Για ακόμα μια φορά, ειδικά όσον αφορά την ΕΕ και τα κράτη-μέλη της, το ζήτημα έγκειται στο κατά πόσον κάποιος βλέπει το ποτήρι μισοάδειο ή μισογεμάτο. «Δεν υπάρχουν νικητές ή ηττημένοι σε αυτήν την πρόταση, γιατί είναι εξισορροπημένη», εξηγεί η Ιλβα Γιόχανσον, η επίτροπος Εσωτερικών Υποθέσεων της ΕΕ, η οποία συνέθεσε, μαζί με τον έλληνα αντιπρόεδρο της Κομισιόν Μαργαρίτη Σχοινά, το νέο σχέδιο της ΕΕ για το Μεταναστευτικό.
Κατά τις προηγούμενες εβδομάδες, η πολιτικός από τη Σουηδία επιδόθηκε σε έναν μαραθώνιο συνομιλιών, με στόχο την επίτευξη ενός συμβιβασμού, βάση του οποίου αποτελεί η εξής αρχή: «Η μετανάστευση είναι κάτι το φυσιολογικό, κάτι που πάντα θα υπάρχει. Καθήκον μας είναι να τη διαχειριστούμε. Χρειαζόμαστε τους μετανάστες, αλλά πρέπει να φτάνουν νομίμως για να εργαστούν εδώ ή να ζητήσουν άσυλο. Χρειαζόμαστε μια νόμιμη μετανάστευση. Δεν πρέπει να δραματοποιούμε τη μεταναστευτική πολιτική», εξήγησε η ίδια μιλώντας στην Corriere della Sera.
Στη συνέντευξη που παραχώρησε στην ιταλική εφημερίδα η Γιόχανσον, παραδέχτηκε και η ίδια, μετά την Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, ότι κατά πάσα πιθανότητα «κανένα από τα 27 κράτη-μέλη της ΕΕ δεν θα είναι ικανοποιημένο». Αλλά υπεραμύνθηκε των προτάσεων της Κομισιόν, κάνοντας λόγο για ένα σχέδιο που «μας επιτρέπει να αντιμετωπίσουμε τα προβλήματα που συνδέονται με τη μετανάστευση με έναν τρόπο πραγματιστικό, που ευελπιστώ ότι μπορούν να αποδεχτούν όλα τα κράτη-μέλη» της ΕΕ.
Το ότι το σχέδιο που παρουσιάστηκε για την αντικατάσταση της Συνθήκης του Δουβλίνου διέπεται από πνεύμα πραγματιστικό υποστηρίζει και ο Αντρέα Μπονάνι της La Repubblica. Κατ’ αρχάς, γιατί δύναται να τερματίσει το «υποκριτικό αφήγημα της υποχρεωτικής κατανομής των αιτούντων άσυλο», επισημαίνει ο ιταλός δημοσιογράφος.
Η λογική της υποχρεωτικής ποσόστωσης προέκυψε αμέσως μετά τη συρροή ενός εκατομμυρίου κατατρεγμένων ανθρώπων από τη Συρία το 2015, αλλά τελικά δεν επικράτησε. Τα κράτη της Ανατολικής Ευρώπης δεν την αποδέχτηκαν ποτέ, γεγονός που προκάλεσε «μια πολιτική διαίρεση, η οποία έθρεψε τους υποστηρικτές της εθνικής κυριαρχίας», ενώ όσες χώρες δήλωναν πρόθυμες να κινηθούν προς αυτή την κατεύθυνση, τελικά έμειναν στα λόγια. Ενα επιπλέον μειονέκτημα της υποχρεωτικής κατανομής ήταν, σύμφωνα με τον Μπονάνι. το ότι δεν λαμβάνονταν υπόψη οι οικονομικοί παράτυποι μετανάστες που δεν δικαιούνται άσυλο.
Τώρα, το νέο σχέδιο των Βρυξελλών εστιάζει σε αυτό ακριβώς το σημείο: όλοι όσοι δικαιούνται να καταθέσουν αίτηση ασύλου πρέπει να γίνονται δεκτοί, ενώ όσοι εισέρχονται παράτυπα στην ΕΕ για να βρουν δουλειά πρέπει να απορρίπτονται, και επειδή στερούν ευκαιρίες από τους οικονομικούς μετανάστες που προσπαθούν να φτάσουν στην Ευρώπη ακολουθώντας τη νόμιμη οδό.
