορά κομβικά αεροδρόμια της Ευρώπης.

Δεδομένου ότι η Ενωση είναι θεωρητικώς «ουδέτερη» και συνεπώς «ευαίσθητη» στον εμπορικό ανταγωνισμό, έχει ενδιαφέρον η αναμενόμενη παρέμβασή της στο ζήτημα που προκύπτει.