Ο προϋπολογισμός του 2022 ψηφίστηκε το βράδυ του Σαββάτου στη Βουλή και προβλέπει ισχυρή ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας για δεύτερη συνεχόμενη χρονιά από την έναρξη της πανδημίας.
Μετά από την φετινή εκτίναξη του ΑΕΠ που, σύμφωνα με τις εκτιμήσεις, μπορεί να φτάσει ή και να ξεπεράσει, στο τέλος, το 8% (υπερβαίνοντας την επίσημη πρόβλεψη του 6,9%), αλλά και το υψηλότερο έλλειμμα που καταγράφηκε σε σχέση με τον στόχο, ένα είναι το κρίσιμο ζητούμενο για την ελληνική οικονομία καθώς μπαίνουμε στο επόμενο έτος: να επανέλθει σε κατάσταση ισορροπίας διατηρώντας τους υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης (4,5%) περιορίζοντας, ταυτόχρονα, το δημοσιονομικό έλλειμμα (στα επίπεδα του 1% του ΑΕΠ) που ξέφυγε και φέτος, λόγω της πανδημίας.
Αυτό είναι το στοίχημα που πρέπει να κερδίσει ο προϋπολογισμός του 2022, αλλά ο ορίζοντας παραμένει ακόμη θολός, αφού η πανδημία εξακολουθεί να ρίχνει την βαριά σκιά της πάνω από την Ελλάδα ( και ολόκληρο τον πλανήτη) επηρεάζοντας αρνητικά μια σειρά από παράγοντες και μεγέθη που θα κρίνουν το τελικό αποτέλεσμα. Γιατί, δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι, όσο θετικές και αν είναι οι οικονομικές προοπτικές της χώρας, τόσο ισχυρό μπορεί να είναι το αρνητικό αποτύπωμα σ’ αυτές, μιας οδυνηρής παράτασης της υγειονομικής καταιγίδας, που τώρα, πλέον, μεταλλάσσεται με την ονομασία “Ομικρον”.
Το ενδεχόμενο αυτό μπορεί να ακυρώσει θετικές εξελίξεις και να προκαλέσει, επίσης, νέες επώδυνες αναταράξεις σε οικονομικό, κοινωνικό και πολιτικό επίπεδο. Άλλωστε, το φετινό αναπτυξιακό “θαύμα” οφείλεται σε μεγάλο βαθμό στο “ελατήριο” της ελληνικής οικονομίας που συμπιέστηκε απότομα το 2020 από τη βαθιά ύφεση και ήταν αναμενόμενο να εκτιναχθεί μετά την άρση των lockdown. Αυτό, όμως, δεν αναμένεται να επαναληφθεί το νέο έτος στο οποίο, όπως επισημαίνουν στις αναλύσεις τους οι διεθνείς οικονομικοί οίκοι, η Ελλάδα, όχι μόνο θα πρέπει να διατηρήσει την αναπτυξιακή δυναμική της, αλλά και να “μαζέψει” την “μαύρη τρύπα” στο έλλειμμα του προϋπολογισμού, ενόψει των νέων δημοσιονομικών κανόνων που θα τεθούν σε ισχύ στην Ευρωπαϊκή Ένωση από το 2023. Ένα δημοσιονομικό πλαίσιο που μπορεί να είναι πιο χαλαρό συγκριτικά με το προηγούμενο, αλλά θα παραμείνει απαιτητικό και αυστηρό, πολύ περισσότερο για μια οικονομία σαν την ελληνική που δεν έχει ακόμη κερδίσει την επενδυτική βαθμίδα και παραμένει σε καθεστώς αυστηρού ελέγχου από τις Βρυξέλλες.
Ποιοι είναι αυτοί οι αστάθμητοι παράγοντες που, σύμφωνα με έγκυρους οικονομικούς κύκλους, μπορεί να απειλήσουν τις προβλέψεις του νέου προϋπολογισμού και να υπονομεύσουν το στοίχημα του 2022;
1ον. Η μετάλλαξη “Ομικρον” καθώς δοκιμάζει εκ νέου τις αντοχές του υγειονομικού συστήματος της χώρας, ενδέχεται να οδηγήσει σε νέους περιορισμούς, οι οποίοι, ακόμη και αν δεν έχουν τον χαρακτήρα ενός lockdown, θα πλήξουν την οικονομική δραστηριότητα. Η αγορά, ήδη, σηκώνει το βάρος των περιοριστικών μέτρων που επέβαλε η νέα μετάλλαξη της πανδημίας για όσους συνεχίζουν να μην εμβολιάζονται. Έτσι, πολλά θα κριθούν από τον ρυθμό των εμβολιασμών, αλλά και από την διάγνωση της παγκόσμιας επιστημονικής κοινότητας, που ακόμη εκκρεμεί, σχετικά με τη επικινδυνότητά της “Ομικρον”. Μεταξύ αυτών και τα μέτρα προστασίας που πρέπει να ληφθούν. Από την διάγνωση των επιστημόνων και το εθνικό επίπεδο εμβολιασμού θα εξαρτηθεί σε μεγάλο βαθμό, όχι μόνο η χρονική διάρκεια των μέτρων στήριξης προς τους πληττόμενους, που φορτώνουν με πολλά δισεκατομμύρια ευρώ τον προϋπολογισμό, αλλά και η οικονομική δυνατότητά τους να αποπληρώσουν τις συσσωρευμένες οφειλές τους προς το κράτος και τις τράπεζες που “πάγωσαν από την έναρξη της πανδημίας.