Στην πρόταση της Κομισιόν προβλέπεται η επίσπευση των διαδικασιών για τον επαναπατρισμό όλων όσοι δεν δικαιούνται άσυλο και με ένα «τέχνασμα που δεν στερείται τευτονικού ηθικισμού» –επισημαίνει ο Μπονάνι– η εν λόγω υποχρέωση επιφορτίζεται στα κράτη της Ενωσης που αρνούνται την κατανομή των αιτούντων άσυλο: θα είναι ευθύνη όλων όσοι οραματίζονται μια «Ευρώπη-φρούριο» ο επαναπατρισμός όλων όσοι αποβιβάζονται ή ξεβράζονται στην Ελλάδα ή στην Ιταλία και δεν δικαιούνται άσυλο. Και στην περίπτωση που δεν τα καταφέρουν, θα υποχρεούνται να τους υποδεχτούν στις επικράτειές τους. Και αυτό σίγουρα αποτελεί μια βοήθεια όχι αμελητέα για τις χώρες της Μεσογείου, κυρίως για την Ελλάδα και την Ιταλία.
Το ερώτημα, ωστόσο, όσον αφορά το κατά πόσο είναι σωστό ή λάθος να επαναπατρίζονται απελπισμένοι άνθρωποι, οι οποίοι επιδιώκουν να γλιτώσουν όχι από κάποιον πόλεμο, αλλά από τη μιζέρια και τη δυστυχία, παραμένει αναπάντητο, δεδομένου ότι επί του ζητήματος ξεκάθαρα έχει ταχθεί σε πανευρωπαϊκό επίπεδο μόνον η ξενοφοβική και αντιμεταναστευτική Δεξιά.
Πάντως, προς το παρόν η ΕΕ τάσσεται υπέρ του άμεσου επαναπατρισμού τους. Οσον αφορά τον πραγματισμό του νέου σχεδίου της Κομισιόν για το Μεταναστευτικό, θετικό κρίνει ο Μπονάνι και το ότι τερματίζεται η νομική αβεβαιότητα κάτω από την οποία επιχειρούν οι ΜΚΟ που περισυλλέγουν ναυαγούς. Οι Βρυξέλλες δηλώνουν ότι η διάσωση ανθρώπων που κινδυνεύουν επιβάλλεται σε κάθε περίπτωση. Στη συνέχεια, ωστόσο, αποστέλλονται άμεσα στις πατρίδες τους εάν δεν δικαιούνται να παραμείνουν στην Ευρώπη.
Περισσότερο επικριτικός όσον αφορά το νέο ευρωπαϊκό σχέδιο για το Μεταναστευτικό εμφανίζεται ένα άλλος ιταλός αρθρογράφος, ο Γκοφρέντο Μπουτσίνι της Corriere della Sera, υποστηρίζοντας ότι για ακόμη μια φορά η Κομισιόν απέδειξε ότι αδυνατεί να αντιμετωπίσει το ζήτημα με την απαραίτητη τόλμη.
Εστιάζει την κριτική του κυρίως στην πρόταση περί της δυνατότητας επιλογής μεταξύ της υποδοχής προσφύγων και μεταναστών ή της ανάληψης της ευθύνης για την επιστροφή τους στις χώρες καταγωγής τους στην περίπτωση που δεν δικαιούνται άσυλο.
Κάνοντας λόγο για «επιχορηγούμενους επαναπατρισμούς», ο Μπουτσίνι εξηγεί ότι στην πράξη αυτό θα σημαίνει ότι στην περίπτωση που η Ουγγαρία, «αιχμή του δόρατος του εριστικού κουαρτέτου του Βίζεγκραντ» δεν επιθυμεί να υποδεχτεί πρόσφυγες από την Ελλάδα ή την Ιταλία, θα έχει στη διάθεσή ένα χρονικό διάστημα για να επιτύχει τον επαναπατρισμό τους, διάστημα που στην πράξη κατά πάσα πιθανότητα θα καταστεί «αόριστο», διάστημα κατά το οποίο οι πρόσφυγες και οι μετανάστες θα παραμένουν στις χώρες υποδοχής τους, στην Ελλάδα, δηλαδή, στην Ιταλία ή την Ισπανία.