2ον. Η έκρηξη στις τιμές της ενέργειας ανατρέπει τους προϋπολογισμούς των νοικοκυριών και εκτινάσσει το κόστος παραγωγής για τις επιχειρήσεις. Φυσικό επακόλουθο είναι οι καταναλωτές να παραμένουν διστακτικοί στις αγορές τους, ενώ οι επιχειρήσεις αναπροσαρμόζουν τα πλάνα τους και προχωρούν σε ανατιμήσεις για να καλύψουν μέρος του πρόσθετου κόστους. Οι επιπτώσεις είναι άμεσες στην παραγωγική διαδικασία και στην κατανάλωση. Στο βαθμό που θα συνεχιστεί, το “ντόμινο” των ανατιμήσεων θα “χτυπήσει” την ανάπτυξη με ό,τι αυτό συνεπάγεται για την επίτευξη του στόχου του προϋπολογισμού για την αύξηση του ΑΕΠ από τον οποίο εξαρτώνται οι στόχοι για άλλα κρίσιμα μεγέθη, μεταξύ των οποίων και αυτός για το δημοσιονομικό έλλειμμα.
Βεβαίως, στις Βρυξέλλες και στην Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα εκτιμούν ότι το φαινόμενο των ανατιμήσεων είναι παροδικό. Συνδέεται με τις αναταράξεις στην παγκόσμια εφοδιαστική αλυσίδα που προκάλεσε η πανδημία και με γεωστρατηγικά παιχνίδια ισχυρών κρατών, παραγωγών φυσικού αερίου (όπως η Ρωσία), που εκμεταλλεύονται τις ανισορροπίες στην αγορά κατά τη μετάβαση στην πράσινη ενέργεια και την προσπάθεια απεξάρτησης από το πετρέλαιο. Η πρόβλεψή τους είναι ότι το φαινόμενο θα αρχίσει να εξασθενεί από τον Μάρτιο του 2022 και ίσως εξαλειφθεί μέσα στο πρώτο εξάμηνο. Πρόκειται όμως για μία πρόβλεψη που εξακολουθεί να είναι επισφαλής σε ένα περιβάλλον αβεβαιότητας που δημιουργεί η πανδημία και οι γεωπολιτικές εξελίξεις στην Ανατολική Ευρώπη.
3ον. Το Ταμείο Ανάκαμψης και η έναρξη των έργων που θα χρηματοδοτηθούν από αυτό είναι σε κάθε περίπτωση κρίσιμο για την επίτευξη των αναπτυξιακών στόχων της χώρας κατά το 2022 και τα επόμενα χρόνια. Ωστόσο, μια σειρά από προβλήματα δεν έχουν ακόμη λυθεί για να ξεκινήσει η υλοποίηση των επιλέξιμων έργων. Η πρώτη δόση δεν έχει ακόμη καταβληθεί από τις Βρυξέλλες ως αποτέλεσμα των αυξημένων απαιτήσεων που προϋποθέτει το στάδιο της υλοποίησης. Κάθε καθυστέρηση στις διαδικασίες αυτές θα αφήσει το αρνητικό αποτύπωμα της στην ανάπτυξη του 2022. Άλλωστε, στο Ταμείο Ανάκαμψης, βασίζεται ο στόχος για τον μετασχηματισμό της ελληνικής οικονομίας και για την αλλαγή παραγωγικού μοντέλου που έχει ανάγκη η χώρα για να γίνει ανταγωνιστική τις επόμενες δεκαετίες.
4ον. Οι διαβεβαιώσεις του Πρωθυπουργού ότι η κυβέρνηση θα εξαντλήσει την τετραετία στέλνουν θετικά μηνύματα στην αγορά και δημιουργούν συνθήκες σταθερότητας. Ωστόσο κανείς δεν μπορεί να αποκλείσει εξελίξεις στο πολιτικό μέτωπο που θα συνδέονται με τον αστάθμητο παράγοντα της πανδημίας σε συνδυασμό με τα δεδομένα που δημιουργούνται από το εκλογικό σύστημα της απλής αναλογικής το οποίο θα ισχύσει για τις επόμενες κάλπες και την ισχυρή πιθανότητα επαναληπτικής εκλογής με επιστροφή σε ένα σύστημα ενισχυμένης αναλογικής.